Το μοντέλο της μητρικής αποστέρησης (Μ.Α στρες) αποτελεί ένα ενδιαφέρον αναπτυξιακό μοντέλο πρώιμης έκθεσης σε στρες, το οποίο έχει συσχετισθεί με έναν αριθμό διαταραχών κατά την ενηλικίωση, οι οποίες προσομοιάζουν πτυχές της συμπτωματολογίας της σχιζοφρένειας. Σκοπός της παρούσας εργασίας ήταν η μελέτη της επίδρασης του στρες της μητρικής αποστέρησης (Μ.Α στρες) κατά την αναπτυξιακή ηλικία (ένατη ημέρα μετά τη γέννηση) σε συμπεριφορικούς, νευροενδοκρινολογικούς, νευροχημικούς και νευροβιολογικούς παράγοντες κατά την ενηλικίωση. Συγκεκριμένα οι επίμυες, οι οποίοι κατά την αναπτυξιακή τους φάση (ένατη ημέρα μετά την γέννηση) υποβλήθηκαν στο στρες της μητρικής αποστέρησης καθώς και οι μάρτυρες, κατά την ενηλικίωση τους, υποβλήθηκαν στις ακόλουθες πειραματικές δοκιμασίες: καταγραφή συμπεριφορικών δεικτών «άγχους» και μέτρηση επιπέδων κορτικοστερόνης και φλοιοεπινεφριδιοτρόπου ορμόνης στο πλάσμα, καταγραφή της αυθόρμητης κινητικής δραστηριότητας κατά την έκθεση τους σε νέο περιβάλλον, συμπεριφορική απάντηση στην d-αμφεταμίνη (d-amp 0.5 και 1.5 mg/kg) και αξιολόγηση της ευαισθησίας τους στην απομορφίνη (apo, 1.5 mg/kg). Επιπλέον, εκτιμήθηκε η ντοπαμινεργική και σεροτονεργική λειτουργία σε συγκεκριμένες εγκεφαλικές περιοχές σημαντικές στη παθοφυσιολογία της σχιζοφρένειας, χρησιμοποιώντας Υγρή Χρωματογραφία Υψηλής Απόδοσης με ηλεκτροχημικό ανιχνευτή (HPLC-ED). Στις ίδιες εγκεφαλικές περιοχές, προσδιορίσθηκαν τα επίπεδα έκφρασης της ολικής και φωσφορυλιωμένης μορφής της DARPP-32, των ντοπαμινεργικών D₂ και των σεροτονινεργικών 5-ΗΤ2Α υποδοχέων καθώς και των ετερογενών πυρηνικών πρωτεϊνών hnRNP A1, A2, A3 και L. Τα αποτελέσματά αυτής της μελέτης έδειξαν ότι το Μ.Α στρες προκάλεσε μείωση του σωματικού βάρους συγκριτικά με τους μάρτυρες κατά την ενηλικίωση. Επιπλέον, οι ΜΑ επίμυες κατά την ενηλικίωση παρουσίασαν αυξημένα επίπεδα άγχους σε σχέση με τους μάρτυρες, γεγονός που υποδεικνύεται από την ενεργοποίηση του ΥΥΕ άξονα αλλά και από συμπεριφορικούς δείκτες που αντανακλούν κατάσταση «άγχους» των πειραματοζώων. Το νευροχημικό προφίλ των επιμύων ως απόκριση στο M.Α στρες χαρακτηρίζεται από αύξηση της ντοπαμινεργικής λειτουργίας στο ραβδωτό σώμα, τον προμετωπιαίο φλοιό, την αμυγδαλή και τον ιππόκαμπο και μείωση της ντοπαμινεργικής λειτουργίας στον επικλινή πυρήνα του διαφράγματος. Όσον αφορά τη σεροτονεργική λειτουργία, το Μ.Α στρες προκάλεσε αύξησή της στον προμετωπιαίο φλοιό, την αμυγδαλή και τον υποθάλαμο και μείωσή της στον επικλινή πυρήνα του διαφράγματος. Το M.Α στρες προκάλεσε αύξηση των επιπέδων της φοσφορυλιωμένης μορφής της DARPP-32 στη θέση Thr₃₄ (ph-Thr₃₄-DARPP-32) στο ραβδωτό σώμα, τον επικλινή πυρήνα του διαφράγματος και την αμυγδαλή, ενώ μείωσε τα επίπεδα έκφρασής της στον προμετωπιαίο φλοιό. Επίσης, οι Μ.Α επίμυες παρουσίασαν αυξημένα επίπεδα της ολικής DARPP-32 στο ραβδωτό σώμα και μειωμένη έκφρασή της στον προμετωπιαίο φλοιό. Η μητρική αποστέρηση προκάλεσε διφασική δράση στους D₂ υποδοχείς με αύξηση της έκφρασής τους στο ραβδωτό σώμα και τον υποθάλαμο και μείωση στον προμετωπιαίο φλοιό. Τα επίπεδα έκφρασης των 5-ΗΤ2Α υποδοχέων βρέθηκαν μειωμένα στο ραβδωτό σώμα, τον προμετωπιαίο φλοιό και τον υποθάλαμο και αυξημένα στην αμυγδαλή των Μ.Α επιμύων συγκριτικά με τους μάρτυρες. Τέλος, η υποβολή των πειραματοζώων στο Μ.Α στρες επέφερε μείωση των επιπέδων των hnRNP Α2 και hnRNP L πρωτεϊνών στο ραβδωτό σώμα και αύξηση στον προμετωπιαίο φλοιό, ενώ αύξησε τα επίπεδα της hnRNP Α3 στον επικλινή πυρήνα του διαφράγματος. Συμπερασματικά, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι το μοντέλο της μητρικής αποστέρησης προκάλεσε μακροπρόθεσμες μεταβολές σε νευροενδοκρινικούς, συμπεριφορικούς, νευροχημικούς και νευροβιολογικούς παράγοντες. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι το στρες Μ.Α κατά την pnd 9 προκάλεσε αναπτυξιακές μεταβολές, οι οποίες εκτιμήθηκαν κατά την ενηλικίωση και κυρίως χαρακτηρίζονται από διέγερση του ΥΥΕ άξονα και διέγερση της ντοπαμινεργικής και σεροτονεργικής λειτουργίας, η οποία όμως παρουσιάζει ιστική διαφοροποίηση. Επιπλέον οι μεταβολές στο ντοπαμινεργικό και σεροτονεργικό σύστημα αποτυπώνονται σε προσυναπτικό και μετασυναπτικό επίπεδο σε συγκεκριμένες εγκεφαλικές περιοχές, που είναι γνωστό ότι εμπλέκονται στην παθοφυσιολογία της σχιζοφρένειας. Είναι φανερό ότι, το μοντέλο της μητρικής αποστέρησης (κατά την pnd 9) μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ένα αξιόπιστο πειραματικό πρότυπο για τη μελέτη της παθοφυσιολογίας της σχιζοφρένειας σε προκλινικές μελέτες