Το ενδογενές σύστημα των κανναβινοειδών αλληλεπιδρά σε μεγάλο βαθμό με τα νευροδιαβιβαστικά συστήματα του εγκεφάλου και φαίνεται να εμπλέκεται σε διάφορες λειτουργίες συμπεριλαμβανομένης της ρύθμισης του κυκλώματος των βασικών γαγγλίων καθώς και της κινητικής συμπεριφοράς. Με την παρούσα εργασία μελετήσαμε την επίδραση της οξείας και χρόνιας επίδρασης του μη εκλεκτικού αγωνιστή του CB1 υποδοχέα των κανναβινοειδών, WIN55,212-2, στην ειδική δέσμευση καθώς και στα επίπεδα mRNA των υποδοχέων και μεταφορέα της ντοπαμίνης καθώς και των GABAA υποδοχέων στον προμετωπιαίο φλοιό (PFC), το ραβδωτό, τον επικλινή πυρήνα (NΑc), τη μέλαινα ουσία (SN) και το κοιλιακό καλυπτριδικό πεδίο (VTA). Για το σκοπό αυτό χρησιμοποιήσαμε τρια μοντέλα χορήγησης του κανναβινοειδικού αγωνιστή. Στο πρώτο μοντέλο, οι επίμυες δέχθηκαν ενδοπεριτοναϊκή ένεση του WIN55,212-2 (0, 0,.1, 0.,3, or ή 1 mg/kg) για 20 συνεχόμενες ημέρες, οπότε και τα πειραματόζωα θυσιάστηκαν, απομονώθηκαν οι εγκέφαλοι και προετοιμάστηκαν για τα πειράματα της in vitro αυτοραδιογραφίας και in situ υβριδοποίησης για τους ανωτέρω ντοπαμινεργικούς και GABAεργικούς δείκτες. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η συστηματική χορήγηση του αγωνιστή προκάλεσε μειωμένα επίπεδα mRNA των D2 αυτοϋποδοχέων στις περιοχές της SN και του VTA και αυξημένα επίπεδα ειδικής δέσμευσης και mRNA για τους D1 υποδοχείς στον NAc. Επιπλέον, στην περιοχή της SN παρατηρήθηκαν μειωμένα επίπεδα ειδικής δέσμευσης και mRNA για τον μεταφορέα της ντοπαμίνης (DAT). Στο δεύτερο μοντέλο χορήγησης πραγματοποιήθηκε χρόνια χορήγηση (20 ημέρες) του WIN55,212-2 σε στη δόση 1 mg/kg και εν συνεχεία οι επίμυες απείχαν από τον αγωνιστή για διάστημα 7 ημερών. Την τελευταία ημέρα της αποχής τα πειραματόζωα θυσιάστηκαν και ακολούθησαν πειράματα in vitro αυτοραδιογραφίας και in situ υβριδοποίησης για τους υποδοχείς και μεταφορέα της ντοπαμίνης, την υδροξυλάση της τυροσίνης (ΤΗ) καθώς και για τους CB1 υποδοχείς στις προαναφερθείσες περιοχές. Στα αποτελέσματα μας παρατηρήθηκε στατιστικά σημαντική αύξηση των ειδικών θέσεων δέσμευσης για τους υποδοχείς ντοπαμίνης D1 και D2 στην περιοχή του μετωπιαίου φλοιούPFC καθώς και στατιστικά σημαντική μείωση των επιπέδων δέσμευσης και mRNA του DAT στις περιοχές της SN/VTA μετά τη χορήγηση του WIN55,212-2. Ωστόσο, μετά το διάστημα αποχής τα συγκεκριμένα επίπεδα αυξήθηκαν. Κατά το τελευταίο μοντέλο, οι επίμυες διαχωρίστηκαν σε τρεις ομάδες. Η πρώτη δέχθηκε μια και μόνο ένεση του WIN55,212-2 (1mg/kg), στη δεύτερη χορηγήθηκε το έκδοχο και αποτελούσε την ομάδα μάρτυρα, ενώ στην τρίτη ομάδα είχε προηγηθεί η χορήγηση του ανταγωνιστή του CB1 υποδοχέα, ΑΜ251. Όλοι οι επίμυες θυσιάστηκαν 2 ώρες μετά την τελευταία ένεση. Πειράματα in vitro αυτοραδιογραφίας και in situ υβριδοποιήσης πραγματοποιήθηκαν και σε αυτό το μοντέλο για τους δείκτες που αναφέρθηκαν και στις άλλες δυο περιπτώσεις. Η οξεία χορήγηση του κανναβινοειδικού αγωνιστή επέδειξε μειωμένα επίπεδα τόσο της ειδικής δέσμευσης όσο και του mRNA του DAT στη SN/VTA καθώς και μειωμένα επίπεδα mRNA για την ΤΗ και την D2S ισομορφή στις ίδιες περιοχές, ενώ παρέμειναν αμετάβλητα στην ομάδα που είχε προηγηθεί η χορήγηση του ανταγωνιστή. Τα αποτελέσματα της παρούσας διατριβής έδειξαν σημαντικές αλλαγές στο ντοπαμινεργικό και GABAεργικό σύστημα του εγκεφάλου των επίμυων μετά από χρόνια και οξεία χορήγηση του συνθετικού αγωνιστή των CB1 υποδοχέων, WIN55,212-2. Οι αλλαγές αυτές ενδεχομένως να υποδεικνύουν πιθανές νευροπροσαρμοστικές μεταβολές στα ανωτέρω νευροδιαβιβαστικά συστήματα, οι οποίες εξαρτώνται από την περιοχή, το νευροδιαβιβαστή και τη δόση του χορηγούμενου κανναβινοειδούς.