Στην εποχή του Διαδικτύου των Αντικειμένων (ΔτΑ, Internet of Things), οι κινητές συσκευές είναι εφοδιασμένες με ισχυρές υλικές και διαδικτυακές δυνατότητες. Παρ' όλα αυτά, συνεχίζουν να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν στην εκτέλεση υπολογιστικά επίπονων διεργασιών. Η Μεταφόρτωση Υπολογιστικών Διεργασιών (Computational Offloading), δηλαδή η ανάθεση των διεργασιών που καταναλώνουν πολλούς πόρους σε εξυπηρετητές τοποθετημένους στα Άκρα του Δικτύου (Network Edge), συνεισφέρει στην κατεύθυνση της υιοθέτησης του προτύπου του Κινητού Υπολογιστικού Νέφους (Mobile Cloud Computing) το οποίο δυνητικά θα βοηθήσει στην ελάφρυνση του υπολογιστικού φόρτου των κινητών συσκευών. Κίνητρο για τη συγγραφή αυτής της διατριβής αποτελεί η αντιμετώπιση των εγγενών προκλήσεων της μεταφόρτωσης υπολογιστικών διεργασιών, η σημαντικότερη από τις οποίες είναι η κατανομή πόρων υπό περιορισμούς, προσφέροντας ταυτόχρονα εγγυήσεις σχετικά με το επίπεδο ποιότητας υπηρεσιών (Quality of Service – QoS) και το επίπεδο ποιότητας εμπειρίας (Quality of Experience, QoE) που παρέχεται στους χρήστες. Στο πέρας αυτής της διατριβής γίνεται χρήση εννοιών από την Θεωρία Ελέγχου καθώς πρόκειται για ένα πεδίο το οποίο προσφέρει πληθώρα εργαλείων προς αντιμετώπιση των παραπάνω προκλήσεων. Επιπλέον, γίνεται χρήση εννοιών από την Θεωρία των Πιθανοτήτων. Πιο συγκεκριμένα, η παρούσα διατριβή εστιάζει σε τέσσερις σημαντικές ερευνητικές περιοχές που αφορούν στην ανάπτυξη των παραπάνω τεχνικών, οι οποίες είναι: α) η μοντελοποίηση των ετερογενών οντοτήτων του εξεταζόμενου συστήματος (τύπος υποδομής-χρηστών-εφαρμογών-δικτυακών/υπολογιστικών πόρων), β) ο υπολογισμός του όγκου των διεργασιών που αναμένεται να εκτελεστούν στα άκρα του δικτύου (μέσω της πρόβλεψης των θέσεων των κινητών συσκευών), γ) η δυναμική κατανομή των διαθέσιμων πόρων της υποδομής, καθοδηγούμενη από κριτήρια όπως είναι η διατήρηση ενός συμφωνημένου επιπέδου ποιότητας υπηρεσιών και εμπειρίας, η παράλληλη φιλοξενία πολλαπλών εφαρμογών στους ίδιους διαθέσιμους πόρους, καθώς και η ελαχιστοποίηση της ενεργειακής κατανάλωσης του συστήματος και δ) η βελτιστοποίηση των στρατηγικών μεταφόρτωσης των διεργασιών στους κατανεμημένους πόρους. Στόχος αυτής της διατριβής είναι ο εντοπισμός των σημαντικότερων ζητημάτων σε αυτές τις ερευνητικές περιοχές και η ανάπτυξη κατάλληλων λύσεων για την βελτιστοποίηση των επιμέρους διαδικασιών, δεδομένων των υφιστάμενων περιορισμών. Οι λύσεις αυτές στη συνέχεια συνδυάζονται δημιουργώντας πλαίσια τα οποία μπορούν να εγκατασταθούν σε υποδομές στα άκρα του δικτύου και να ελαφρύνουν την υπολογιστική καταπόνηση των -υπολογιστικά περιορισμένων- φορητών συσκευών, βελτιώνοντας ταυτόχρονα την ποιότητα εμπειρίας που αποκομίζουν οι χρήστες. Για το σκοπό αυτό, αναπτύσσεται ένας διεπίπεδος μηχανισμός δυναμικής κατανομής πόρων και ελέγχου μεταφόρτωσης διεργασιών για συστάδες εξυπηρετητών στα άκρα του δικτύου. Στο χαμηλότερο επίπεδο, η δυναμική συμπεριφορά των εξυπηρετητών μοντελοποιείται με χρήση γραμμικών συστημάτων, ενώ γραμμικοί ελεγκτές σχεδιάζονται για να διατηρούν το σύστημα εντός των δοθέντων περιορισμών (π.