Έντονες κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικονομικές αλλαγές στη γεωργία οδηγούν στον επαναπροσδιορισμό του γεωργικού επαγγέλματος και επιβάλλουν την εισροή γνώσης μέσω διαδικασιών γεωργικής εκπαίδευσης στο γεωργικό πληθυσμό, ώστε οι γεωργοί να καταφέρουν να προσαρμοστούν σε νέες συνθήκες. Ο καθορισμός των εκπαιδευτικών αναγκών και η μετάφρασή τους σε εκπαιδευτικούς στόχους αποτελούν προϋπόθεση για τη δημιουργία ενός ευνοϊκού πλαισίου για την επιτυχία ενός προγράμματος γεωργικής εκπαίδευσης. O κύριος σκοπός της παρούσας διατριβής είναι η διερεύνηση των εκπαιδευτικών αναγκών τριών ομάδων παραγωγών: εκείνων που εφαρμόζουν αποκλειστικά συμβατικές μεθόδους παραγωγής, των γεωργών που ακολουθούν προγράμματα ολοκληρωμένης διαχείρισης και των βιοκαλλιεργητών. Επιπλέον, η εργασία επιδιώκει να προσδιορίσει και να αναλύσει το βαθμό ενδιαφέροντος των γεωργών για συμμετοχή σε προγράμματα γεωργικής εκπαίδευσης (ΠΓΕ), τους παράγοντες που παρακινούν τη συμμετοχή, καθώς και την προθυμία πληρωμής και δαπάνης χρόνου για παρακολούθηση ΠΓΕ. Στους δευτερεύοντες στόχους εντάχθηκαν: η ανίχνευση των στάσεων των γεωργών προς τα χαρακτηριστικά των εκπαιδευτών ΠΓΕ, η διερεύνηση του βαθμού χρησιμοποίησης των πηγών ενημέρωσης από τον αγροτικό πληθυσμό και η αναζήτηση της αξίας του κοινωνικού περιβάλλοντος στη διάχυση γεωργικής γνώσης. Για τους σκοπούς της έρευνας, συγκεντρώθηκαν δεδομένα με προσωπικές συνεντεύξεις από 385 γεωργούς και 74 εκπαιδευτές από την περιοχή που καλύπτουν πέντε νομοί της Κεντρικής Μακεδονίας. Εκτός από τα περιγραφικά στατιστικά μέτρα μια ποικιλία πολυμεταβλητών μεθόδων ανάλυσης χρησιμοποιήθηκαν για να καλυφθούν οι στόχοι της διατριβής.Τα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαίωσαν ότι η ένταση των εκπαιδευτικών αναγκών διαφέρει σημαντικά μεταξύ των τριών ομάδων παραγωγών. Ωστόσο, οι παραγωγοί και των τριών ομάδων εστιάζουν τις εκπαιδευτικές τους ανάγκες σε ζητήματα που αφορούν τις χρηματικές ενισχύσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τη γεωργία. Η προσφορά γνώσης για μεθόδους φυτοπροστασίας αναδείχθηκε ως κεντρική προτεραιότητα για τους παραγωγούς προϊόντων ολοκληρωμένης διαχείρισης. Οι βιοκαλλιεργητές υποδεικνύουν ως σημαντικότερη την ανάγκη για ΠΓΕ που αφορούν αειφορικές πρακτικές και μεθόδους βιολογικής καταπολέμησης. Ο βαθμός ενδιαφέροντος των γεωργών για συμμετοχή σε ΠΓΕ διαπιστώθηκε ότι αποτελεί συνάρτηση των εκπαιδευτικών ενοτήτων που προσφέρονται μέσα από μια εκπαιδευτική διαδικασία, ενώ υποκινείται κυρίως από κίνητρα αυτοκαταξίωσης. Οι διαφορές στη στάση των γεωργών προς τα χαρακτηριστικά της γεωργικής εκπαίδευσης, που αναδείχθηκαν από την παρούσα έρευνα, υποδεικνύουν την ανάγκη αντικατάστασης της προσέγγισης «ένα μέγεθος για όλους» με την αντίληψη «κατάλληλο σχήμα για κάθε πληθυσμό-στόχο». Τα αποτελέσματα επίσης υποδεικνύουν την προτίμηση των γεωργών για καινούρια, περισσότερο συμμετοχικά μοντέλα μεταφοράς της γνώσης, όπως οι δραστηριότητες αγρού. Ωστόσο, οι παραδοσιακές μέθοδοι διατηρούν την αξία τους για μια σημαντική αναλογία του αγροτικού πληθυσμού. Η έρευνα απέδειξε ότι περίπου οι μισοί γεωργοί δεν εμφανίζονται πρόθυμοι να δαπανήσουν χρήματα και χρόνο περισσότερο από δύο ημέρες για τη συμμετοχή τους σε ΠΓΕ. Ένας σημαντικός παράγοντας πρόβλεψης και των δύο τύπων προθυμίας είναι τα χαρακτηριστικά των εκπαιδευτών, δηλαδή οι ικανότητές τους να εμψυχώνουν και να οργανώνουν τη μαθησιακή διαδικασία. Επιπλέον, τα αποτελέσματα της έρευνας τονίζουν τη σπουδαιότητα των αγροτικών κοινωνιών ως δεξαμενών πληροφόρησης, καθώς και την αποτυχία των κρατικών υπηρεσιών να καλύψουν τις απαιτήσεις των παραγωγών για γεωργική γνώση. Η διατριβή ολοκληρώνεται με την καταγραφή των σημαντικών εφαρμογών και προτάσεων που αναδύονται από τα αποτελέσματα της έρευνας και αφορούν τους επαγγελματίες και σχεδιαστές των ΠΓΕ, καθώς και τους υπεύθυνους για τη διαχείριση της γεωργικής εκπαίδευσης, ενώ παρουσιάζονται οι περιορισμοί της έρευνας και προτείνονται κατευθύνσεις για μελλοντική έρευνα.