Η κυκλοφοριακή συμφόρηση αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα για τα συμβατικά μέσα μεταφοράς, όπως τα αυτοκίνητα και τα λεωφορεία. Το μειονέκτημα αυτό, οδηγεί όλο ένα και περισσότερο, στην αναζήτηση εναλλακτικών, άνετων, γρήγορων και φιλικών προς το περιβάλλον μέσων μεταφοράς. Τα τρένα υψηλής ταχύτητας (high-speed trains - HST) αποτελούν μια εξαιρετική εναλλακτική λύση σε αυτό το πρόβλημα, όμως θα πρέπει να διευθετηθούν κάποια ζητήματα ώστε να εξασφαλιστεί η σωστή λειτουργία τους. Το πιο σημαντικό πρόβλημα, το οποίο επηρεάζει την ασφάλεια των σιδηρόδρομων υποδομών υψηλής ταχύτητας, είναι τα ενισχυμένα επίπεδα κραδασμών που προκαλούνται λόγω της υψηλής ταχύτητας διέλευσης. Τις τελευταίες δεκαετίες, ο αναπτυσσόμενοι κραδασμοί κατά τη διέλευση HST θεωρούνται ως ένα ιδιαίτερα σημαντικό περιβαλλοντικό ζητήματα.Για τον λόγο αυτό, έχουν πραγματοποιηθεί αρκετές μελέτες προκειμένου να προταθούν μέτρα περιορισμού των κραδασμών. Τα μέτρα αυτά μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τέσσερις κατηγορίες: (α) την τροποποίηση της σιδηροτροχιάς, (β) την καλή και τακτική συντήρηση του σιδηροδρομικού δικτύου, (γ) την εφαρμογή μέτρων προστασίας σε θεμελίωση/σκελετό των κτιρίων, και (δ) την τοποθέτηση τάφρων με στόχο την απομείωση των επιφανειακών κυμάτων. Το πιο δημοφιλές μέτρο μετριασμού για τη μείωση του επιπέδου των κραδασμών είναι η κατασκευή τάφρων κατά μήκος του σιδηροδρομικού δικτύου. Τα τελευταία χρόνια, έχουν προταθεί διάφοροι τύποι τάφρων και υλικών πλήρωσης, ωστόσο, οι πιο αποτελεσματικές τάφροι έχουν υψηλό κόστος κατασκευής και συντήρησης. Ως εκ τούτου, η πρόταση ενός αποτελεσματικού και οικονομικού μέτρου περιορισμού των κραδασμών εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση για την επιστημονική κοινότητα.Μία ακόμη πρόκληση για τους ερευνητές είναι η εύρεση αριθμητικών, πειραματικών ή αναλυτικών μεθόδων, ικανών να προβλέψουν με ακρίβεια τα χαρακτηριστικά των κραδασμών. Για τον σκοπό αυτό, έχουν αναπτυχθεί διάφορα προσομοιώματα δύο (2D), δυόμιση (2.5D) και τριών διαστάσεων (3D) με τη χρήση των μεθόδων πεπερασμένων διαφορών, πεπερασμένων στοιχείων ή συνοριακών στοιχείων. Τα τελευταία χρόνια, οι προαναφερθείσες μεθοδολογίες χρησιμοποιήθηκαν για την εξέταση διαφόρων προβλημάτων, όπως η διερεύνηση της κρίσιμης ταχύτητας διέλευσης των HST, η επιρροή των γεωμετρικών και μηχανικών χαρακτηριστικών της σιδηροδρομικής γραμμής και του υπεδάφους, η εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων περιορισμού των κραδασμών, κ.λπ.Βασικός στόχος της παρούσας διατριβής είναι η ανάπτυξη μίας αποτελεσματικής αριθμητικής μεθοδολογίας προσομοίωσης του σύνθετου δυναμικού φαινομένου, με σχετικά χαμηλό υπολογιστικό κόστος, ικανής να προβλέψει με ακρίβεια τους κραδασμούς του υπεδάφους κατά τη διέλευση HST. Για τον σκοπό αυτό, έχει επιλεγεί η μέθοδος των πεπερασμένων στοιχείων. Προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοπιστία της αριθμητικής μεθοδολογίας, τα αποτελέσματα του κάθε προσομοιώματος αναφοράς συγκρίθηκαν με διαθέσιμες επιτόπιες μετρήσεις. Συγκεκριμένα, χρησιμοποιήθηκαν μετρήσεις πεδίου κατά τη διέλευση του τρένου υψηλής ταχύτητας Thalys σε τρεις θέσεις της σιδηροδρομικής γραμμής Παρισιού-Βρυξελλών για την επαλήθευση της ορθότητας των αντίστοιχων αριθμητικών προσομοιωμάτων. Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε εκτεταμένη διερεύνηση με στόχο την πρόταση αποτελεσματικών διατάξεων περιορισμού των κραδασμών με τη χρήση γεωαφρού διογκωμένης πολυστερίνης (expanded polystyrene – EPS) σε θέσεις επιχωμάτων και ορυγμάτων. Για τη διασφάλιση της αξιοπιστίας των προτεινόμενων διατάξεων, πραγματοποιήθηκε μια εκτενής διερεύνηση διαφόρων παραγόντων, όπως οι συνθήκες του υπεδάφους, η διάταξη της σιδηροτροχιάς, καθώς και η ταχύτητα διέλευσης του HST. Επιπροσθέτως, διερευνάται η προστασία γειτονικών κτιρίων και υπόγειων αγωγών με τη χρήση γεωαφρού EPS, όπου και πάλι αναδεικνύεται η συμβολή των προτεινόμενων μέτρων στην αντιμετώπιση των δυσμενών συνεπειών στις κατασκευές και στους ανθρώπους εξαιτίας των κραδασμών από τη διέλευση HST.