Σκοπός: Σκοπός της μελέτης ήταν να εξετάσει εάν ένας πολυπαραγοντικός δείκτης ευαλωτότητας (ΔΕ) της καρωτιδικής πλάκας βελτιώνει τη διαγνωστική ακρίβεια για τον εντοπισμό συμπτωματικών πλακών. Επίσης εξετάστηκε η διαγνωστική ακρίβεια της Colour Doppler Imaging (CDI) και Contrast-Enhanced Ultrasound (CEUS) για τη διάγνωση της εξελκωμένης καρωτιδικής πλάκας. Ασθενείς και μέθοδοι: Συγχρονική μελέτη παρατήρησης, στην οποία εξετάσθηκαν 53 ασθενείς (38 άνδρες) ηλικίας 46-83 ετών. Συνολικά εξετάσθηκαν 60 αθηρωματικές πλάκες έσω καρωτίδων, εκ των οποίων 30 συμπτωματικές, έχοντας προκαλέσει νευρολογική συμπτωματολογία με τη μορφή παροδικού ή μόνιμου ισχαιμικού ΑΕΕ τους τελευταίους 6 μήνες. Οι ασθενείς εξετάσθηκαν με συμβατική υπερηχογραφία, CEUS και MDCTA καρωτίδων, ώστε να καθορισθούν ο βαθμός της στένωσης (DOS), η διάμεσος τιμή ηχογένειας - Greyscale Median (GSM) της πλάκας, ένας ποσοτικός δείκτης της ανωμαλίας της παρυφής της πλάκας (Surface Irregularity Index–SII), τόσο με βάση την CDI (SII-CDI), όσο και την CEUS (SII-CEUS) και τέλος η παρουσία εξέλκωσης στην τεχνική CDI, CEUS και MDCTA. Ο δείκτης ευαλωτότητας που χρησιμοποιήθηκε σε αυτήν τη μελέτη προκύπτει από την εξίσωση ΔΕ=(DOS*SII)/(GSM+1) και αναλόγως του SII που χρησιμοποιήθηκε προέκυψε ο ΔΕ-CDI και ΔΕ-CEUS. Εξετάσθηκε η συμφωνία μεταξύ δύο παρατηρητών για το δείκτη SII-CDI και SII-CEUS, η διαφορά του βαθμού της στένωσης, των δεικτών GSM, SII και ΔΕ μεταξύ συμπτωματικών και ασυμπτωματικών πλακών και η διαγνωστική ακρίβεια του DOS, του δείκτη SII και του ΔΕ για τον εντοπισμό της συμπτωματικής καρωτιδικής πλάκας με βάση την ανάλυση ROC. Τέλος μελετήθηκε η διαγνωστική ακρίβεια της CDI και CEUS για τη διάγνωση της εξελκωμένης καρωτιδικής πλάκας με μέθοδο αναφοράς την MDCTA.Αποτελέσματα: Βρέθηκε πολύ καλή συμφωνία μεταξύ 2 παρατηρητών για τον δείκτη SII-CDI και SII-CEUS (ICC 0.99 και 0.963 αντίστοιχα). Χαμηλή συμφωνία βρέθηκε στην τιμή SII που προκύπτει από τον ίδιο παρατηρητή με την τεχνική CDI και CEUS (ICC 0.521 και 0.755 για τους δύο παρατηρητές). Ο DOS διέφερε στατιστικά σημαντικά μεταξύ ασυμπτωματικών και συμπτωματικών πλακών (63.86±11.38 και 74.2±10.81 αντίστοιχα, p<0.01). H GSM διέφερε στατιστικά σημαντικά μεταξύ ασυμπτωματικών και συμπτωματικών πλακών (37.5±89 και 13.5±89 αντίστοιχα, p<0.01). Ο SII-CDI δεν διέφερε στατιστικά σημαντικά μεταξύ ασυμπτωματικών και συμπτωματικών πλακών, ενώ ο SII-CEUS εμφάνισε τάση για στατιστικά σημαντική διαφορά (p<0.1) μεταξύ ασυμπτωματικών και συμπτωματικών πλακών. Ο ΔΕ διέφερε στατιστικά σημαντικά μεταξύ ασυμπτωματικών και συμπτωματικών πλακών τόσο με χρήση του SII-CDI, όσο και του SII-CEUS (αντίστοιχα ασυμπτωματικές και συμπτωματικές πλάκες: 16.73±186.22 και 61.01±513.23 με την CDI ενώ 25.9±241.41 και 88.34±563.27 με την CEUS, p<0.001). Στην ανάλυση ROC ο DOS είχε AUC 0.756, ο ΔΕ-CDI AUC 0.769 ενώ ο ΔΕ-CEUS 0.791. Η CDI ήταν 38.46% ευαίσθητη και 100% ειδική για τη διάγνωση της εξέλκωσης, ενώ η CEUS 92.3% ευαίσθητη και 100% ειδική. Συμπεράσματα: Οι ασυμπτωματικές και συμπτωματικές πλάκες διαφέρουν ως προς το DOS, το GSM και το ΔΕ που προτάθηκε, ενώ υπήρχε τάση να βρεθεί διαφορά ως προς το δείκτη SII-CEUS. O ΔΕ που συνδυάζει το βαθμό στένωσης, το GSM και το SII ξεπερνά το DOS μόνο του σε διαγνωστική ακρίβεια για τον εντοπισμό των συμπτωματικών πλακών. Η CEUS έδειξε πολύ μεγαλύτερη ευαισθησία της CDI για τη διάγνωση της καρωτιδικής εξέλκωσης.