Η κακοήθης υπεζωκοτική ή πλευριτική συλλογή αποτελεί μία από τις συχνότερες επιπλοκές που επισυμβαίνουν κατά την φυσική εξέλιξη αρκετών νεοπλασματικών παθήσεων. Ενώ τα σχετικά επιστημονικά άρθρα αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου, εντούτοις οι πολύ λεπτομερείς, προοπτικές, τυχαιοποιημένες, ερευνητικές μελέτες είναι πολύ λίγες. Η μελέτη συγκρίνει την σχετικά παλιά και καθιερωμένη μέθοδο πλευροδεσίας με ταλκ, με την νέα, πιο εξελιγμένη τεχνολογικά μέθοδο πλευροδεσίας με εφαρμογή υπερθερμίας στην θωρακική κοιλότητα και καλείται να αποφανθεί σχετικά με την συγκριτική ασφάλεια και αποτελεσματικότητα των δύο μεθόδων πλευροδεσίας και να αναλύσει τα επιμέρους κλινικά χαρακτηριστικά τους. Για την διεξαγωγή της συγκριτικής κλινικής μελέτης έχει επιλεχθεί η προοπτική, επεμβατική, τυχαιοποιημένη μελέτη, με παράλληλη ανάθεση. Συγκρίνονται δύο ομάδες ασθενών με κακοήθη πλευριτική συλλογή σε έδαφος μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα. Η ομάδα Α αποτελείται από 20 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε θωρακοσκοπική πλευροδεσία με διεγχειρητική, ενδοθωρακική, υπερθερμική χημειοθεραπεία και η ομάδα Β περιλαμβάνει 20 ασθενείς που υποβλήθηκαν σε χημική πλευροδεσία με ταλκ. Αρχικά, και στις δύο ομάδες, τοποθετήθηκε σωλήνας θωρακικής παροχέτευσης στο πάσχον ημιθωράκιο και διατηρήθηκε, έως ότου η ημερήσια (24ωρη) παροχέτευση πλευριτικού υγρού ήταν η μικρότερη δυνατή. Στην συνέχεια, κάθε ομάδα υποβάλλονταν στη προεπιλεγμένη θεραπευτική διαδικασία πλευροδεσίας. Στην ομάδα Α, διεξήχθη υπό γενική αναισθησία, πλευροδεσία με υπερθερμική χημειοθεραπεία με 500mg/m2 καρβοπλατίνης σε θερμοκρασία 41.5 οC για 45 λεπτά της ώρας. Στην ομάδα Βi, διεξήχθη πλευροδεσία, με ενδοϋπεζωκοτική εμφύσηση 8gr ταλκ θωρακοσκοπικά, ενώ στην ομάδα Βii, διεξήχθη πλευροδεσία, με ενδοϋπεζωκοτική έγχυση 8gr ταλκ δια του σωλήνα θωρακικής παροχέτευσης, επί κλίνης. Ο σωλήνας αμέσως μετά αποφράσσεται για 4 ώρες και ακολούθως μένει ανοιχτός, συνδεδεμένος κατά Bulau κι αφαιρείται όταν η ημερήσια (24ωρη) παροχέτευση υγρού είναι < 100ml.Η ερευνητική διαδικασία άρχισε τον Ιούνιο του 2012, ενώ για τον 40ο ασθενή που συμμετείχε στη μελέτη, η παρακολούθησή του ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2016. Όλοι οι ασθενείς είχαν αποβιώσει μέχρι και τον Ιούλιο του 2016, εκτός από έναν ασθενή, ο οποίος βρίσκεται εν ζωή μέχρι και σήμερα (Απρίλιος 2018). Η μέση ηλικία στο σύνολο των ασθενών ήταν 61.03±10.93. Σύμφωνα με την ανάλυση επιβίωσης των ασθενών, όπως αυτοί παρατηρήθηκαν έως σήμερα, μόνο ένας ασθενής της ομάδας Α επιβίωσε ως σήμερα και χαρακτηρίστηκε ως λογοκριμένο σημείο. Η διάμεση επιβίωση των ασθενών της ομάδας που υποβλήθηκε σε πλευροδεσία με υπερθερμική χημειοθεραπεία ήταν 8.0 μήνες (95% CI: 7.141 - 8.859), ενώ η διάμεση επιβίωση της ομάδας που υποβλήθηκε σε πλευροδεσία με ταλκ ήταν 9.0 μήνες (95% CI: 7.141- 8.859). Ωστόσο, οι καμπύλες επιβίωσης των δύο ομάδων δεν παρουσίασαν σημαντικές διαφορές. Συνοψίζοντας, οι μεταβλητές που έχουν επίδραση στην επιβίωση των ασθενών (p≤ 0.20), όπως προέκυψε από την μονοπαραγοντική ανάλυση, είναι το στάδιο TNM, η προεγχειρητική ουρία, προεγχειρητική κρεατινίνη, η κρεατινίνη 7 ημέρες μετεγχειρητικά και η SGOT 7 ημέρες μετεγχειρητικά, ενώ στην πολυπαραγοντική ανάλυση ανεξάρτητος παράγοντας επιβίωσης παραμένει μόνο το στάδιο ΤΝΜ. Η υπερμικροσκόπηση του πλευριτικού υγρού δεν ανέδειξε μορφολογικές διαφορές σε κυτταρικό επίπεδο μεταξύ των ομάδων. Η παρούσα μελέτη απέδειξε ότι τόσο η ενδοθωρακική, υπερθερμική χημειοθεραπεία, όσο και η χημική πλευροδεσία με ταλκ αποτελούν εξίσου καλές κι ασφαλείς θεραπευτικές επιλογές, στην αντιμετώπιση ασθενών με κακοήθη πλευριτική συλλογή, σε έδαφος μη μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα, με αποδεκτή επιβίωση. Επίσης επιβεβαίωσε ότι το στάδιο της νόσου αποτελεί τον κύριο ανεξάρτητο παράγοντα επιβίωσης κι ότι η προεγχειρητική και μετεγχειρητική τιμή της κρεατινίνης ορού περιφερικού αίματος επιδρά σημαντικά στην επιβίωση των ασθενών.