ΠΕΡΙΛΗΨΗΗ φωνολογική ανάπτυξη ενός δίγλωσσου κοριτσιού στην αγγλική γλώσσα μελετάται βασισμένη σε δεδομένα καθημερινού λόγου του παιδιού που μαγνητογραφήθηκαν ψηφιακά κατά τη διάρκεια αλληλεπιδράσεως με τη μητέρα του, και συγγραφέα της διατριβής, από την ηλικία των δύο ετών και εφτά μηνών (2;7) έως την ηλικία των τεσσάρων ετών (4;0). Η διατριβή καθιστά προηγούμενο στη φυσική κατάκτηση γλώσσας σε διγλωσσία με έκθεση σε γλωσσικά δεδομένα ομιλητή δεύτερης γλώσσας μέσα σε εξωγενές περιβάλλον. Το παιδί γεννήθηκε και ανατράφηκε στα Χανιά και η γλωσσική επαφή της με τα αγγλικά προήρθε μέσω του λόγου της μητέρας κατά αποκλειστικότητα από την ηλικία του ενός έτους (1;0) μέχρι και την ηλικία των τριών ετών και πέντε μηνών (3;5), όταν το παιδί άρχισε να συμμετέχει σε αγγλόφωνη παιδική ομάδα παιχνιδιού για τέσσερις ώρες τη βδομάδα. Η γλωσσική επαφή στην ελληνική προήρθε αρχικά κυρίως μέσα από το λόγο του πατέρα του παιδιού, φυσικού ομιλητή της ελληνικής, μέχρι την ηλικία των δύο ετών (2;0) όταν το παιδί εντάχτηκε σε παιδικό σταθμό για πέντε μέρες τη βδομάδα. Η μητέρα του παιδιού είναι φυσική ομιλήτρια της ελληνικής ενώ τα αγγλικά είναι η δεύτερη γλώσσα της. Τα γλωσσικά δεδομένα του παιδιού στις δύο γλώσσες μεταγράφηκαν από τη συγγραφέα σύμφωνα με τo ορθογραφικό σύστημα της κάθε γλώσσας, αλλά και φωνητικά χρησιμοποιώντας το Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (International Phonetic Alphabet - IPA), έπειτα οργανώθηκαν και κωδικοποιήθηκαν από τη συγγραφέα σε βάση δεδομένων μετά από εισαγωγή τους στο λογισμικό CLAN (Computerized Language Analysis) - Γλωσσική Ανάλυση με χρήση Ηλεκτρονικού Υπολογιστή, στοχεύοντας στην απλοποίηση πρόσβασή τους και στη διευκόλυνση μετέπειτα αριθμητικών υπολογισμών σε πάνω από σαράντα χιλιάδες εκφωνήματα του παιδιού που εμπεριέχουν διακόσιες χιλιάδες λέξεις. Η διατριβή εστιάζει στην ανάπτυξη των συμφωνικών φθόγγων, το επίπεδο κατάκτησής τους και τους τύπους αντικατάστασής τους, αν και αναφορά γίνεται επίσης στο μέγεθος του λεξιλογίου και στην έκταση των προτάσεων κατά τη διάρκεια των ανάπτυξης. Τα αποτελέσματα δείχνουν τα ακόλουθα: 1. το παιδί κατακτά και τις δύο γλώσσες σε επίπεδο αντίστοιχο με τα μονόγλωσσα πρότυπα σε κάθε γλώσσα, 2. τα αγγλικά είναι η αδύναμη ή Γ2 (δεύτερη γλώσσα) στη διγλωσσική του ανάπτυξη, 3. κατακτώνται τόσο το φωνητικό όσο και το φωνολογικό σύστημα της κάθε γλώσσας, 4. υπάρχει δυνατή ένδειξη της παρουσίας του έμφυτου και καθολικών στοιχείων, 5. το φωνολογικό στάδιο ανάπτυξης συμπίπτει με το γραμματικό στάδιο ανάπτυξης, 6. ορίζεται και υπόλογίζεται ο βαθμός διαφοροποίησης φωνολογικών συστημάτων σε διγλωσσία, 7. υπάρχουν δύο στάδια στο επίπεδο ανάπτυξης των συμφωνικών φθόγγων που υποδεικνύουν αντίστοιχα το οριζόντιο μέρος και την άνοδο του αναπτυξιακού σχήματος μάθησης U: το κυκλικό στάδιο αντιπροσωπεύεται από ένα πλατό και το αναπτυξιακό στάδιο αντιπροσωπεύεται από ένα σχήμα διπλού-S, 8. το επίπεδο κατάκτησης κάποιων συμφωνικών φθόγγων, όπως τα μεσοδοντικά, είναι κάτω του μέσου όρου του μονόγλωσσου πρότυπου κατά το κυκλικό στάδιο αλλά πάνω από το μέσο όρο πριν την πλήρη κατάκτηση κοντά στην ηλικία των 3;9, υποδηλώνοντας την ανάγκη αναθεώρησης του ορισμού τής καθυστέρησης στη φωνολογική ανάπτυξη, 9. υπάρχουν ασυνέχειες στους τύπους αντικατάστασης των συμφωνικών φθόγγων όπως και παραβίαση περιορισμών λεξικής ευθυγράμμισης που οφείλονται σε λεξική εξάρτηση, 10. οι τύποι των συμφωνικών αντικαταστάσεων διατηρούν πιστότητα στο διακριτικό χαρακτηριστικό [+συνεχές] των στοχευμένων συμφώνων, γεγονός που αντιτίθεται στα μονόγλωσσα πρότυπα σε κάποιες περιπτώσεις, όπως είναι η αντικατάσταση του ηχηρού μεσοδοντικού από το πλευρικό, 11. στον αγγλικό λόγο εμφανίζεται το φαινόμενο της μεταφοράς από την ελληνική, ως πρώτη γλώσσα (Γ1), τόσο των συμφωνικών φθόγγων της ελληνικής όπως αρθρώνονται από ενήλικες ομιλητές, αλλά και των αναπτυξιακών τύπων αυτών των φθόγγων όπως εμφανίζονται στα ελληνικά του παιδιού, και 12. υπάρχουν συμφωνικά συμπλέγματα που προκύπτουν με επένθεση, όπως έχει παρατηρηθεί τόσο σε παιδιά με φυσιολογική ανάπτυξη όσο και σε παιδιά με διαταραχές λόγου, ένα σημαντικό μέρος των οποίων συμφωνικών συμπλεγμάτων δεν επιτρέπονται από τη γραμματική των δύο γλωσσών και επηρεάζονται από το φωνολογικό περιβάλλον έξω από τη λέξη, μέσω μιας διαδικασίας πρόβλεψης ή επαναφοράς. Τα αποτελέσματα της διατριβής, πέρα από το ενδιαφέρον τους όσο αναφορά στην ανάπτυξη του παιδικού λόγου σε μονογλωσσία ή διγλωσσία, θέτουν υπό νέα προοπτική ζητήματα που αφορούν τόσο στον ενήλικο λόγο ομιλητών δεύτερης γλώσσας (Γ2), όσο και στον λόγο παιδιών με φωνολογική καθυστέρηση ή διαταραχή και δύνανται να κατευθύνουν διδακτικές μεθόδους δεύτερης γλώσσας για παιδιά και ενήλικες, όπως και τεχνικές παρέμβασης σε παιδιά με φωνολογική καθυστέρηση ή διαταραχή.