χ. συμφωνημένο επίπεδο ποιότητας υπηρεσιών). Στο υψηλότερο επίπεδο, ένας μηχανισμός βελτιστοποίησης αναλαμβάνει την τοποθέτηση των εφαρμογών/υπηρεσιών στους διαθέσιμους εξυπηρετητές (οι οποίες βρίσκονται σε μορφή εικονικών μηχανών, Virtual Machines – VMs) και τον καταμερισμό του φόρτου εργασίας μεταξύ τους, με σκοπό την μεγιστοποίηση του αριθμού των διεργασιών που θα εκτελεστούν επιτυχώς σε αυτούς. Η αποτίμηση του εν λόγω μηχανισμού αποδεικνύει την αποτελεσματικότητά του, τόσο όσον αφορά στην προσφερόμενη ποιότητα υπηρεσιών, όσο και στην βέλτιστη διαχείριση των υπολογιστικών πόρων στα άκρα του δικτύου. Στη συνέχεια, ο παραπάνω μηχανισμός εντάσσεται στο πλαίσιο ενός Κυβερνο-Φυσικού Κοινωνικού Συστήματος – ΚΦΚΣ (Cyber-Physical Social System – CPSS) τριών επιπέδων, το οποίο προορίζεται για τον έγκαιρο εντοπισμό πυρκαγιών. Γενικά, ένα ΚΦΚΣ αφομοιώνει τα υπολογιστικά συστήματα με τον φυσικό κόσμο και τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Εν προκειμένω, στο χαμηλότερο επίπεδο, η αρχιτεκτονική του ΚΦΚΣ περιλαμβάνει συσκευές ΔτΑ με αισθητήρες ανίχνευσης και παρακολούθησης δασών. Επιπλέον, σε αυτό το επίπεδο, γίνεται χρήση του προτύπου της αίσθησης πλήθους (crowd sensing), κατά το οποίο συλλέγονται πληροφορίες σχετικά με το περιβάλλον από συσκευές χρηστών οι οποίοι βρίσκονται στην περιοχή ενδιαφέροντος. Δεδομένου ότι οι συσκευές ΔτΑ χαρακτηρίζονται από περιορισμένους υπολογιστικούς και ενεργειακούς πόρους, ο βασικός μηχανισμός εγκαθίσταται στο μεσαίο επίπεδο του ΚΦΚΣ και αναλαμβάνει την μεταφόρτωση των υπολογιστικά ακριβών διεργασιών των συσκευών ΔτΑ σε μια υποδομή στα άκρα του δικτύου. Σε αυτό το επίπεδο, ο μηχανισμός δυναμικής κατανομής πόρων επιτυγχάνει την τήρηση των χρονικών απαιτήσεων απόκρισης των εφαρμογών ανίχνευσης και παρακολούθησης. Στο υψηλότερο επίπεδο, ένας μηχανισμός λήψης αποφάσεων εγκατεστημένος σε εξυπηρετητές Υπολογιστικού Νέφους (Cloud), συλλέγει δεδομένα από τις διάφορες πηγές (συσκευές ΔτΑ, κοινωνικά δίκτυα χρηστών) και αποτιμά την κρισιμότητα της κατάστασης. Τα πειραματικά αποτελέσματα υποδεικνύουν τη σημασία του μηχανισμού δυναμικής κατανομής πόρων, τόσο στην εγγύηση της έγκαιρης εκτέλεσης των σημαντικών διεργασιών, όσο και στη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης των συσκευών ΔτΑ. Επιπροσθέτως, αναπτύσσεται ένας εναλλακτικός διακοπτικός (Switching Systems -based) μηχανισμός μεταφόρτωσης διεργασιών για εφαρμογές της Βιομηχανίας 4.0. Οι εφαρμογές αυτές απευθύνονται σε ρομπότ τα οποία εκτελούν περίπλοκες διεργασίες, οι οποίες παρουσιάζουν αυστηρές απαιτήσεις τόσο σε χρονική απόκριση όσο και σε ασφάλεια. Σε αυτό το πλαίσιο, η μεταφόρτωση των διεργασιών στα άκρα του δικτύου επιτρέπει στα ρομπότ να ελαφρύνουν τον υπολογιστικό τους φόρτο, αναθέτοντας την εκτέλεση των