Στην εποχή της κοινωνίας της πληροφορίας ο κλάδος της νομικής Πληροφορικής έχει να αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις εξαιτίας του όγκου και της πολυπλοκότητας των νομικών δεδομένων. Σε αυτό το πλαίσιο, ζητήματα διαχείρισης και διάχυσης της νομικής πληροφορίας, μοντέλα διαχείρισης της νομικής πολυπλοκότητας, τεχνικές διευκόλυνσης των χρηστών στην αναζήτηση νομικών πληροφοριών και μέθοδοι ενθάρρυνσης της συμμετοχής των πολιτών στο σχεδιασμό των ρυθμίσεων, αποτελούν ανοιχτά ερευνητικά ζητήματα. Προς την κατεύθυνση αυτή, η παρούσα διατριβή μελετά και προτείνει μεθόδους: α) διαχείρισης της νομικής πληροφορίας με σημασιολογικά πρότυπα, β) μοντελοποίησης του δικαίου σε μορφή σύνθετου δικτύου, γ) διαφοροποιημένης ανάκτησης νομικής πληροφορίας και δ) διαφοροποιημένης ανάκτησης καταχωρήσεων σε κείμενα διαβουλεύσεων και κοινωνικά δίκτυα.Στο πλαίσιο της διατριβής προτείνουμε ένα μοντέλο σημασιολογικής αναπαράστασης της ελληνικής νομικής πληροφορίας και τεχνικές αυτόματης εξαγωγής και αναπαράστασης σε αυτό το μοντέλο νομικής πληροφορίας. Δεδομένου ότι τα νομικά έγγραφα διαχέονται σε μη μηχαναγνώσιμες μορφές, είναι απαραίτητος ο αυτόματος μετασχηματισμός τους σε μορφή κατάλληλη για τη μοντελοποίηση νομικών πηγών, με σκοπό την δομική και σημασιολογική αναπαράστασή τους, τη διασύνδεσή τους βάσει νομικών παραπομπών και την ταξινόμησή τους. Τα παραπάνω έχουν υλοποιηθεί σε μια πλατφόρμα διαχείρισης, νομικής πληροφορίας, η οποία αξιοποιεί την σημασιολογική αναπαράσταση των νομικών πηγών, προσφέροντας, μεταξύ άλλων, εξελιγμένα αποτελέσματα αναζήτησης. Η προτεινόμενη αρχιτεκτονική αξιολογήθηκε σε πραγματικό περιβάλλον παραγωγής, του δημοσίου τομέα, παρέχοντας στο ευρύ κοινό σημασιολογική πρόσβαση στην ελληνική φορολογική νομοθεσία.Ταυτόχρονα, προτείνουμε ένα μοντέλο αναπαράστασης του γραπτού δικαίου σε μορφή σύνθετου δικτύου. Εφαρμόζουμε το μοντέλο στο σύνολο του γραπτού δίκαιου της Ε.Ε. και εξετάζουμε την δομή και την τοπολογία του, προσπαθώντας να εντοπίσουμε οργανωτικές αρχές του γραπτού δικαίου. Η εμπειρική μας ανάλυση αναδεικνύει σε μακροσκοπικό επίπεδο αφανείς οργανωτικές αρχές του σώματος του δικαίου και παρέχει ερμηνεία για την επίδραση της δομής του δικτύου σε μεμονωμένες νομικές πηγές και σε μικροσκοπικό επίπεδο επιτρέπει την ποσοτικοποίηση της σχετικής σημασίας μιας νομικής πηγής μέσα σε ένα σώμα κειμένων. Προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι οι νομικές πηγές έχουν έντονη τάση να συνδέονται με νομικές πηγές του ιδίου τύπου, σχηματίζοντας ομάδες του ίδιου τύπου/τομέα. Η επικοινωνία μεταξύ των πολύ συσσωρευμένων περιοχών αραιά συνδεδεμένων κόμβων διατηρείται από μερικούς κόμβους, καθώς το δίκτυο είναι επίσης εξαιρετικά ετερογενές σε σχέση με