“…Εις τάς παθήσεις τής πρώτης κατηγορίας συμπεριλαμβάνεται καί ή νόσος του Raynaud, άγνωστου αιτιολογίας, εκδηλουμένη κλινικώς δια τοϋ φαινομένου Raynaud Ούτω εις τους πάσχοντας εκ τής νόσου, κατόπιν εκθέσεως εις το ψύχος ολοκλήρου του σώματος ή μόνον τών άκρων ή συ νεπεία συγκινήσεως, προκαλείται σύσπασις των δακτυλικών αρτηριών καί άρτηριδίων, πιθανώς δε καί τών μετατριχοειδών φλεβιδίων οδηγούσα -24είς σύμπτωσιν (ισχαιμίαν) τών τριχοειδών, μέ κλινικήν συνέπειαν πρόκλησιν νεκρικής ώχρότητος των δακτύλων Δεν είναι δυνατόν να προκα θορισθώ ή πορεία της παθήσεως, ή οποία εις τινας περιπτώσεις παραμένει ύπο ήπίαν μορφήν επί σειράν ετών, ενώ εις ετέρας, εξελίσσεται ταχύτατα προς βαρυτέρας μορφάς, προκαλουμένων επιπολής έλκώσεων, γαγγραίνης, σκληροδακτυλίας κλπ (είς ποσοστον 30°/ 0 ) Εν τούτοις, έκ τής επί μα κρόν παρακολουθήσεως είς τήν Mayo Clinic μεγάλης σειράς περιπτώσεων νόσου του Raynaud είς 13,9°/ 0 παρετηρήθη αυτόματος ί'ασις,(Α11εη 3 , Duff 36 ) Μείωσις τής αιματικής ροής, κατά τά άνω άκρα δυνατόν να παρατηρηθή και επί συνδρόμων προκαλουμένων έκ νευραγγειακής συμπιέσεως κατά τήν ώμικήν ζώνην, ( (1) σύνδρομον του προσθίου σκαληνου μυός μετά ή άνευ αυχενικής πλευράς(2) σύνδρομον πλευροκλειδικής συμπιέσεως (3) σύνδρομον ύπεραπαγωγής) Κατ αυτά ή υποκλείδιος αρτηρία και ή φλέψ ώς και το βραχιόνιον πλέγμα, δυνατόν νά υποστούν ύπο ώρισμένας συνθήκας συμπίεσιν είς φυσιολογικός ή ανωμάλους ανα τομικός θέσεις κατά τήν βάσιν τοΰ τραχήλου και κατά τήν πορείαν αυτών, είς τήν μασχαλιαίαν κοιλότητα, εξ ής προκύπτουν νευρολογικαί και αγ γειακοί διαταραχαί, (συνήθως ίσχαιμικαί εκδηλώσεις έκ τής αρτηριακής συμπιέσεως καί σπανιώτερον σημεία φλεβικής στάσεως έκ συμπιέσεως τής φλεβός) (Allen 3 ) Μείωσις τής αιματικής ροής παρατηρείται επίσης έπί άρτηριοφλεβώδους επικοινωνίας Δια μέσου αυτής ποσότης αρτηριακού αίματος παρεκλίνει εκ του αρτηριακού προς το φλεβικόν σύστημα, μειού μενης ούτω τής αρτηριακής ροής εις το περιφερικόν τμήμα τοΰ αρτηρια κού στελέχους ενώ συγχρόνως αυξάνεται ή φλεβική ροή είς το δορυφόρον φλεβικόν Ως έκ τούτου προκαλούνται αί έξης χαρακτηριστικοί αίμοδυναμικαί μεταβολαί 1) Εκ τής ελαττώσεως τής αρτηριακής ροής περιφερικώς τής επικοινωνίας προκύπτει διαφορά πιέσεως μεταξύ του κεντρικού καί του περιφερικού τμήματος τής αρτηρίας, ήτις αποτελεί ίσχυρόν ερέ θισμα αναπτύξεως παραπλεύρου αρτηριακής κυκλοφορίας καί 2) Η αυξησις τής αιματικής ροής εντός του φλεβικού δικτύου, προκαλεί άφ ενός μεν άρτηριοποίησιν τών φλεβών, άφ ετέρου δέ γενικάς του οργανισμού αντιδράσεις (Goetz 48 , Keeley 70 ) Είδικώτερον δια τον έγκέφαλον, δυνατόν νά επιφέρουν χρονίως μεταβολάς τής αιματικής ροής είς άλλοτε άλλης εκτάσεως τμήματα αύτοϋ, αναπτυσσόμενοι ένδοκρανιακοί όγκοι Ούτοι καλοήθεις ή κακοήθεις, συνήθως βραδείας εξελίξεως, παρουσιάζουν πολυμορφίαν καί διάφορο ν εκάστοτε εκτασιν καί έντόπισιν, δύνανται δε νά εμφανίζουν είτε μειωμένην αίμάτωσιν, συγκρινομένην προς έκείνην τήν οποίαν ένεφάνιζεν πρότερον ή ύπο του όγκο» καταληφθεϊσα περιοχή, είτε αντιθέτως ηύξημένην τοιαύτην, όπερ επηρεάζει αναλόγως τήν αίμάτωσιν της περιοχής καί επι φέρει μεταβολάς είς τά ρεοεγκεφαλογραφήματα, τύπου αυξήσεως ή μειώ σεως του ύψους των έπαρμάτων καί τής εν γένει μορφολογίας αυτών fMatoi chik 81 ) Η πλέον διαδεδομένη, εκ των παθήσεων τής δευτέρας κατηγορίας, «ΐναι ή αρτηριακή εμβολή, ή αιτιολογία τής οποίας ποικίλλει με προέχουσαν, άπο έπόψεως συχνότητος, έμβολογόνον έστίαν τήν στένωσιν τής μιτροειδούς, ιδία κατά τάς προσβολάς κολπικής μαρμαρυγής Το μεταφερόμενον εμβολον άπο μιας θέσεως καί περαιτέρω, προκαλεί έρεθισμον του τοιχώματος των αρτηριών καί εκλυσιν τοπικού άρτηριοσπάσμου, όστις αναστέλλει τήν ταχεΐαν προώθησιν αύτοϋ Καθ έκάστην καρδιακήν συστολήν, τό εμβολον προωθείται ολίγον κατ ολίγον περιφερικώς μέχρις ότου φθάση είς λίαν έστενωμένην θέσιν, οτε καταπαύει πάσα περαιτέρω προώθησίς του Εξ άλλου υπό του προωθούμενου εμβόλου πιθανολο...…”