Το Σεπτέμβριο του 2015, η UNESCO διαμόρφωσε την παγκόσμια ατζέντα με τους στόχους για την αειφόρο ανάπτυξη, που θα πρέπει να υλοποιηθούν μέχρι το 2030. Όσον αφορά στην εκπαίδευση, αναγνωρίστηκε η σημασία της για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη των λαών, ενώ τέθηκε ο στόχος της διασφάλισης της δίκαιης και χωρίς αποκλεισμούς ποιότητας της εκπαίδευσης και της προώθησης ευκαιριών δια βίου εκπαίδευσης για όλους. Αυτός ο στόχος φαίνεται ότι μπορεί να υλοποιηθεί με τα Ανοικτά Μαζικά Διαδικτυακά Μαθήματα ή MOOCs, όπως είναι ευρέως γνωστά, καθώς προσφέρει τριτοβάθμιου επιπέδου εκπαίδευση σε εκατομμύρια ανθρώπους, σε όλο τον κόσμο. Παρά ταύτα, ένα μεγάλο ποσοστό όσων εγγράφονται στα μαθήματα δεν τα ολοκληρώνουν ποτέ, εμφανίζοντας πολύ μικρά ποσοστά ολοκλήρωσης που κυμαίνονται από 5-15%. Σκοπός της παρούσας διατριβής είναι να διερευνηθεί κατά πόσο ο εκπαιδευτικός σχεδιασμός, η γενικότερη οργάνωση του προγράμματος και η χρήση της μικροεφαρμογής που αναπτύχθηκε (MCII+), μπορεί να βοηθήσει τους εκπαιδευόμενους να αναπτύξουν το βαθμό της αυτορρύθμισής τους επιτυγχάνοντας υψηλές επιδόσεις και μεγαλύτερα ποσοστά ολοκλήρωσης από τα καθιερωμένα. Για το λόγο αυτό σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε επιμορφωτικό πρόγραμμα MOOC με θέμα την «Ενδοσχολική βία και τον εκφοβισμό» το οποίο φιλοξενήθηκε σε πλατφόρμα OpenEdx που εγκαταστήσαμε και παραμετροποιήσαμε σε virtual server του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Το επιμορφωτικό πρόγραμμα διάρκειας 8 εβδομάδων, και κατ’ επέκταση και η έρευνα, διεξήχθη από τις 3/2 έως τις 29/3 του 2020. Στο πρόγραμμα συμμετείχαν, κυρίως, εκπαιδευτικοί από όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, αλλά και στελέχη εκπαίδευσης, φοιτητές και ιδιώτες από όλη την Ελλάδα. Τα ερευνητικά ερωτήματα αφορούσαν τη διερεύνηση των παραγόντων που επηρεάζουν την αυτορρύθμιση των εκπαιδευομένων πριν την εγγραφή τους στο πρόγραμμα, κατά τη διάρκειά του και αφού ολοκληρωθεί. Τέθηκαν, επίσης, ερωτήματα σχετικά με τη συμβολή του εκπαιδευτικού υλικού στην κινητοποίηση των εκπαιδευομένων. Για τη συλλογή των ερευνητικών δεδομένων χρησιμοποιήθηκαν τρία διαφορετικά ερωτηματολόγια που απαντήθηκαν σε τρεις φάσεις του προγράμματος, αρχή, μέσο και λήξη, καθώς και δεδομένα από την ίδια την πλατφόρμα των μαθημάτων (επίδοση), την υπηρεσία Google Analytics (επισκεψιμότητα) και τη μικροεφαρμογή που ενσωματώθηκε στην πλατφόρμα των μαθημάτων και χρησιμοποιήθηκε από τη μία ερευνητική ομάδα (Πειραματική). Τα ποσοτικά και ποιοτικά ερευνητικά δεδομένα που αναλύθηκαν, έδειξαν μια γενική αποδοχή του εκπαιδευτικού σχεδιασμού του προγράμματος, του εκπαιδευτικού του υλικού και του τρόπου που υλοποιήθηκε, συμβάλλοντας στην αυτορρύθμιση όλων των συμμετεχόντων, επιτυγχάνοντας υψηλές επιδόσεις και ποσοστά επιτυχούς ολοκλήρωσης του, ανεξαρτήτως ερευνητικής ομάδας (Ελέγχου, Πειραματικής) στην οποία ανήκαν. Περισσότερο, όμως, βοηθήθηκε, ως προς την αυτορρύθμισή της, η Πειραματική ομάδα η οποία χρησιμοποίησε την ερευνητική εφαρμογή MCII+ που τους υποβοήθησε να εφαρμόσουν την αυτορρυθμιστική στρατηγική τη Ψυχικής αντίθεσης με προθέσεις υλοποίησης (Mental Contrasting with Implementation Intentions-MCII), καθώς και μια σειρά άλλων αυτορρυθμιστικών διεργασιών της 1ης (Πρόνοια) και 3ης (Αναστοχασμός) φάσης του μοντέλου αυτορρύθμισης του Zimmerman.