Η έκθεση των εργαζομένων σε ηλεκτρομαγνητικά πεδία (ΗΜΠ), ζήτημα Υγείας και Ασφάλειας της Εργασίας (ΥΑΕ) με έντονο επιστημονικό, κοινωνικό και οικονομικό ενδιαφέρον, αποτέλεσε αντικείμενο έντονων εξελίξεων σε Ευρωπαϊκό επίπεδο τα τελευταία σχεδόν είκοσι χρόνια. Η νέα σχετική Οδηγία 2013/35/ΕΕ και το σχετικό εναρμονισμένο Ελληνικό π.δ. 120/2016, είναι η νομοθετική ολοκλήρωση του κρίσιμου αυτού θέματος.Ο υπογράφων, στα πλαίσια της ενασχόλησης του με τις μη-ιοντίζουσες ακτινοβολίες ως ερευνητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, σε συνεργασία με το Υπουργείο Εργασίας (αρμόδιο για την έγκαιρη και ουσιαστική εφαρμογή της Οδηγίας), εκπόνησε πιλοτικό ερευνητικό πρόγραμμα διερεύνησης της επαγγελματικής έκθεσης σε ΗΜΠ σε συνεργασία με το Γραφείο Μη-Ιοντιζουσών Ακτινοβολιών της Ελληνικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας. Πραγματοποιήθηκαν μετρήσεις και αξιολόγηση της έκθεσης σε κατάλληλα επιλεγμένες θέσεις σε εγκαταστάσεις της ΔΕΗ, του ΟΣΕ, της ΕΡΤ, σε νοσοκομεία με συστήματα Απεικόνισης Μαγνητικού Συντονισμού, στον ΟΛΠ, σε βιομηχανικές και ερευνητικές εγκαταστάσεις, αλλά και σε χώρους γραφείων.Η συντριπτική πλειοψηφία των μετρήσεων δεν παρουσίασε υπερβάσεις των οριακών τιμών έκθεσης της Οδηγίας, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπερβαίνονται ούτε τα εθνικά όρια για τον γενικό πληθυσμό. Οι λίγες περιπτώσεις υπερβάσεων είναι εξαιρετικά τοπικά εντοπισμένες και διαχειρίσιμες με τεχνικά και οργανωτικά μέτρα στην βάση των αρχών της ΥΑΕ. Ανοικτό θέμα παραμένει η συντήρηση του εξοπλισμού που εκπέμπει ΗΜΠ, διότι σε περίπτωση που είναι ενεργός ενδέχεται να υπάρχουν σημαντικές υπερβάσεις.Ο διάχυτος, περισσότερο κοινωνικός, προβληματισμός γύρω από τα ΗΜΠ υπάρχει συνήθως για πολύ χαμηλές ή/και απροσδιόριστες εκθέσεις. Με την παρούσα εργασία δημιουργήθηκε επιπλέον γνώση για την συνολική κατάσταση στην Ελλάδα, η οποία αποτελεί πυλώνα για την διαχείριση των ΗΜΠ σε χώρους εργασίας στην χώρα μας αλλά και διεθνώς.