Ο καρκίνος του μαστού είναι ένας από τους συνηθέστερους καρκίνους που πλήττουν τις γυναίκες παγκοσμίως, ενώ ταυτοχρόνως, η κατάθλιψη και το άγχος είναι ψυχολογικές παρενέργειες τόσο της διάγνωσης όσο και της θεραπείας του καρκίνου. Στόχος της παρούσης έρευνας ήταν να εξετάσει τη σχέση της σωματικής δραστηριότητας με τη γενική υγεία, την ποιότητα ζωής (QoL) και τους ψυχολογικούς παράγοντες (καταθλιπτικά συμπτώματα, αυτοεκτίμηση και άγχος) στις επιζήσασες του καρκίνου του μαστού μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας και κατά τη διάρκεια της επιβίωσης. Οι δημογραφικές μεταβλητές (οικογενειακή κατάσταση, εκπαίδευση, εισόδημα), ιατρική κατάσταση (στάδιο του καρκίνου) και το επίπεδο φυσικής δραστηριότητας εκφρασμένο σε μεταβολικό ισοδύναμο – MET, εξετάστηκαν ως παράγοντες που σχετίζονται με τα επίπεδα της κατάθλιψης, του άγχους, της αυτοεκτίμησης και της ποιότητας ζωής μεταξύ νεαρότερων και μεγαλύτερων σε ηλικία επιζήσασων γυναικών. Συνολικά, 171 Ελληνίδες συμμετέχουσες, που είχαν τελειώσει θεραπεία καρκίνου μαστού για τουλάχιστον ενάμιση χρόνο πριν, συμπεριλήφθηκαν στην παρούσα μελέτη. Δημογραφικές και ιατρικές πληροφορίες, αυτοαναφερόμενα και αντικειμενικά επίπεδα φυσικής δραστηριότητας, γενική υγεία, ποιότητα ζωής, προφίλ ψυχικής διάθεσης και συμπτώματα κατάθλιψης, αυτοεκτίμηση και άγχος αξιολογήθηκαν σε όλες τις συμμετέχουσες με το ερωτηματολόγιο για τη φυσική δραστηριότητα (IPAQ), για την ποιότητα ζωής (EORTC module 23 & 30), για το Προφίλ Ψυχικής Διάθεσης (POMS), για την αυτοεκτίμηση (SES, Self-esteem) και για το άγχος (STAI) αντίστοιχα. Για την αντικειμενική μέτρηση της φυσικής δραστηριότητας διενεργήθηκε μέτρηση σε δαπεδοεργόμετρο. Οι στατιστικές αναλύσεις έγιναν με τη χρήση του στατιστικού πακέτου SPSS έκδοση 22. Από τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης φάνηκε ότι οι φυσικά δραστήριες γυναίκες είχαν καλύτερο προφίλ ψυχικής διάθεσης (t=8.06, p ≤ 0.001), χαμηλότερα συμπτώματα κατάθλιψης (t=7.89, p ≤ 0.001) λιγότερο άγχος (t=9.78, p ≤ 0.001), υψηλότερη αυτοεκτίμηση (t=12.08, p ≤ 0.001), καλύτερη γενική υγεία (t=11.26, p ≤ 0.001) και ποιότητα ζωής (t=9.08, p ≤ 0.001), σε σύγκριση με τις ανενεργές ή λιγότερο ενεργές γυναίκες, ακόμη και μακροπρόθεσμα μετά την ολοκλήρωση οποιασδήποτε θεραπείας κατά τη διάρκεια της επιβίωσης. Επιπρόσθετα, η άσκηση είχε σημαντικές θετικές συσχετίσεις με την αυτοεκτίμηση (r = 0.633, p ≤ 0.001), τη γενική υγεία (r = 0.674, p ≤ 0.001) και την ποιότητα ζωής σε όλους τους παράγοντες που την απαρτίζουν (σωματικός r = 0.643, p ≤ 0.001, ρόλος r = 0.615, p ≤ 0.001, συναίσθημα r = 0.487, p ≤ 0.001, γνωστικός r = 0.417, p ≤ 0.001 και κοινωνικός r = 0.396, p ≤ 0.001). Επιπλέον, βρέθηκαν σημαντικές αρνητικές συσχετίσεις μεταξύ του άγχους (r = -0.442, p ≤ 0.001) και των καταθλιπτικών συμπτωμάτων (r = -0.552, p ≤ 0.001). Η ανάλυση πολλαπλής παλινδρόμησης αποκάλυψε ότι η φυσική δραστηριότητα και οι μεταβλητές εισόδημα, εκπαίδευση και στάδιο νόσου ήταν σημαντικοί παράγοντες που σχετίζονται με τα καταθλιπτικά συμπτώματα, την αυτοεκτίμηση, το άγχος, τη γενική υγεία και την ποιότητα ζωής στις νεότερες επιζήσασες, ενώ η φυσική δραστηριότητα, το εισόδημα, και η οικογενειακή κατάσταση ήταν σημαντικοί παράγοντες που σχετίζονται με τις εξαρτημένες μεταβλητές για τις μεγαλύτερες σε ηλικία επιζήσασες. Συμπερασματικά, η άσκηση θα πρέπει να συνιστάται στις επιζήσασες του καρκίνου του μαστού, ακόμη και μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας τους και κατά τη διάρκεια της επιβίωσης, ώστε να συμβάλλει μεταξύ άλλων μεταβλητών στην υψηλότερη αυτοεκτίμηση, καλύτερη ποιότητα ζωής, μειωμένο άγχος και λιγότερα συμπτώματα κατάθλιψης.