παραπάνω διεργασιών σε μία ισχυρή υπολογιστική υποδομή σε κοντινή απόσταση. Σε αυτό το κεφάλαιο, λοιπόν, προτείνεται ένας διακοπτικός μηχανισμός μεταφόρτωσης διεργασιών, ενώ σχεδιάζονται ευκαιριακές στρατηγικές μεταφόρτωσης για εφαρμογές που αφορούν στον προγραμματισμό της πορείας και τον εντοπισμό της θέσης των ρομπότ. Η απόφαση για την μεταφόρτωση λαμβάνεται βάσει της αβεβαιότητας ως προς την τρέχουσα θέση του ρομπότ και την διαθεσιμότητα υπολογιστικών και δικτυακών πόρων στα άκρα του δικτύου την δεδομένη στιγμή. Το διακοπτικό αυτό σύστημα υλοποιείται και αξιολογείται χρησιμοποιώντας ένα πραγματικό ρομπότ σε μια πραγματική υποδομή στα άκρα του δικτύου· κατά την αξιολόγηση τονίζεται το αντιστάθμισμα ανάμεσα στο χρόνο ολοκλήρωσης των διεργασιών και την επιτυχή έκβαση της αποστολής τους. Τέλος, μελετάται η μεταφόρτωση και ο διαμοιρασμός των διεργασιών με χρήση Μαρκοβιανών τυχαίων πεδίων. Συγκεκριμένα, στον προτεινόμενο μηχανισμό γίνεται χρήση διακοπτικών συστημάτων για την μοντελοποίηση των υπολογιστικών πόρων στα άκρα του δικτύου και την δυναμική κατανομή τους, βάσει κριτηρίων ενεργειακής κατανάλωσης. Ο μηχανισμός αποτελείται από δύο επαναλαμβανόμενα στάδια. Κατά το πρώτο, γίνεται χρήση μιας τεχνικής βασισμένης σε Μαρκοβιανές αλυσίδες, η οποία προβλέπει τις κινήσεις των χρηστών στο χώρο για την υπολογισμό του όγκου των διεργασιών που αναμένεται να μεταφορτωθούν στα άκρα του δικτύου. Κατά το δεύτερο, μια καινοτόμα τεχνική βασισμένη σε Μαρκοβιανά τυχαία πεδία αναλαμβάνει τον διαμοιρασμό των υπολογιστικών διεργασιών στους διαθέσιμους πόρους. Οι διεργασίες αυτές δεν δύνανται να εκτελεστούν τοπικά στις συσκευές τον χρηστών υπό συγκεκριμένους ενεργειακούς περιορισμούς και για συγκεκριμένο επίπεδο ποιότητας υπηρεσιών. Ο προτεινόμενος μηχανισμός επιτυγχάνει βελτιωμένη ενεργειακή κατανάλωση, λαμβάνοντας υπόψιν τις επιπρόσθετες δικτυακές καθυστερήσεις που επιφέρει ο διαμοιρασμός των εργασιών στην υποδομή. Ακόμη, συγκρίνοντας τον προτεινόμενο μηχανισμό με μια γνωστή αντίστοιχη δουλειά στη βιβλιογραφία, επιδεικνύεται η αποτελεσματικότητά του τόσο στη βελτιστοποίηση της κατανάλωσης ενέργειας, όσο και στην ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Συνοψίζοντας, στη διατριβή αυτή προτείνονται μηχανισμοί δυναμικής κατανομής πόρων για μεταφόρτωση υπολογιστικών διεργασιών, βασισμένοι στην πρόβλεψη του φόρτου εργασίας, στην οριζόντια και κατακόρυφη κλιμάκωση, καθώς και στην εξισορρόπηση φόρτου. Μελετάται, επίσης, ο σχεδιασμός στρατηγικών μεταφόρτωσης οι οποίες δουλεύουν σε αρμονία με τους παραπάνω μηχανισμούς, με σκοπό να εγγυηθούν ένα επίπεδο ποιότητας υπηρεσιών, ποιότητας εμπειρίας και να ελαχιστοποιηθεί η κατανάλωση ενέργειας, ενώ, οι ολοκληρωμένες λύσεις που προκύπτουν από τον συνδυασμό των παραπάνω τεχνικών, αξιολογούνται στα ρεαλιστικά και απαιτητικά περιβάλλοντα της Βιομηχανίας 4.0, της Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών και των Έξυπνων Περιβαλλόντων, με επιτυχία.