Σκοπό της παρούσας διατριβής αποτέλεσε η διερεύνηση και η συγκριτική αντιπαράθεση του ρόλου των εθνικών προσχολικών αναλυτικών προγραμμάτων πέντε ευρωπαϊκών χωρών, της Ελλάδας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Σουηδίας και της Φινλανδίας για την εκπαίδευση κριτικά σκεπτόμενων ενεργών πολιτών. Βασική υπόθεση της έρευνας αποτέλεσε η παραδοχή πως το ιστορικό, πολιτισμικό, κοινωνικό και οικονομικό συγκείμενο της κάθε κοινωνίας διαφοροποιεί τον λόγο περί εκπαίδευσης κριτικά σκεπτόμενων ενεργών πολιτών, ο οποίος θεσμικά αποτυπώνεται στα εθνικά αναλυτικά προγράμματα εκπαίδευσης. Το θεωρητικό πλαίσιο αποτέλεσε η προσέγγιση του κοινωνικού εποικοδομητισμού, η οποία υποστηρίζει πως η μάθηση και η ανάπτυξη αλληλοσυνδέονται και τονίζει την ιδιαίτερη σημασία της κοινωνικής αλληλεπίδρασης στην κατασκευή της γνώσης. Σύμφωνα με τη θεωρία του Vygotsky το κοινωνικό πλαίσιο αποτελεί τον πιο σημαντικό παράγοντα μάθησης και γνωστικής ανάπτυξης (Vygotsky, 1978, 1997). Το βασικό ερώτημα της παρούσας διατριβής επιχειρήθηκε να απαντηθεί μέσα από τη διερεύνηση της αντίληψης που επικρατεί στο καθένα από τα έξι εθνικά αναλυτικά προγράμματα αναφορικά με τους τρεις βασικούς παράγοντες που συμμετέχουν στην εκπαιδευτική διαδικασία, εκπαιδευτικός, παιδί, γονείς και μέσα από δυο άλλους παράγοντες, το περιεχόμενο της γνώσης και τη μεθοδολογία απόκτησής της. Το μεν περιεχόμενο αναζητήθηκε κυρίως στα αποσπάσματα που αναφέρονται είτε ρητά είτε άρρητα στον κριτικά σκεπτόμενο ενεργό πολίτη, ενώ η μεθοδολογία κωδικοποιήθηκε με τον όρο συμμετοχή του παιδιού. Ειδικότερα, με τον όρο συμμετοχή διερευνήθηκε η δυνατότητα συν-οικοδόμησης της γνώσης από την πλευρά του παιδιού, ως βασικού χαρακτηριστικού του κριτικά σκεπτόμενου ενεργού πολίτη. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη μέθοδο της ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου, η οποία αποτελεί μια μικτή προσέγγιση μεθόδων και τάσσεται υπέρ κοινών κριτηρίων στη διαδικασία της ποιοτικής και ποσοτικής έρευνας (Mayring, 2014). Εφαρμόζοντας αρχικά την ερευνητική μέθοδο της ποσοτικής ανάλυσης περιεχομένου αναλύθηκαν επιλεγμένα κείμενα των έξι ΑΠ με στόχο την αντικειμενική, συστηματική και αυστηρά δομημένη περιγραφή του δηλωμένου περιεχομένου των κειμένων (Μπονίδης, 2016). Στη βάση της σύζευξης των μεθοδολογικών εργαλείων ποσοτικής και ποιοτικής ανάλυσης περιεχομένου το υλικό της έρευνας προσεγγίστηκε και επαγωγικά, προκειμένου να γίνει εφικτή η θεμελίωση της αρχικής θεωρίας (Κυριαζή, 1999). Η παρούσα έρευνα έδειξε ότι, ενώ αποτυπώνεται και στα έξι εθνικά αναλυτικά προγράμματα η βούληση του νομοθέτη για την απόκτηση γνώσεων και επίσης για την καλλιέργεια δεξιοτήτων που αποσκοπούν στην ανάπτυξη του κριτικά σκεπτόμενου ενεργού πολίτη, υπάρχουν αξιοσημείωτες διαφοροποιήσεις στον τρόπο αποτύπωσης. Οι συγκλίσεις, ως αποτέλεσμα της γενικότερης επιρροής της διεθνούς διακυβέρνησης της εκπαίδευσης στα εθνικά αναλυτικά προγράμματα και οι αποκλίσεις, ως αποτέλεσμα της επιρροής της εθνικής διακυβέρνησης της εκπαίδευσης επαληθεύουν τη βασική υπόθεση της παρούσας έρευνας. Η συγκριτική - ερμηνευτική προσέγγιση μέσω της ανάλυσης περιεχομένου και η εστίαση σε έννοιες που αναφέρονται σε αξίες, στάσεις, συμπεριφορές, βασικές ικανότητες/δεξιότητες, οι οποίες προτείνονται από τα έξι εθνικά αναλυτικά προγράμματα προς τα παιδιά της προσχολικής και πρωτοσχολικής εκπαίδευσης, προκειμένου αυτά να συν-οικοδομήσουν τα θεμέλια της μακροχρόνια εξελισσόμενης διαδικασίας διαμόρφωσης της ιδιότητας του κριτικά σκεπτόμενου ενεργού πολίτη, δίνει στην παρούσα διατριβή μία ξεχωριστή θέση στην παραγωγή νέας γνώσης.