Η παρούσα διδακτορική διατριβή διερευνά τους τρόπους με τους οποίους οι αρχιτέκτονες λαμβάνουν υπόψη τους τα ενεργειακά ζητήματα. Πιο συγκεκριμένα, παρατηρεί τους τρόπους διαχείρισης και εμπλοκής των ενεργειακών θεμάτων στη διαδικασία του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και της σύνθεσης. Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός υπόκειται πλέον σε πολιτικές και ρυθμιστικά πλαίσια που περιλαμβάνουν περιβαλλοντικές απαιτήσεις όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας. Η υπόθεση εργασίας είναι πως αυτό το απαιτητικό κανονιστικό πλαίσιο αλλάζει την ιεράρχηση των θεμάτων στις δραστηριότητες των φορέων της πόλης και οδηγεί στην (ανα)διαμόρφωση της γνώσης, των μεθόδων, των πρακτικών και των μοντέλων της αρχιτεκτονικής. Τα κύρια ερωτήματα στα οποία βασίζεται η έρευνα είναι: Με ποιους τρόπους εμπλέκονται τα ενεργειακά ζητήματα στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό; Πώς επηρεάζουν τη διαδικασία σύνθεσης ενός έργου; Ο στόχος της έρευνας, για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, προσανατολίζεται στην ανάλυση και διερώτηση των δραστηριοτήτων που εμπλέκονται στο σχεδιασμό ενεργειακά αποδοτικών χώρων, προκειμένου να καταλήξει στην κατασκευή θεωρητικών μοντέλων γνώσης σχετικά με τους τρόπους με τους οποίους η ενέργεια επηρεάζει τη συνθετική διαδικασία. Ως μεθοδολογία για την ανάλυση αυτών των δραστηριοτήτων της συνθετικής διεργασίας, κινητοποιήθηκαν οι έννοιες, το λεξιλόγιο και οι αναλογίες του επιστημολογικού μοντέλου της ‘architecturologie’. Το θεωρητικό αυτό μοντέλο αυτό δομείται γύρω από μια γλώσσα που επιχειρεί να περιγράψει τις νοητικές συνθετικές διεργασίες που χρησιμοποιούν οι αρχιτέκτονες. Χρησιμοποιήθηκε ως ένα επιστημονικό πλέγμα ανάλυσης σε μελέτες περίπτωσης, του λόγου και των σχεδίων των αρχιτεκτόνων αναφορικά με τα έργα τους. Αυτό το μέσο ανάλυσης κατέστησε δυνατό τον εντοπισμό των ιχνών νοητικών και γνωσιακών διεργασιών της διαδικασίας της αρχιτεκτονικής σκέψης και σύνθεσης, παίρνοντας απόσταση από την υποκειμενικότητα του ρητορικού λόγου που συχνά χρησιμοποιούνται από τους αρχιτέκτονες. Κατά συνέπεια, η architecturologie χρησιμοποιήθηκε ως μέσο για την ανάπτυξη επιπέδων κατανόησης με μια κριτική απόσταση. Οι μελέτες περίπτωσης επιλέχθηκαν για τη συμβατότητά τους με το θέμα. Πρόκειται για αποσπάσματα από το σχέδιο οικολογικής συνοικίας Clichy Batignolles που βρίσκεται στο 17ο διαμέρισμα της πόλης του Παρισιού. Υποστηρίζοντας φιλόδοξους περιβαλλοντικούς -ιδιαίτερα ενεργειακούς- στόχους, το εγχείρημα αυτό διακηρύσσεται ως σημείο αναφοράς για τη βιώσιμη αστική ανάπτυξη τόσο σε τοπικό και σε ευρύτερο επίπεδο . Η επιλογή αρχιτεκτονικών έργων σε αυτή την οικο-γειτονιά συντελεί στην κατανόηση και ερμηνεία της ποικιλομορφίας των αρχιτεκτονικών προσεγγίσεων στο θέμα της ενέργειας, σε έναν χώρο που χαρακτηρίζεται από τις ίδιες περιβαλλοντικές απαιτήσεις και ρυθμιστικά πλαίσια. Η µέθοδος ανάλυσης συνίσταται στην εφαρµογή του μεθοδολογικού εργαλείου που επιλέχθηκε σε ένα ερευνητικό σώµα που αποτελείται από τρία κτίρια. Η αρχιτεκτονική τους αφήγηση αποσυντίθεται με τον εντοπισμό των λειτουργιών που εμπλέκονται στη διαδικασία σχεδιασμού τους. Από τις διερευνήσεις αυτές παράγονται θεωρητικά μοντέλα του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού των κτιρίων αυτών. Στη συνέχεια, τα αποτελέσματα εκφράζονται σε έναν συνθετικό προβληματισμό που δημιουργεί ευρύτερους κριτικούς και εννοιολογικούς συσχετισμούς.