ΕΙΣΑΓΩΓΗ: H γλουταμίνη [GLN] αποτελεί το πιο συχνά απαντώμενο αμινοξύ στον οργανισμό. Θεωρείται ως “κατά περίσταση” απαραίτητο αμινοξύ, διότι σε καταστάσεις stress έχει παρατηρηθεί μια αθρόα διακίνηση GLN από τους μυς στο πλάσμα, με στόχο να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες των διαφόρων ιστών σε GLN. Σταδιακά όμως οι ανάγκες αυτές υπερβαίνουν τις δυνατότητες του οργανισμού για σύνθεση και απελευθέρωση GLN, με αποτέλεσμα τα επίπεδά της στους μυς και το πλάσμα να ελαττώνονται, κάτι που θεωρείται ανεξάρτητος αρνητικός προγνωστικός παράγοντας.ΣΚΟΠΟΣ: Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι ο προσδιορισμός των επιπέδων της GLN στο πλάσμα, στη συστηματική και την πυλαία κυκλοφορία, μετά από ενδοφλέβια, ενδογαστρική ή συνδυασμένη [ενδοφλέβια συν ενδογαστρική] χορήγηση, σε ένα πειραματικό μοντέλο πρώιμης ενδοτοξιναιμίας/σήψης σε χοίρους, καθώς και σε υγιείς χοίρους [ομάδα ελέγχου].ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ: Χρησιμοποιήθηκαν 32 χοίροι ηλικίας 3 ‒ 4 μηνών και βάρους 25 ‒ 30 kg. Σε 16 χοίρους προκλήθηκε ενδοτοξιναιμία με ενδοφλέβια χορήγηση λιποπολυσακχαρίτη [LPS] από στέλεχος E. coli O111:B4 σε δόση 250 μg/kg ΒΣ εφάπαξ [χρόνος 0 ]και στη συνέχεια σε στάγδην έγχυση 2 μg/kg ΒΣ/hr, για 180 min. Οι υπόλοιποι 16 χοίροι αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου. Μετά την ολοκλήρωση της χορήγησης του LPS ή του placebo, χορηγήθηκε GLN ενδοφλεβίως [0,5gr/kg ΒΣ διπεπτιδίου αλανίνης ‒ γλουταμίνης], ενδογαστρικά [0,5gr/kg ΒΣ] ή σε συνδυασμό [0,5gr/kg ΒΣ διπεπτιδίου ενδοφλεβίως συν 0,5gr/kg ΒΣ εντερικά] σε έγχυση διάρκειας 30 min. Ακολούθησαν αιμοληψίες από τη συστηματική και την πυλαίακυκλοφορία στα 0, 15, 30, 45, 60, 120 και 180 min, για προσδιορισμό των επιπέδων της GLN με τη μέθοδο της χρωματομετρίας.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ: Στους υγιείς χοίρους τα επίπεδα GLN παρέμειναν σταθερά καθ’ όλη τη διάρκεια της μελέτης. Η ενδοφλέβια, και πολύ περισσότερο, η συνδυασμένη χορήγηση GLN αύξησαν σημαντικά τα επίπεδά της στη συστηματική κυκλοφορία [p=0.001], ενώ η ενδογαστρική προκάλεσε μια οριακή αύξηση [p=0.026]. Τα επίπεδα της GLN στην πυλαία κυκλοφορία παρουσίασαν σημαντική αύξηση μετά από συνδυασμένη και μετά από ενδογαστρική χορήγηση [p=0.001] και σε μικρότερο βαθμό μετά από ενδοφλέβια χορήγηση [p=0.001]. Στην ομάδα των σηπτικών χοίρων παρατηρήθηκε σημαντική μείωση των επιπέδων της GLN. Η ενδοφλέβια χορήγηση, και σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό η συνδυασμένη χορήγηση προκάλεσαν σημαντική αύξηση των επιπέδων της GLN, τόσο στη συστηματική [p=0,001] όσο και στην πυλαία κυκλοφορία [p=0,001]. Αντίθετα, η ενδογαστρική χορήγηση GLN είχε ως αποτέλεσμα μια οριακή, αλλά παρόλα αυτά στατιστικά σημαντική αύξηση των επιπέδων της στη συστηματική [p=0.001] και την πυλαία κυκλοφορία [p=0.001], σε αντίθεση με την ομάδα ελέγχου. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ: Στο παρόν πειραματικό μοντέλο σήψης σε χοίρους, η συνδυασμένη ενδοφλέβια και ενδογαστρική χορήγηση GLN φαίνεται ότι αποκαθιστά καλύτερα και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα τα επίπεδα GLN στο πλάσμα. Η ενδοφλέβια χορήγηση εξασφαλίζει επαρκή διαθεσιμότητα για τους διάφορους ιστούς, ενώ η ενδογαστρική χορήγηση έχει αμελητέα επίδραση στα επίπεδα της στο πλάσμα, εφόσον προφανώς αξιοποιείται για την κάλυψη των μεταβολικών αναγκών του εντέρου.