Οι Ηλεκτρονικές Κοινότητες Μάθησης Εκπαιδευτικών αποτελούν έναν πολύ δημοφιλή και δυναμικό τομέα στο πεδίο της ηλεκτρονικής μάθησης και σε αυτό της επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών, τόσο σε ερευνητικό επίπεδο όσο και στην εφαρμογή στην πράξη. Οι ανάγκες των εκπαιδευτικών για επιμόρφωση και υποστήριξη, ικανοποιούνται μέσω της αλληλεπίδρασης με τους συναδέλφους τους, της διαμοιραζόμενης γνώσης και εμπειρίας, της αμοιβαίας επίδρασης και υποστήριξης και της συλλογικής προσπάθειας, προκειμένου να πετύχουν κοινούς μαθησιακούς στόχους σε συμμετοχικά και κοινωνικά περιβάλλοντα μάθησης.Η αξία των Ηλεκτρονικών Κοινοτήτων Μάθησης στην εκπαιδευτική διαδικασία είναι ευρέως αναγνωρισμένη. Επιπρόσθετα, αυξάνεται το ερευνητικό ενδιαφέρον για τη σχεδίαση και τη λειτουργία τέτοιων κοινοτήτων, στο πλαίσιο της κοινωνικής και κονεκτιβιστικής μάθησης, αλλά και των αναδυόμενων μαθησιακών τεχνολογιών. Αν και τα σύγχρονα Συστήματα Διαχείρισης Μάθησης (ΣΔΜ) ως Διαδικτυακά εργαλεία έχουν εξελιχθεί σημαντικά και ενσωματώνουν εργαλεία επικοινωνίας και συνεργασίας, η δημιουργία μιας επιτυχημένης Ηλεκτρονικής Κοινότητας Μάθησης δεν είναι απλή ούτε εύκολη διαδικασία. Η βιβλιογραφία προτείνει μεγάλο πλήθος παραγόντων σχετικών με τις τεχνικές προδιαγραφές, τις τεχνολογικές υποδομές και την υλοποίηση της κοινότητας που καθορίζουν τη βιωσιμότητα και την αποτελεσματικότητά της.Η παρούσα διατριβή προτείνει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο σχεδιασμού, μελέτης και υλοποίησης Ηλεκτρονικών Κοινοτήτων Εκπαιδευτικών. Ο σχεδιασμός περιλάμβανε πιλοτική έρευνα, με στόχο α) την ανάπτυξη και τη διαμόρφωση του μεθοδολογικού πλαισίου της έρευνας και β) τη βελτιστοποίηση των διάφορων τεχνολογικών εργαλείων της τεχνολογικής πλατφόρμας υποστήριξης της κοινότητας, η οποία παρέχει ένα ολοκληρωμένο περιβάλλον για τη συμμετοχή, την αλληλεπίδραση και τη συνεργασία των εκπαιδευτικών (ΣΔΜ, e-portfolio, ιστολόγιο, wiki και τηλεδιάσκεψη). Τα αποτελέσματα της πιλοτικής έρευνας ανέδειξαν σημαντικές πληροφορίες σχετικά με κρίσιμους δείκτες κοινότητας, όπως η συμμετοχή και η δέσμευση, η αλληλεπίδραση, η δημιουργικότητα και η συνεκτικότητα.Στην κύρια έρευνα της διατριβής υλοποιήθηκαν δύο κοινότητες, μια Ανοικτή και μια Δομημένη, με σκοπό να διερευνηθεί, επιπρόσθετα, ο ρόλος του παράγοντα της δομής στην ανάπτυξη της Ηλεκτρονικής Κοινότητας Μάθησης. Η μεθοδολογία ανάλυσης ηλεκτρονικών κοινοτήτων μάθησης περιλάμβανε συνδυαστικά μεθόδους, όπως: α) περιγραφική ανάλυση των συνεισφορών των μελών στην τεχνολογική πλατφόρμα, β) ανάλυση των αλληλεπιδράσεων των μελών μέσω του μοντέλου Ανάλυσης Κοινωνικών Δικτύων και γ) ανάλυση των απόψεων και των αντιλήψεων των εκπαιδευτικών μέσω συνεντεύξεων.