Παρά τη βελτίωση της κατανόησής μας αναφορικά με τη βιολογική βάση της λευχαιμίας, η γνώση μας για τους αιτιολογικούς παράγοντες που οδηγούν στην ανάπτυξη της νόσου παραμένει περιορισμένη. Έως σήμερα αντίστοιχη επίδραση έχει τεκμηριωθεί μόνο για την ιοντίζουσα ακτινοβολία, το βενζόλιο και τα κυτταροστατικά φάρμακα, ενώ εξετάζεται η πιθανή συσχέτιση της νόσου με την έκθεση σε μια σειρά από χημικούς αλλά και βιολογικούς παράγοντες κινδύνου.Για τους σκοπούς της μελέτης, συγκεντρώθηκε δείγμα 167 ενήλικων ασθενών με λευχαιμία και 372 υγιών μαρτύρων, από νοσοκομεία της Αττικής και της περιφέρειας, και καταγράφηκε με τη χρήση ειδικού ερωτηματολογίου η απασχόλησή τους σε αγροτο-κτηνοτροφικές μονάδες. Πέρα από την εργασία με ζώα, ελέγχθηκε η παράλληλη έκθεσή τους σε εντομοκτόνα, φυτοφάρμακα καθώς και μια σειρά φυσικών και χημικών παραγόντων με ενδεχόμενη επίδραση στον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.Ελέγχοντας το συγχυτικό ρόλο άλλων παραγόντων, η απασχόληση για διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών στην εκτροφή ζώων φαίνεται να αποτελεί στατιστικά σημαντικό ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη λευχαιμίας, και συγκεκριμένα για τους τύπους της Οξείας (p-value 0.01) και Χρόνιας (p-value 0.05) Μυελογενούς Λευχαιμίας, και της Χρόνιας Λεμφογενούς Λευχαιμίας (p-value 0.04). Μάλιστα, η θετική συσχέτιση με τη νόσο παρουσιάζεται επιμέρους και για τα διαφορετικά είδη εκτρεφόμενων ζώων, όπου φαίνεται η επίδρασή της έκθεσης να είναι ισχυρότερη για μικρότερα ζώα όπως τα πουλερικά και τα πρόβατα, και λιγότερο ισχυρή για μεγαλύτερα είδη όπως οι χοίροι και τα βοοειδή. Αν και απαιτούνται περαιτέρω έρευνες για την τεκμηρίωση της επίδρασης του συγκεκριμένου παράγοντα στη νόσο, και για την αποσαφήνιση της βιολογικής βάσης μιας αντίστοιχης συσχέτισης, τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης είναι ιδιαίτερα σημαντικά καθώς ενισχύεται περαιτέρω η θεωρία της μεσολάβησης κάποιου λοιμώδους αιτίου, ελέγχοντας μάλιστα ικανοποιητικά μια ευρεία ομάδα συγχυτικών παραγόντων που ενδεχομένως επηρέασαν τα ευρήματα προηγούμενων ερευνητών.