Η παρούσα διδακτορική διατριβή επικεντρώνεται στο να ξεκαθαρίσει, να περιγράψει και να επιβεβαιώσει τις μακροοικονομικές επιπτώσεις της μετανάστευσης σε συγκεκριμένες χώρες προέλευσης και προορισμού μεταναστών. Συγκεκριμένα, επιλέχθηκαν τέσσερις χώρες, η Αλβανία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Μολδαβία, συνιστώντας μία ομάδα οικονομιών υπό μετάβαση, που εξετάστηκαν ως χώρες καταγωγής μεταναστών όσον αφορά τον αντίκτυπο που είχαν οι εισροές εμβασμάτων στην κατανάλωση, τις εισαγωγές και τις επενδύσεις τους. Τα εμβάσματα θεωρούνται ως μία από τις σημαντικότερες συνέπειες της μετανάστευσης εξαιτίας της δυνητικής συνεισφοράς τους στην οικονομική ανάπτυξη των αναπτυσσόμενων χωρών. Με βάση τα ευρήματα της οικονομετρικής έρευνας, τα εμβάσματα φαίνεται να έχουν χρηματοδοτήσει τις εισαγωγές σε πολύ μεγάλο βαθμό ενώ ταυτόχρονα είχαν σημαντικό αντίκτυπο τόσο στην κατανάλωση όσο και στις επενδύσεις των υπό εξέταση χωρών. Επιπλέον, η Αλβανία και η Μολδαβία, οι οποίες έχει υποστηριχθεί ότι πάσχουν από την "Ολλανδική Ασθένεια", εξετάστηκαν ως ομάδα χωρών για να προσδιοριστεί εάν οι εισροές εμβασμάτων που ακολούθησαν τις μαζικές μεταναστευτικές εκροές έχουν μακροχρόνια σχέση με την ανατίμηση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας τους. Τα ευρήματα της οικονομετρικής έρευνας δείχνουν ότι η σχέση μεταξύ της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας και των εισροών εμβασμάτων στην ομάδα των δύο χωρών είναι αρνητική και σημαντική, δίδοντας έμφαση σε μια τάση υποτίμησης παρά ανατίμησης. Η μέθοδος με την οποία εξετάστηκαν τα δεδομένα πάνελ είναι η δυναμική μέθοδος ελαχίστων τετραγώνων εξαιτίας της μικρής χρονικής περιόδου από την αρχή της μετάβασης αυτών των οικονομιών σε οικονομίες της αγοράς και της μη διαθεσιμότητας μεγάλου μεγέθους δείγματος. Στο δεύτερο μέρος της διατριβής εξετάστηκε η Ελλάδα, ως χώρα υποδοχής μεταναστών, αναζητώντας τη σχέση της μετανάστευσης με την οικονομική ανάπτυξη. Η Ελλάδα από χώρα προέλευσης μεταναστών μεταμορφώθηκε σταδιακά σε χώρα υποδοχής μεταναστών. Εντούτοις, το κενό όσον αφορά τη συμβολή των μεταναστών στην ανάπτυξη της χώρας παραμένει. Επιπλέον, η δεκαετής οικονομική ύφεση που αντιμετώπισε η χώρα ανέδειξε τη σημασία του αντίκτυπου της αύξησης του ΑΕΠ στην ανεργία των μεταναστών, καθώς πολλοί από τους μετανάστες που είχαν ενταχθεί στην ελληνική κοινωνία επανεξέτασαν τον επαναπατρισμό. Ο στόχος ήταν να αποδειχθεί, αφενός, ο αντίκτυπος της αύξησης του ΑΕΠ στην ανεργία των μεταναστών, που σύμφωνα με τα αποτελέσματα εκτιμάται σε αναλογία 1,56: 1 σε αντίθεση με την αναλογία των γηγενών που εκτιμάται σε 2,62: 1 και αφετέρου τα καθαρά κέρδη της μετανάστευσης για τον εγχώριο πληθυσμό που υπολογίζεται ότι θα μπορούσαν να κυμανθούν από 0,02% έως 0,12% του ΑΕΠ. Επιπροσθέτως, εξετάστηκε η ύπαρξη μακροχρόνιας σχέσης μεταξύ της μετανάστευσης και της ανάπτυξης. Σύμφωνα με τα ευρήματα η αύξηση κατά 10% των μεταναστών που συμμετέχουν στο εργατικό δυναμικό αυξάνει το ΑΕΠ κατά 1,5% προσφέροντας περαιτέρω στοιχεία στην υπάρχουσα βιβλιογραφία ότι η μετανάστευση θα μπορούσε να είναι επωφελής για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας υποδοχής. Τέλος, προσδιορίσθηκε η θέση της Ελλάδας μεταξύ των 28 κρατών μελών της ΕΕ στην κατάταξη για την ένταξη των μεταναστών στην αγορά εργασίας αναζητώντας τις αποτελεσματικές πρακτικές ένταξης τους και περιγράφοντας την εξέλιξη των δεικτών ένταξης τους στα 28 κράτη μέλη της ΕΕ μέσα σε μία δεκαετία. Αν και οι Σκανδιναβικές χώρες ή ορισμένες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης φαίνεται να εφαρμόζουν μια καινοτόμο πολιτική ένταξης στην αγορά εργασίας, τα αποτελέσματα όσον αφορά τους δείκτες απασχόλησης, ανεργίας, δραστηριότητας και αυτοαπασχόλησης των μεταναστών στις χώρες αυτές δεν το επιβεβαιώνουν. Από την άλλη πλευρά, οι Μεσογειακές χώρες, που αντιμετώπισαν διάφορα οικονομικά προβλήματα, ενέτασσαν με επιτυχία τον μεταναστευτικό πληθυσμό στις κοινωνίες τους μέχρι το αποκορύφωμα της ύφεσης. Για το σκοπό της ανάλυσης χρησιμοποιήθηκαν διάφορες προσεγγίσεις στο δεύτερο μέρος της εργασίας. Εκτός από την ανάλυση διαχρονικών δεδομένων, η δυναμική μέθοδος ελαχίστων τετραγώνων χρησιμοποιήθηκε για να καθορίσει τη σχέση μετανάστευσης και ανάπτυξης στην Ελλάδα. Η επίδραση της αύξησης του ΑΕΠ στην ανεργία των μεταναστών εξετάσθηκε με τη χρήση ενός αυτοπαλίνδρομου υποδείγματος κατανεμημένων χρονικών υστερήσεων και η κατάταξη των κρατών μελών της ΕΕ28 για την ένταξη των μεταναστών στην αγορά εργασίας προήλθε με τη μέθοδο της πολυκριτηριακής ανάλυσης αποφάσεων «PROMETHEE».