Όπως φαίνεται από τα παράλληλα χωρία, οι λέξεις οἴμη και οἶμος άρχισαν να χρησιµοποιούνται για να προσδιορίσουν τραγούδια µε µακροσκελείς µυθικές 2 Πβ. Σ Ὀδ. 8.74 διὰ οἴμης, ἀπὸ προοιμίου καὶ διηγήσεως ἐκείνης. 3 Πβ. Ὀδ. 8.479-481 (για τον αοιδό ∆ηµόδοκο) πᾶσι γὰρ ἀνθρώποισιν ἐπιχθονίοισιν ἀοιδοὶ / τιμῆς ἔμμοροί εἰσι καὶ αἰδοῦς, οὕνεκ' ἄρα σφέας / οἴμας Μοῦσ' ἐδίδαξε, φίλησε δὲ φῦλον ἀοιδῶν· 22.347 κ.ε. (µιλά ο Φήµιος) αὐτοδίδακτος δ' εἰμί, θεὸς δέ μοι ἐν φρεσὶν / οἴμας παντοίας ἐνέφυσεν. Επίσης, Ἀνακρεόντεια απ. 34.12-14 φιλέουσι μέν σε (ενν. τέττιγα) Μοῦσαι, / φιλέει δὲ Φοῖβος αὐτός, / λιγυρὴν δ' ἔδωκεν οἴμην. 10 Πβ. Αισχ. Εὐμ. 142. Μεταφορική είναι η χρήση της λέξης στον Προμ. 741: οὓς γὰρ νῦν ἀκήκοας λόγους, / εἶναι δοκεῖ σοι μηδέπω 'ν προοιμίοις (Σ 741a μηδ' ἐπῶν προοιμίοις), καθώς και στον Ευριπίδη, όπου χρησιµοποιείται συνήθως για να δηλώσει τον προάγγελο, την πρώτη ένδειξη ενός πράγµατος, συνήθως κακού (Ἱππ. 568· Ἑκ. 181· Τρ. 712· Ἡρ. 753, 1179). 11 μνησάμενοι τέρπουσιν, ὅταν καθέσωσιν ἀγῶνα. Είναι πιθανόν το απόσπασµα να προέρχεται από έναν συντοµότερο ύµνο που περιελάµβανε, κατά την επισήµανση του ίδιου του Θουκυδίδη, ένα εγκώµιο προς τον ∆ηλιακό χορό των γυναικών, και έκλεινε µε τον χαιρετισµό προς τον Απόλλωνα και την Άρτεµη και την προσωπική αναφορά τού ποιητή στον εαυτό του (3.104.5). 11 Από ό,τι φαίνεται, λοιπόν, τον 5 ο αιώνα ο όρος προοίμιον χρησιµοποιούνταν για να προσδιορίσει και τους οµηρικούς ύµνους. 12 ∆εν γνωρίζουµε αν αυτό σηµαίνει ότι οι ύµνοι αυτοί εκτελούνταν στην αρχή ραψωδικών αγώνων ή θρησκευτικών τελετών προς τιµήν των θεών τούς οποίους υµνούσαν· οι στερεότυπες φράσεις αὐτὰρ ἐγὼ καὶ σεῖο ἄλλης μνήσομ' ἀοιδῆς 13 και σεῦ δ' ἐγὼ ἀρξάμενος μεταβήσομαι ἄλλον ἐς ὕμνον, 14 που συναντάµε στο τέλος όλων σχεδόν των οµηρικών ύµνων, δεν αποκλείεται να υποδηλώνουν κάτι τέτοιο. Το γεγονός όµως ότι οι φράσεις αυτές απαντούν αδιακρίτως σε µεγάλους και µικρούς ύµνους, των οποίων η χρονολόγηση αποκλίνει σηµαντικά, δείχνει ότι δεν είναι βέβαιη η θέση που κατελάµβαναν στη 11 Πβ. Θουκ. 3.104.5 ἀλλ' ἄγεθ', ἱλήκοι μὲν Ἀπόλλων Ἀρτέμιδι ξύν, / χαίρετε δ' ὑμεῖς πᾶσαι. ἐμεῖο δὲ καὶ μετόπισθε / μνήσασθ', ὁππότε κέν τις ἐπιχθονίων ἀνθρώπων / ἐνθάδ' ἀνείρηται ταλαπείριος ἄλλος ἐπελθών· / ὦ κοῦραι, τίς δ' ὔμμιν ἀνὴρ ἥδιστος ἀοιδῶν / ἐνθάδε πωλεῖται, καὶ τέῳ τέρπεσθε μάλιστα; / ὑμεῖς δ' εὖ μάλα πᾶσαι ὑποκρίνασθαι ἀφήμως· / τυφλὸς ἀνήρ, οἰκεῖ δὲ Χίῳ ἔνι παιπαλοέσσῃ. 12 Πβ. Πλάτ. Φαίδ. 60d τὸ εἰς τὸν Ἀπόλλω προοίμιον· ∆ιογ. Λαέρτ. 8.57, ο οποίος αναφέρει ότι ο Εµπεδοκλής είχε γράψει ένα προοίμιον στον Απόλλωνα, που η αδελφή τού φιλοσόφου έκαψε κατά λάθος µαζί µε άλλα ανολοκλήρωτα ποιήµατα για την εκστρατεία τού Ξέρξη εναντίον των Ελλήνων· ο Παυσανίας (10.8.10) κάνει λόγο για ένα προοίμιον του Αλκαίου στον Απόλλωνα, του οποίου η αρχή από ό,τι φαίνεται µας σώζεται στο απ. 307 L-P (ὦναξ Ἄπολλον, παῖ μεγάλος Δίως, …..). Αξίζει να προσέξουµε το µοτίβο του δρόµου στη φράση ἠγερέθονται σὴν ἐς ἀγυιάν από τον οµηρικό ύµνο, όπως τον παραδίδει ο Θουκυδίδης (που φέρνει στον νου το στερεότυπο επίθετο Ἀγυιάτην ή Ἀγυιέα, το οποίο ...