Ο καρκίνος του πνεύμονα είναι μία από τις πιο επιθετικές μορφές καρκίνου και αποτελεί παγκοσμίως την πρώτη αιτία θανάτου στους άνδρες και τις γυναίκες. Η κυριότερη αιτία είναι το κάπνισμα, ενώ η ρύπανση και άλλες χημικές ουσίες διαδραματίζουν μικρότερο ρόλο. Το 80-85% των περιπτώσεων του καρκίνου του πνεύμονα είναι μη-μικροκυτταρικός καρκίνος πνεύμονα (ΜΜΚΠ). Για τον προγραμματισμό της βέλτιστης θεραπευτικής στρατηγικής και την εγκυρότερη πρόγνωση, η ακριβής πληροφόρηση για την αρχική ανατομική έκταση του όγκου (σταδιοποίηση όγκου) είναι επιτακτική. Η χειρουργική αντιμετώπιση για τα πρώιμα στάδια του ΜΜΚΠ παραμένει η βέλτιστη προσπάθεια θεραπείας του και η μόνη που παρέχει δυνατότητα πλήρους ίασης, αλλά είναι μία σοβαρή επέμβαση, και για αυτό δεν αποτελεί ιδανική θεραπευτική γραμμή για τον καθένα. Οι μάταιες θωρακοτομές θα πρέπει να αποφεύγονται γιατί μειώνουν το προσδόκιμο επιβίωσης και την ποιότητα ζωής του ασθενούς.Πρωταρχικός σκοπός του παρόντος ερευνητικού έργου είναι η αξιολόγηση της PET/CT scan σε συνδυασμό με MRI εγκεφάλου, ως μοναδικού τρόπου σταδιοποίησης του μη-μικροκυτταρικού καρκίνου του πνεύμονα, με προοπτική καταγραφή της ακρίβειας, της αξιοπιστίας και του κόστους.Για τις ανάγκες της μελέτης αυτής, από τον Δεκέμβριο 2014 έως τον Νοέμβριο του 2016 συλλέχθηκαν και καταγράφηκαν προοπτικά τα στοιχεία 30 νεοδιαγνωσθέντων ασθενών με ΜΜΚΠ οι οποίοι παραπέμφθηκαν για ογκολογική εκτίμηση, θεραπεία και αντιμετώπιση στην Ογκολογική μονάδα της 3ης Πανεπιστημιακής Παθολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, που φιλοξενείται στο Γενικό Νοσοκομείο Νοσημάτων Θώρακος Αθηνών «Η Σωτηρία». Η καταγραφή και παρακολούθηση των περιστατικών διενεργήθηκε μέσα από τα αρχεία των φακέλων των νέων ασθενών της Ογκολογικής Μονάδας που προσήλθαν από τον Δεκέμβριο 2014 και μετά. Η διαγνωστική και θεραπευτική διαδικασία παρακολουθήθηκε έως τον Νοέμβριο 2016 οπότε και σταμάτησε η καταγραφή των στοιχείων. Ημερομηνίες, διαγνώσεις και κόστη εξετάσεων που διενεργήθηκαν στον κάθε ασθενή καθ’ όλη τη διάρκεια καταγραφής των στοιχείων (αξονική τομογραφία θώρακα, PET/CT scan, μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, κυτταρολογικές και ιστολογικές εξετάσεις, επαναληπτικές εξετάσεις, κύκλοι χημειοθεραπειών, χειρουργική επέμβαση, ημέρες νοσηλείας). Στους συγκεκριμένους ασθενείς πραγματοποιήθηκε σταδιοποίηση και με αξονική τομογραφία (CT) θώρακα και με τον συνδυασμό PET/CT και μαγνητικής τομογραφίας (MRI) εγκεφάλου, αλλά η απόφαση για το αν θα προχωρήσουν σε χειρουργική επέμβαση ή όχι, λήφθηκε βάσει της σταδιοποίησης που διενεργήθηκε με την PET/CT. H MRI εγκεφάλου έγινε για να αποκλειστούν ασθενείς από τη μελέτη σε περίπτωση που ήταν θετική, κι επίσης εξαιρέθηκαν ασθενείς που βάσει της CT ήταν σταδίου IIIB και IV. Τέλος, στη μελέτη δεν περιλήφθηκαν οι ασθενείς που επισκέφθηκαν τον ογκολόγο μετά από θωρακοτομή, επιτυχημένη ή μη.