Μέχρι τώρα έχουν μελετηθεί πολλοί βιοχημικοί δείκτες για την διάγνωση ή τον αποκλεισμό της μυοκαρδιακής ισχαιμίας και νέκρωσης. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανάπτυξη δεικτών, οι οποίοι θα έχουν την ικανότητα να ανιχνεύουν μυοκαρδιακή ισχαιμία πριν την εμφάνιση της μη αναστρέψιμης μυοκαρδιακής νέκρωσης. Αυτή η διατριβή μελετά την τροποποιημένη από την ισχαιμία αλβουμίνη (ΤΙΑ), η οποία είναι ένας νέος ευαίσθητος δείκτης μυοκαρδιακής ισχαιμίας. Η ΤΙΑ έχει αποδειχθεί ότι αυξάνεται σε καταστάσεις μυοκαρδιακής ισχαιμίας παροχής, όπως στα οξέα στεφανιαία σύνδρομα ή μετά από αγγειοπλαστική και είναι ο μοναδικός δείκτης ισχαιμίας, ο οποίος έχει πάρει έγκριση για κλινική χρήση στον αποκλεισμό του οξέος στεφανιαίου συνδρόμου σε συνδυασμό με φυσιολογικό ηλεκτροκαρδιογράφημα και φυσιολογικές τιμές τροπονίνης. Ωστόσο, ο παθοφυσιολογικός μηχανισμός παραγωγής της ΤΙΑ δεν έχει ακόμα πλήρως αποσαφηνισθεί. Τα επίπεδα της ΤΙΑ βρέθηκε να μεταβάλλονται σημαντικά κατά την διάρκεια της φυσικής άσκησης και των φαρμακευτικών δοκιμασιών κόπωσης σε ασθενείς με στεφανιαία νόσο αλλά χωρίς να υπάρχει διαφορά μεταξύ των θετικών και αρνητικών για ισχαιμία δοκιμασιών. Αυτό το εύρημα σημαίνει ότι οι παρατηρούμενες μεταβολές μπορεί να μην αντανακλούν ισχαιμία του μυοκαρδίου αλλά να οφείλονται κυρίως σε φαινόμενα που εμπλέκονται στην μέθοδο μέτρησής της. Επομένως, η μέτρηση της ΤΙΑ με την συγκεκριμένη τουλάχιστον μέθοδο, δεν φαίνεται να βελτιώνει την διαγνωστική αξία των δοκιμασιών κόπωσης. Η χρήση της ΤΙΑ ως προγνωστικός δείκτης για μελλοντικά καρδιαγγειακά συμβάματα έχει, επίσης, πρόσφατα μελετηθεί. Η ΤΙΑ βρέθηκε ότι αυξάνει μετά από εγχείρηση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης αντανακλώντας περιεγχειρητική και μετεγχειρητική μυοκαρδιακή ισχαιμία αλλά εάν αυτό το εύρημα έχει κάποια προγνωστική αξία χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. Τελικά, η ΤΙΑ εκτιμήθηκε ως πιθανός δείκτης παροδικής μυοκαρδιακής ισχαιμίας σε διαφορετικούς τύπους μυοκαρδιακής βλάβης, Τα επίπεδα της ΤΙΑ δεν βρέθηκε να μεταβάλλονται σημαντικά μετά από κατάλυση με υψίσυχνο ρεύμα, σε αντίθεση με τα καρδιακά ένζυμα, υποδεικνύοντας ότι σε αυτή την παρέμβαση η νέκρωση του μυοκαρδίου πραγματοποιείται χωρίς να προηγηθεί ισχαιμία. Αντίθετα, η διαφλέβια εμφύτευση ηλεκτροδίων για την τοποθέτηση βηματοδοτών/απινιδωτών συνοδεύεται από παροδική ισχαιμία του μυοκαρδίου, η οποία όπως φαίνεται προηγείται της νέκρωσης. Συμπερασματικά, μελετήθηκαν οι μεταβολές της ΤΙΑ και οι πιθανοί εμπλεκόμενοι μηχανισμοί σε καταστάσεις ισχαιμίας και νέκρωσης του μυοκαρδίου.