Σύμφωνα με την υπόθεση του Whorf, η γλώσσα διαμορφώνει τη νόηση. Αντίθετα, η Οικουμενική θεώρηση προτείνει πως η γλώσσα απλά εξυπηρετεί επικοινωνιακούς σκοπούς. Η παρούσα διατριβή συνεισφέρει στην προαναφερθείσα διαμάχη Γλώσσας-Σκέψης, εξετάζοντας την αλληλεπίδραση μεταξύ γλώσσας και μάθησης κατηγοριών. Πιο συγκεκριμένα, εξετάστηκαν οι επιδράσεις των λεκτικών ετικετών για (α) τα αντικείμενα κατηγοριοποίησης, και (β) για τις σχηματιζόμενες κατηγορίες. Στο Πείραμα 1 οι συμμετέχοντες εκπαιδεύτηκαν για τρεις συνεχόμενες μέρες να μάθουν νέα ονόματα για τεχνητούς ακουστικούς τόνους ή έμαθαν να συνδέουν τους τόνους με δύσκολα κατονομάσιμα οπτικά σύμβολα. Μετά την εκπαίδευση, χορηγήθηκε σε όλους τους συμμετέχοντες μια ακουστική έκδοση του Weather Prediction Task, χρησιμοποιώντας τους ακουστικούς τόνους ως υποδείγματα. Βρέθηκε πως τα ονόματα για τα υποδείγματα διευκόλυναν την μάθηση κατηγοριών. Στο Πείραμα 2 ξεχωριστές ομάδες συμμετεχόντων εκπαιδεύτηκαν για δύο μέρες να μάθουν νέα ονόματα για αφηρημένα σχήματα ή έμαθαν να συνδέουν τα σχήματα με δύσκολα κατονομάσιμα σύμβολα. Μετά την εκπαίδευση χορηγήθηκε στους συμμετέχοντες μια τροποποιημένη έκδοση του Type II έργου κατηγοριοποίησης στο οποίο χρησιμοποιήθηκαν τα αφηρημένα σχήματα για τη δημιουργία των αντικειμένων κατηγοριοποίησης. Τα ονόματα για τα σχήματα δεν είχαν επίδραση στην επίδοση κατηγοριοποίησης, και η αναντιστοιχία μεταξύ των αποτελεσμάτων των Πειραμάτων 1 και 2 μπορεί να αποδοθεί στην αλλαγή στην αντιληπτική τροπικότητα. Στη συνέχεια, σε μία σειρά τριών πειραμάτων (3.1, 3.2 και 3.3) ερευνήθηκαν οι επιδράσεις των λεκτικών ετικετών για τις σχηματιζόμενες κατηγορίες. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να μάθουν λεκτικές και δύσκολα κατονομάσιμες κατηγορίες. Σύμφωνα με την υπόθεση Label-Feedback, τα ονόματα για τις κατηγορίες παρέχουν διευκόλυνση, και όντως και στα τρία πειράματα οι λεκτικές κατηγορίες μαθεύτηκαν πιο αποτελεσματικά σε σχέση με τις δύσκολα κατονομάσιμες κατηγορίες. Για να εξεταστεί αν τα ονόματα για τις κατηγορίες έχουν μακρόχρονες επιδράσεις σε μηχανισμούς προσοχής, μετά την εκμάθηση κατηγοριών χορηγήθηκε στους συμμετέχοντες μια συνεδρία κατηγοριοποίησης (Πείραμα 3.2) ή ένα έργο οπτικής διάκρισης με ταυτόχρονη καταγραφή των οφθαλμοκινήσεων (Πείραμα 3.3). Βρέθηκε πως οπτικά χαρακτηριστικά που υπήρξαν προβλεπτικά λεκτικών κατηγοριών τραβηξαν την προσοχή σε μεγαλύτερο βαθμό σε σχέση με χαρακτηριστικά που υπήρξαν προβλεπτικά δύσκολα κατονομάσιμων κατηγοριών. Περιληπτικά, τα αποτελέσματα των πειραμάτων υποδεικνύουν πως (α) τα ονόματα για τα αντικείμενα κατηγοριοποίησης διευκολύνουν την μάθηση, (β) τα ονόματα για τις σχηματιζόμενες κατηγορίες επίσης διευκολύνουν την μάθηση, και (γ) τα ονόματα για τις σχηματιζόμενες κατηγορίες επηρεάζουν την προσοχή μακροπρόθεσμα. Συνεπώς η παρούσα διατριβή υποστηρίζει την υπόθεση του Whorf αφού υποδεικνύει πως η γλώσσα διαμορφώνει μη-γλωσσικές διεργασίες όπως η μάθηση και η προσοχή.