Η παρούσα διατριβή ασχολείται με δύο ιδιαιτέρως σημαντικά και επίκαιρα θέματα πάνω στα πεδία των Οικονομικών της Ενέργειας και του Περιβάλλοντος. Ειδικότερα, ερευνούμε ζητήματα και ανησυχίες που σχετίζονται με προβλήματα αποδοτικότητας όσο αφορά το κλίμα, τις ενεργειακές και περιβαλλοντικές συνθήκες. Η διατριβή αποτελείται από τρία ξεχωριστά δοκίμια, που επικεντρώνονται στις βιομηχανίες του μεταποιητικού τομέα σε ολόκληρη την Ευρώπη από την περίοδο 1995 έως 2011, ενώ τα ευρήματα και τα συμπεράσματα θα μπορούσαν γενικά να εφαρμοστούν τόσο από ερευνητές όσο και από τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Το πρώτο μέρος αυτής της διδακτορικής διατριβής εξετάζει την έννοια της βιομηχανικής ενεργειακής αποδοτικότητας για διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες. Καθώς η οικονομική ανάπτυξη των βιομηχανιών απαιτούν όλο και υψηλότερες ποσότητες ενέργειας, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να ορίσουν συγκεκριμένους ενεργειακά αποδοτικούς στόχους, κανόνες και υποχρεώσεις, προκειμένου η ενεργειακή ένταση να μειωθεί και να βελτιωθεί η ενεργειακή αποδοτικότητα. Επιπλέον, το ενδιαφέρον που εστιάζεται στους πιθανούς παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τον όρο της ενεργειακής αποδοτικότητας αποτελεί ένα περαιτέρω ερευνητικό ερώτημα αυτής της διατριβής, το οποίο δεν έχει διερευνηθεί σε μεγάλο βαθμό έως τώρα στην βιβλιογραφία. Τα αποτελέσματα της μη παραμετρικής προσέγγισης υποδεικνύουν ότι η Ευρωπαϊκή βιομηχανική ενεργειακή αποδοτικότητα μειώνεται για την πλειοψηφία των βιομηχανιών, ενώ η θεώρηση ότι οι βιομηχανίες αντιμετωπίζουν η μία την άλλη αποκλειστικά σε όρια εθνικού επιπέδου κατευθύνουν εύκολα σε υπερεκτιμημένα αποτελέσματα. Από την άλλη πλευρά, τα οικονομετρικά αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι η πορεία των προηγούμενων ετών και τα κλιματολογικά χαρακτηριστικά έχουν ισχυρή σχέση με την ενεργειακή αποδοτικότητα ενώ το ενεργειακό μείγμα εμφανίζει γραμμική και μη γραμμική σχέση με αυτό. Το δεύτερο μέρος της διατριβής αναλύει τα επίπεδα της οικολογικής αποδοτικότητας σε όλες τις Ευρωπαϊκές βιομηχανίες του μεταποιητικού τομέα. Είναι σημαντικό να εξεταστεί η σχέση μεταξύ οικονομικών και οικολογικών χαρακτηριστικών προκειμένου να αξιολογηθεί η επίδραση των βιομηχανικών δραστηριοτήτων στο περιβάλλον. Χρησιμοποιώντας μια μη παραμετρική προσέγγιση και λαμβάνοντας υπόψη τα διαφορετικά ανεπιθύμητες εκροές που δημιουργούνται από τη διαδικασία βιομηχανικής παραγωγής, αποκαλύπτεται ότι οι βιομηχανίες έντασης κεφαλαίου και ενέργειας δεν είναι οικολογικά αποδοτικές. Επιπλέον, η υπόθεση της σύγκλισης σε όρους οικο-αποδοτικότητας απορρίπτεται για τις Ευρωπαϊκές βιομηχανίες, γεγονός που υποδηλώνει ότι υπάρχουν διαφορετικά σημεία σύγκλισης και ξεχωριστές πολιτικές για κάθε χώρα είναι απαραίτητες. Το τρίτο μέρος της διδακτορικής διατριβής διερευνά περαιτέρω τον όρο της οικολογικής αποδοτικότητας. Πιο συγκεκριμένα, ενσωματώνουμε στην ανάλυσή μας ένα ευρύτερο φάσμα σεναρίων στοχεύοντας σε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα σχετικά με τη βιομηχανική οικολογική αποδοτικότητα. Η χρησιμοποίηση ενός ενοποιημένου τεχνολογικού καθεστώτος και η μελέτη για τυχόν σύγκλιση αποκαλύπτει ότι η ταχύτητά της σε όρους οικολογικής αποδοτικότητας αυξάνεται με την πάροδο των ετών, ενώ στην περίπτωση των εκπομπών άνθρακα παρουσιάζεται μια ασταθή συμπεριφορά σε σύγκριση με τις άλλες ανεπιθύμητες εκροές.