Εισαγωγή: Η μεταμόσχευση ήπατος έχει χρησιμοποιηθεί ως έσχατη λύση σε ασθενείς με ηπατική νόσο τελικού σταδίου λόγω μη διαχειρίσιμων τραυμάτων του χοληφόρου δέντρου μετά από χολοκυστεκτομή. Η παρούσα μελέτη στοχεύει στον εντοπισμό και την αξιολόγηση παραγόντων που προκαλούν ή συμβάλλουν σε μια εκτεταμένη ηπατική νόσο που απαιτεί μεταμόσχευση ήπατος ως τελική θεραπεία. Μέθοδοι: Ασθενείς που πληρούσαν τα κριτήρια μιας ευρύτατης βάσης δεδομένων που συνετάχθη, συλλέχθηκαν προοπτικά από 8 διεθνή μεταμοσχευτικά κέντρα και αναλύθηκαν αναδρομικά. Αποτελέσματα: Τριάντα τέσσερις ασθενείς (16 άνδρες, 18 γυναίκες) με μέση ηλικία 45 ετών (εύρος 22-69) ετών συμπεριλήφθηκαν σε αυτή τη μελέτη. Τριάντα από αυτούς (88.2%) υποβλήθηκαν σε μεταμόσχευση λόγω ηπατικής ανεπάρκειας, ως αποτέλεσμα δευτερογενούς χολικής κίρρωσης. Το διάμεσο χρονικό διάστημα μεταξύ κάκωσης χοληφόρων και μεταμόσχευσης ήπατος ήταν 63μήνες. Υπήρξαν 23 περιπτώσεις (67.6%) μετεγχειρητικής νοσηρότητας, 6 περιπτώσεις (17.6%) θνησιμότητας 30 ημερών μετά την επέμβαση και 10 θανάτων (29.4%) συνολικά . Η συνολική επιβίωση μετά τη μεταμόσχευση ήπατος στα 1-, 3-, 5- και 10-έτη ήταν 82.4%, 76.5%, 73.5% και 70.6%, αντίστοιχα. Ασθενείς που υποβλήθηκαν σε μεταμόσχευση ήπατος σε χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των 2 ετών μετά την αναγνώριση της κάκωσης εμφάνισαν περισσότερες μετεγχειρητικές επιπλοκές Υπήρχε μεγαλύτερη πιθανότητα για ασθενείς με ταυτόχρονο αγγειακό τραυματισμό (HR: 10.69, p = 0.039) να καταλήξουν νωρίτερα σε μεταμόσχευση ήπατος όπως και για εκείνους που είχαν υποβληθεί σε λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή παρά σε ανοιχτή. Συμπεράσματα: Η μεταμόσχευση σε επιλεγμένους ασθενείς με κατά τα άλλα μη διαχειρίσιμη κάκωση χοληφόρων μετά από χολοκυστεκτομή παρέχει αποδεκτά μακροπρόθεσμα αποτελέσματα.