Τα αποτελέσματα ανέδειξαν σημαντικά θέματα σχεδιασμού και υποστήριξης ηλεκτρονικών κοινοτήτων μάθησης εκπαιδευτικών. Ο συνδυασμός πολλαπλών πηγών δεδομένων και μορφών ανάλυσης ανέδειξε νέες πληροφορίες, αναφορικά με κρίσιμους παράγοντες κοινότητας μάθησης, όπως συμμετοχή και εμπλοκή των μελών, αλληλεπίδραση και δεσμοί μελών, δυναμική και εξέλιξη κοινότητας, δομή κοινότητας, συνοχή ομάδων εκπαιδευτικών, ρόλοι εκπαιδευτικών μέσα στις ομάδες και στην κοινότητα, συνδέσεις των εκπαιδευτικών, ισχύς και επιρροή κάθε μέλους στην κοινότητα. Οι εκπαιδευτικοί που συμμετείχαν στις συνεντεύξεις αξιολόγησαν θετικά την εμπειρία τους στην κοινότητα σε σχέση με την επιστημονική και επαγγελματική τους ανάπτυξη. Επισήμαναν ως μεγαλύτερες δυσκολίες για την ανάπτυξη κοινότητας μάθησης την έλλειψη α) κουλτούρας συνεργασίας μεταξύ των μελών, β) αποδοχής κριτικής και έκθεσης στην ομάδα, γ) έλλειψη προσωπικού χρόνου και δ) κινήτρου και δέσμευσης για συμμετοχή στα δρώμενα. Επιπλέον, η έρευνα έδειξε ότι παράμετροι σχεδιασμού της κοινότητας, όπως η ενίσχυση του διαλόγου και της αλληλεπίδρασης, η ανταλλαγή ιδεών, εμπειριών και η διαμοίραση εκπαιδευτικού υλικού και εκπαιδευτικών σεναρίων, αποτελούν κρίσιμους παράγοντες που καθορίζουν τη βιωσιμότητα μιας κοινότητας εκπαιδευτικών. Ένα ακόμη σημαντικό χαρακτηριστικό του σχεδιασμού ήταν η συνεργατική δημιουργία εκπαιδευτικού υλικού από τα μέλη της κοινότητας. Το πλαίσιο ανάλυσης αποδείχτηκε αποτελεσματικό, ώστε να περιγράψει την αρχιτεκτονική της κοινότητας και τους ρόλους που αναλαμβάνουν τα μέλη μέσα από τη συμμετοχή τους. Όσον αφορά τον παράγοντα της δομής της κοινότητας, φάνηκε ότι το δομημένο μοντέλο είναι καταλληλότερο για τη διαμόρφωση αποτελεσματικών κοινοτήτων μάθησης εκπαιδευτικών, με βάση τα δρώμενα και τις απόψεις των ίδιων των εκπαιδευτικών. Ακόμη, έγινε εμφανές πως η ψηφιακή επάρκεια των συμμετεχόντων δεν αποτελεί σημαντικό παράγοντα ικανό να οδηγήσει στην επιτυχία μια ανοικτή κοινότητα. Τέλος, καταγράφηκε ότι η συμμετοχή εκπαιδευτικών σε μια ηλεκτρονική κοινότητα μάθησης μπορεί να προκαλέσει σημαντικές αλλαγές στις στάσεις, στις απόψεις και στις διδακτικές πρακτικές τους.Η διατριβή καταλήγει με τη διατύπωση προτάσεων για α) περαιτέρω μελέτη και έρευνα στο πεδίο των κοινοτήτων μάθησης και β) αξιοποίηση του μοντέλου των Ηλεκτρονικών Κοινοτήτων Μάθησης Εκπαιδευτικών, με στόχο την καλύτερη αξιοποίηση των ανθρώπινων πόρων στο εκπαιδευτικό σύστημα και την ενίσχυση-ανάπτυξη των εκπαιδευτικών της πράξης.