Εισαγωγή και Σκοπός: Πέρα από τις περιορισμένες πρόσφατες πληροφορίες σχετικά με τη δράση των συμβιοτικών σε εντεροκυτταρικό επίπεδο κατά τη διάρκεια του συνδρόμου βραχέος εντέρου, δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σε συστηματικό, εξωεντερικό επίπεδο και ιδιαίτερα όσον αφορά στα φαινόμενα της απόπτωσης και της ενδοτοξιναιμίας από λιποπολυσακχαρίτη. Στη συγκεκριμένη καινοτόμο μελέτη ελέγξαμε την υπόθεση ότι τα συμβιοτικά είναι αποτελεσματικά ως προφυλακτικό ή θεραπευτικό μέσο χορηγούμενα προ- ή μετεγχειρητικά αντίστοιχα, μετά από υφολική εκτομή λεπτού εντέρου όχι μόνο τοποπεριοχικά αλλά και συστηματικά.Υλικά και Μέθοδοι: Για τη μελέτη αυτή που διήρκησε 2 εβδομάδες χρησιμοποιήσαμε αρσενικούς επίμυες Wistar που χωρίστηκαν σε 7 πειραματικές ομάδες (n= 10/ ομάδα): ομάδα control (μη εγχειρισμένα/ κανονική δίαιτα), ομάδα sham (εντεροδιατομή και επαναστόμωση/ κανονική δίαιτα), 4 πειραματικές ομάδες (75% εντερεκτομή/ ± πρόσληψη συμβιοτικών με τη δίαιτα προ- ή μετεγχειρητικά) και μία τελευταία ομάδα μη εγχειρισμένων ζώων που προσέλαβαν συμβιοτικά με τη δίαιτα. Μετά το τέλος του πειραματισμού προσδιορίστηκαν οι εντερικές δομικές αλλαγές (ύψος λαχνών και βλεννογόνια λεμφοκυτταρική διήθηση), η απόπτωση σε εντερικά, ηπατικά, σπληνικά, πνευμονικά και καρδιακά κύτταρα, τα επίπεδα λιποπολυσακχαρίτη ορού (πυλαία φλέβα και κοιλιακή αορτή) και η βακτηριακή αλλόθεση gram αρνητικών βακτηρίων σε μεσεντέριους λεμφαδένες, ήπαρ, σπλήνα και περιφερικό αίμα. Αποτελέσματα: Η χορήγηση συμβιοτικών οδήγησε σε αύξηση του ύψους των λαχνών (905.236±54.892 vs 787.154±17.523 μm, p<0.05) και σε μείωση της βακτηριακής αλλόθεσης (80% vs 100%, p>0.05), του αποπτωτικού δείκτη (110.188±2.824 vs 99.302±3.284, p<0.05), της λεμφοκυτταρικής επιθηλιακής διήθησης (30% vs 50%, p>0.05) και των επιπέδων λιποπολυσακχαρίτη ορού (1.67±0.322 vs 3.831±1.544 eu/ml, p<0.05) των ζωικών προτύπων που υπέστησαν εντερεκτομή και έλαβαν συμβιοτικά σε σύγκριση με τα ζωικά πρότυπα που δεν έλαβαν συμβιοτικά. Συμπεράσματα: Στο συγκεκριμένο ζωικό πρότυπο (επίμυες) τα συμβιοτικά ενισχύουν τον εντερικό φραγμό και προστατεύουν την κυτταρική δομή από τις τοπικές και συστηματικές επιδράσεις του συνδρόμου βραχέος εντέρου.