τον αριθμό των συνδέσεων των νομικών πηγών και συγκεκριμένα είναι ένα δίκτυο νόμου δύναμης μικρού κόσμου (power law small-world network). Η προέλευση αυτής της ετερογένειας, μπορεί να εξηγηθεί από τη διαδικασία της επιλεκτικής προσκόλλησης, η οποία ενισχύει τη δημοτικότητα των πηγών υψηλής κατάταξης. Ταυτόχρονα, αξιολογούμε την χρονική εξέλιξη καθώς και την ανθεκτικότητα του σε περίπτωση μεταβολών. Η πρόταση μας παρέχει μια πρώτη προσέγγιση για την βελτίωση της αποτελεσματικότητας του νομικού συστήματος, ενώ παράλληλα νέες ερευνητικές κατευθύνσεις είναι δυνατό να προκύψουν μέσω αυτής.Επιπρόσθετα, στην παρούσα διατριβή, εξετάζονται θέματα μεγιστοποίησης της νομικής ποικιλομορφίας των αποτελεσμάτων αναζήτησης, με στόχο την διευκόλυνση των χρηστών κατά την αναζήτηση χρήσιμης πληροφορίας σε ένα τεράστιο όγκο νομικών δεδομένων. Για παράδειγμα, ένας δικηγόρος που προετοιμάζει τα επιχειρήματα του για δεδομένη υπόθεση θα διευκολυνθεί περισσότερο από μια λίστα αποφάσεων που περιέχει αποφάσεις από διαφορετικούς κλάδους, διαφορετικά δικαστήρια, σε διαφορετικές εποχές, σε σχέση με μια λίστα ομοιογενών αποφάσεων με παρόμοια χαρακτηριστικά. Συγκεκριμένα, προσαρμόζουμε αλγορίθμους που έχουν προταθεί στη βιβλιογραφία για την κάλυψη ετερογενών αναγκών, όπως η δημιουργία περιλήψεων κειμένων, η διαφοροποιημένη κατάταξη σε γράφους και η διαφοροποίηση αποτελεσμάτων αναζήτησης. Ταυτόχρονα, εξετάζουμε την συνεισφορά εξειδικευμένων κριτηρίων διαφοροποίησης νομικών πηγών, τα οποία και ενσωματώνουμε στους αλγορίθμους. Πραγματοποιούμε εκτενή πειραματική αξιολόγηση των μεθόδων και κριτηρίων διαφοροποίησης σε ποικίλες περιπτώσεις, με πραγματικές συλλογές νομικών εγγράφων, από διαφορετικά νομικά συστήματα, χρησιμοποιώντας διεθνώς αποδεκτές μετρικές και αντικειμενική μεθοδολογία επισημείωσης του συνόλου δεδομένων, παρέχοντας όρια εξισορρόπησης μεταξύ της σχετικότητας και της ποικιλομορφίας του συνόλου αποτελεσμάτων.Παράλληλα, με βάση την συμμετοχή των πολιτών στο σχεδιασμό των ρυθμίσεων μέσω της διαδικασίας διαβούλευσης, αλλά και της ευρείας εξάπλωσης των κοινωνικών δικτύων, εξετάζουμε τη διαφοροποιημένη ανάκτηση καταχωρήσεων χρηστών σε κείμενα διαβουλεύσεων και σε κοινωνικά δίκτυα. Στην κατεύθυνση αυτή, ορίζουμε εξειδικευμένα κριτήρια διαφοροποίησης που λαμβάνουν υπόψη τα χαρακτηριστικά των καταχωρήσεων και του κοινωνικού δικτύου, τα οποία και εισάγουμε σε ευριστικούς αλγόριθμους διαφοροποίησης, με στόχο την ανάκτηση συνόλου ετερογενών/ποικιλόμορφων καταχωρήσεων. Για τις ανάγκες της πειραματικής αξιολόγησης των μεθόδων/κριτηρίων διαφοροποίησης, που πραγματοποιήθηκε με βάση δημοσίως διαθέσιμα πραγματικά σύνολα δεδομένων, επεκτείναμε μετρικές αξιολόγησης για την αποτίμηση της ποικιλομορφίας των καταχωρήσεων.