Εισαγωγή. Είναι αναγκαίο να υπάρχουν εναλλακτικές μέθοδοι αντιεπιληπτικής παρέμβασης για τους ασθενείς με φαρμακοανθεκτική επιληψία. Η αντιεπιληπτική δράση της κετογονικής δίαιτας έχει μελετηθεί εκτενώς, δεν έχει διευκρινισθεί πλήρως. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες που εξηγούν αυτήν την δράση. Η κετογονική δίαιτα βελτιώνει τη μιτοχονδριακή λειτουργία και την κυτταρική ενέργεια καθώς και την αναλογία PCr/Cr. H χορήγηση της κρεατίνης μπορεί επίσης να βελτιώσει την κυτταρική ενέργεια. Στόχος της μελέτης είναι να διερευνηθεί το ρόλο της κρεατίνης ως επικουρικής θεραπείας στην κετογονική δίαιτα σε παιδιά με φαρμακοανθεκτική επιληψία. Υλικό και μέθοδος. Πραγματοποιήθηκε μελέτη open label σε 22 παιδιά με ανθεκτική επιληψία που βρίσκονταν ήδη σε αγωγή με κετογονική δίαιτα. Τα κριτήρια ένταξης στην μελέτη αποτελούσαν η ανθεκτική επιληψία, η εφαρμογή της κετογονικής δίαιτας για 4-24 μήνες, χωρίς εξάλειψη σπασμών, με σταθερή τόσο την συχνότητα των σπασμών όσο και της χορηγούμενης αντιεπιληπτικής φαρμακευτικής αγωγής το τελευταίο 3μηνο πριν την χορήγηση της κρεατίνης. Τα 12 από τα 22 παιδιά είχαν εμφανίσει κάποιου βαθμού μείωση της συχνότητας των σπασμών αλλά κανένα παιδί δεν ήταν ελεύθερο επιληπτικών κρίσεων. Σε όλους τους ασθενείς χορηγήθηκε συμπληρωματικά κρεατίνη. Η ανταπόκριση στην θεραπεία αξιολογήθηκε με την διαφορά μεταξύ του αριθμού των επιληπτικών κρίσεων που εμφάνισαν μετά και πριν την θεραπευτική παρέμβαση (εφαρμογή κετογονικής ή και προσθήκη κρεατίνης). Ο πλήρης έλεγχος ορίσθηκε ως μη εμφάνιση επιληπτικών κρίσεων κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η καταγραφή γινόταν από τους γονείς/φροντιστές των παιδιών σε ένα ημερολόγιο. Η διάρκεια εφαρμογής της συγχορήγησης κετογονικής δίαιτας και κρεατίνης ήταν 3-12μήνες. Τα αποτελέσματα της εφαρμογής της κρεατίνης ως επικουρικής θεραπείας στην κετογονική δίαιτα εμφανίζονταν εντός 2 εβδομάδων. Αποτελέσματα. Oι ασθενείς που μετείχαν σε όλη την διάρκεια της μελέτης ήταν 13 αγόρια και 9 κορίτσια, με μέσο όρο ηλικίας τους 50,77 μήνες. Όσον αφορά στην διάγνωση της επιληψίας η πιο συχνή ήταν η ιδιοπαθής επιληψία 22,7% και το σύνδρομο Lennox-Gastaut 18,2% ενώ σε ότι αφορά τον τύπο σπασμών, συχνότεροι ήταν οι βρεφικοί σπασμοί 22,7% και οι σπασμοί τύπου grand mal 18,2 %. Από τους 22 ασθενείς οι 12 παρουσίασαν μείωση στην συχνότητα των σπασμών από 20-70% μόνο με την εφαρμογή της κλασσικής κετογονικής δίαιτας. Σε κανέναν ασθενή δεν παρουσιάσθηκε πλήρης εξάλειψη των σπασμών ενώ 10 από τους ασθενείς δεν είχαν καμία ανταπόκριση στην εφαρμογή της κετογονικής δίαιτας. Η επικουρική χρήση της κρεατίνης συμπληρωματικά στην κετογονική δίαιτα προκάλεσε πλήρη διακοπή των επιληπτικών κρίσεων σε 2 από τους 22 ασθενείς και αναφέρθηκε μείωση κατά 70% έως 90% στη συχνότητα των επιληπτικών κρίσεων σε 4 άλλους ασθενείς. Η βελτίωση στη συχνότητα των επιληπτικών κρίσεων μετά την προσθήκη κρεατίνης παρουσίασε σημαντική συσχέτιση με τη βελτίωση από την κετογονική δίαιτα με r2:0.932 και p:0.001. Η κρεατίνη έγινε καλώς ανεκτή από όλους τους ασθενείς και δεν επηρέασε το επίπεδο της κέτωσης, που επιτεύχθηκε με την κετογονική δίαιτα. Συμπεράσματα. Η μελέτη περιλαμβάνει μικρό αριθμό ασθενών, εντούτοις η επίδραση της επικουρικής χρήσης της κρεατίνης στην κετογονική δίαιτα σε παιδιά με ανθεκτική επιληψία φαίνεται να είναι είτε θετική είτε ουδέτερη. Η ανταπόκριση στη χορήγηση κρεατίνης φαίνεται να εξαρτάται έντονα από προηγούμενη ανταπόκριση στην κετογονική δίαιτα καθώς οι ασθενείς που δεν είχαν βελτιωθεί με την κετογονική δίαιτα δεν εμφάνισαν καμία βελτίωση με την επικουρική χορήγηση της κρεατίνης. Υποθέτουμε ότι η συμπληρωματική χορήγηση της κρεατίνης μπορεί να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της κετογονικής δίαιτας στη μείωση των επιληπτικών κρίσεων, πιθανώς αυξάνοντας τη φωσφοκρεατίνη και ενισχύοντας την ενεργειακή ισορροπία του εγκεφάλου.