Στόχος της παρούσας έρευνας είναι να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με τις συναρτησιακές σχέσεις των μεταβλητών του μοντέλου του ελεγκτικού κινδύνου, όπως αυτό καταγράφεται στα Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου (ISAs), της Διεθνούς Ομοσπονδίας Λογιστών (IFAC).Η συγκεκριμένη εργασία αποσκοπεί στη μελέτη των μεταβολών στην εκτίμηση των συστατικών του ελεγκτικού κινδύνου, καθώς και στην εκτέλεση συγκεκριμένων ελεγκτικών διαδικασιών, ως προς τη μεταβολή του επιχειρηματικού κινδύνου, στο πλαίσιο της έκφρασης γνώμης ελέγχου επί των οικονομικών καταστάσεων από τους ανεξάρτητους ελεγκτές. Τα δεδομένα της έρευνας συλλέχθηκαν με τη χρήση ερωτηματολογίων και αφορούν σε ελέγχους οικονομικών καταστάσεων εμποροβιομηχανικών εταιρειών, οι οποίοι πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα, πριν και μετά την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης.Τα αποτελέσματα της έρευνας καταλήγουν στη διαπίστωση σημαντικής επίπτωσης των μεταβολών του επιχειρηματικού κινδύνου επί της εκτίμησης του κινδύνου ουσιώδους λάθους, σε επίπεδο συνόλου των οικονομικών καταστάσεων. Η επίπτωση αυτή διαπιστώνεται επίσης και στην εκτίμηση του κινδύνου ουσιώδους λάθους σε επίπεδο ισχυρισμών διοίκησης και λογαριασμών, όταν ο κίνδυνος αυτός αναλύεται σε δύο επιμέρους κινδύνους, τον εγγενή κίνδυνο και τον κίνδυνο των εσωτερικών δικλείδων ασφαλείας. Επιπλέον, από την εμπειρική έρευνα προέκυψε ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, ο εγγενής κίνδυνος και ο κίνδυνος των εσωτερικών δικλείδων ασφαλείας, σε επίπεδο ισχυρισμών διοίκησης και λογαριασμών, δεν εκτιμώνται από τους ελεγκτές ως δύο ανεξάρτητες μεταβλητές του μοντέλου του ελεγκτικού κινδύνου. Τέλος, οι μεταβολές στην εκτίμηση του κινδύνου ουσιώδους λάθους, λόγω της μεταβολής του επιχειρηματικού κινδύνου, τόσο σε επίπεδο συνόλου οικονομικών καταστάσεων, όσο και σε επίπεδο ισχυρισμών διοίκησης και λογαριασμών, είχαν σημαντική επίπτωση στην ένταση εκτέλεσης του ελεγκτικού έργου, καθώς και στην εφαρμογή ορισμένων ελεγκτικών διαδικασιών επί συγκεκριμένων ισχυρισμών διοίκησης, επίσης για συγκεκριμένους λογαριασμούς. Ωστόσο, στην περίπτωση της Ελλάδας δεν εντοπίζεται στατιστικά σημαντική συνάφεια μεταξύ του κινδύνου ουσιώδους λάθους στο σύνολο των οικονομικών καταστάσεων με τις δοκιμασίες επί των εσωτερικών δικλείδων ασφαλείας και με τις ουσιαστικές αναλυτικές διαδικασίες. Όσον αφορά στην πρώτη περίπτωση, η διαπίστωση αυτή μπορεί να δικαιολογηθεί από το γεγονός ότι οι ελεγκτές, δεδομένης της αντίληψής τους για γενικά αδύναμα συστήματα εσωτερικού ελέγχου των ελεγχόμενων οντοτήτων, υιοθετούν πριν και μετά την κρίση στρατηγικές ελέγχου οι οποίες βασίζονται στην «άμεση προσέγγιση», χωρίς να αναγνωρίζεται ικανός βαθμός εμπιστοσύνης στα συστήματα εσωτερικού ελέγχου για τη σύνταξη των οικονομικών καταστάσεων.Γενικά, μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, δεν μπορεί να υποστηριχθεί σε καμία περίπτωση η ανεξάρτητη εκτίμηση των μεταβλητών του μοντέλου του ελεγκτικού κινδύνου, όσον αφορά τους ελέγχους των οικονομικών καταστάσεων εμποροβιομηχανικών εταιρειών στην Ελλάδα κατά την υπό εξέταση περίοδο.