Η εργασία αυτή έχει ως στόχο τη διερεύνηση των υδρογεωλογικών και υδροχημικών συνθηκών που επικρατούν στο παράκτιο τμήμα του Ανατολικού Θερμαϊκού κόλπου, από το Μεγάλο Έμβολο έως την Νέα Καλλικράτεια. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο φαινόμενο της διείσδυσης του θαλασσινού νερού στα παράκτια υδροφόρα στρώματα. Η έκταση της περιοχής έρευνας είναι 252,5 km2 και το μέσο υψόμετρο 96,5 m. Το ανάγλυφο χαρακτηρίζεται πεδινό έως λοφοειδές και το υδρογραφικό δίκτυο είναι μέτρια ανεπτυγμένο και έχει δενδριτική έως παράλληλη μορφή. Γεωλογικά η περιοχή έρευνας ανήκει στη ζώνη Παιονίας. Το μεγαλύτερο τμήμα της περιοχής αποτελείται από Νεογενή ιζήματα, στα παράκτια τμήματα και τις κοίτες ρεμάτων συναντώνται Τεταρτογενή ιζήματα, ενώ στα βορειοανατολικά όρια της περιοχής πετρώματα του υποβάθρου. Το μέσο ύψος βροχής για την τριετία 2008-2011 είναι 481,2 mm και η μέση ετήσια θερμοκρασία 15,98 οC. Η πραγματική εξατμισοδιαπνοή με την εφαρμογή της μεθόδου των Thornthwaite-Mather ανέρχεται στα 385,33 mm, που αντιστοιχεί στο 80,07% της ετήσιας βροχόπτωσης. Το μεγαλύτερο υδρογεωλογικό ενδιαφέρον παρουσιάζεται στους πορώδεις σχηματισμούς της περιοχής. Η τροφοδοσία των υδροφόρων στρωμάτων επιτυγχάνεται με την άμεση κατείσδυση των κατακρημνισμάτων. Οι τιμές της υδραυλικής αγωγιμότητας ή υδροπερατότητας κυμαίνονται από 3.99×10-7 m/sec έως 2.45×10-4 m/sec. Από τη μελέτη της πιεζομετρίας προκύπτει ότι η ροή του υπόγειου νερού είναι από τα βορειοανατολικά προς τα νοτιοδυτικά, ενώ στο παράκτιο τμήμα εμφανίζονται αρνητικά πιεζομετρικά φορτία με αποτέλεσμα τη διείσδυση της θάλασσας στα παράκτια υδροφόρα στρώματα. Από την υδροχημική έρευνα της περιοχής προκύπτει έντονο το φαινόμενο της υφαλμύρισης στα παράκτια υδροφόρα στρώματα του Αγγελοχωρίου, της Επανομής, της Νέας Ηράκλειας και της Νέας Καλλικράτειας. Οι υψηλές τιμές της ηλεκτρικής αγωγιμότητας, οι μεγάλες συγκεντρώσεις των ιόντων χλωρίου, νατρίου, ασβεστίου καθώς και οι τιμές των ιοντικών λόγων Na+/Cl-, Na+/K+, Cl-/(CO3-2+HCO3-), Cl-/SO4-2 και Ca+2/(HCO3-+ SO4-2) σε αυτές τις περιοχές αποδεικνύουν τη διείσδυση του θαλασσινού νερού και αποτελούν και την κύρια αιτία υποβάθμισης της ποιότητας του υπόγειου νερού. Στην περιοχή επίσης σημαντικό πρόβλημα αποτελούν οι αυξημένες συγκεντρώσεις νιτρικών, λόγω της λίπανσης των αγρών. Τα βαρέα μέταλλα που συναντώνται οφείλονται στη σύσταση των γεωλογικών σχηματισμών και στην ύπαρξη γεωθερμικών ρευστών. Επίσης από τη μελέτη της διακύμανσης της στάθμης του υπόγειου νερού σε σχέση με τις τιμές της ηλεκτρικής αγωγιμότητας και τις συγκεντρώσεις των ιόντων χλωρίου και νατρίου προκύπτει αύξηση των τιμών αυτών καθώς η στάθμη του υπόγειου νερού πέφτει. Από τις ηλεκτρικές τομογραφίες που έγιναν για τον προσδιορισμό του μετώπου της υφαλμύρισης προκύπτει ότι σε μικρή απόσταση από την ακτή η διείσδυση του θαλασσινού νερού επηρεάζει τα υδροφόρα στρώματα σε βάθος 50-100 m από την επιφάνεια του εδάφους και όσο απομακρυνόμαστε από την ακτή αυτή επεκτείνεται σε μεγαλύτερα βάθη. Από τη διενέργεια τομογραφιών την ξηρή και την υγρή περίοδο προκύπτει μείωση της ζώνης διείσδυσης του θαλασσινού νερού τον Απρίλιο του 2011 σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2010, λόγω εμπλουτισμού των υδροφόρων στρωμάτων κατά την υγρή περίοδο από τα κατακρημνίσματα.