Αποδείχθηκε στην παρούσα μελέτη ότι υπήρξε απόκλιση μεταξύ της κλινικής σταδιοποίησης με CT θώρακα μόνη της και PET/CT μόνη της στο 50% των περιπτώσεων. Κατά τη διάγνωση με την PET/CT αποκαλύφθηκαν μεταστάσεις που δεν είχαν ανιχνευθεί με την αξονική τομογραφία (στο 20% των περιπτώσεων) ή λεμφαδενικές μεταστάσεις που είχαν υποδιαγνωσθεί (στο 26,7% των περιπτώσεων, καθώς και διαφοροποίηση στη σταδιοποίηση του ενδείκτη Τ (στο 30% των περιπτώσεων). Οι ασθενείς χωρίστηκαν σε 3 ομάδες, αυτούς που χειρουργήθηκαν μετά τη σταδιοποίηση με PET/CT (7), σε αυτούς που πριν το χειρουργείο έπρεπε να υποβληθούν σε εισαγωγική χημειοθεραπεία (9) και σε αυτούς που ακόμα και μετά τη χορήγηση εισαγωγικής χημειοθεραπείας παρέμειναν μη χειρουργήσιμοι (14).Βάσει της σταδιοποίησης με αξονική τομογραφία, εννέα ασθενείς μπορούσαν να προχωρήσουν απευθείας σε χειρουργική επέμβαση χωρίς καμία άλλη απεικονιστική διαδικασία ή/και χημειοθεραπεία σε συνδυασμό ή όχι με ακτινοθεραπεία, από τους οποίους τελικά μόνο τρεις από αυτούς μπορούσαν να προχωρήσουν απευθείας σε θωρακοτομή. Από τους υπόλοιπους έξι ασθενείς, οι τρεις έπρεπε πρώτα να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία (σε συνδυασμό ή όχι με ακτινοθεραπεία) και οι άλλοι τρεις ήταν σημαντικά υποσταδιοποιημένοι συγκριτικά με τη σταδιοποίηση της PET/CT και αποδείχθηκαν μη χειρουργήσιμοι. Έτσι, ένα 10% άσκοπων θωρακοτομών αποφεύχθηκε εντελώς ενώ άλλο ένα 10% χειρουργήθηκε μετά από τη χημειοθεραπεία (σε συνδυασμό ή όχι με ακτινοθεραπεία) με καλύτερη προγνωστική εικόνα.Στους ασθενείς που πρώτα έπρεπε να λάβουν χημειοθεραπεία και μετά να υποβληθούν σε θωρακοτομή, παρατηρήθηκε σημαντική βελτίωση της εικόνας του ασθενούς και υποσταδιοποίηση, συγκρίνοντας τη διεγχειρητική σταδιοποίηση σε σχέση με την κλινική (βάσει της PET/CT), στους οχτώ από τους εννέα ασθενείς.Το μέσο κόστος για τους ασθενείς που χειρουργήθηκαν απευθείας ήταν 6.066€, για εκείνους που υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία (σε συνδυασμό ή όχι με ακτινοθεραπεία) πριν την επέμβαση ήταν 9.068€ και για αυτούς που παρέμειναν μη χειρουργήσιμοι ήταν 5.109€. Το μέσο κόστος της αρχικής σταδιοποίησης με το συνδυασμό PET/CT και MRI εγκεφάλου ήταν 1.330€ ενώ το μέσο κόστος για μία χειρουργική επέμβαση ήταν 4.500€.Φαίνεται εύλογο λοιπόν να χρησιμοποιούμε τη σταδιοποίηση με PET/CT για να επιλέξουμε τη βέλτιστη στρατηγική θεραπείας και να προχωρήσουμε ή όχι σε μία εκτομή σε ασθενείς με ΜΜΚΠ. Όχι μόνο από οικονομικής απόψεως, αλλά και προγνωστικής λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές επιπλοκές τόσο διεγχειρητικά όσο και μετεγχειρητικά, καθώς και ότι η πλήρης ανάρρωση από τη χειρουργική επέμβαση καρκίνου του πνεύμονα συνήθως διαρκεί εβδομάδες έως μήνες.Εν κατακλείδι, η ακριβής σταδιοποίηση των ασθενών με ΜΜΚΠ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον καθορισμό της κατάλληλης στρατηγικής θεραπείας και τη βελτιστοποίηση της πρόγνωσης του ασθενούς. Ο συνδυασμός της PET/CT και της μαγνητικής τομογραφίας του εγκεφάλου αποτελεί μία αξιόπιστη μέθοδο για τον εντοπισμό όγκων και λεμφαδενικών μεταστάσεων συν την ανίχνευση απομακρυσμένων μεταστάσεων, μειώνοντας τις περιττές θωρακοτομές και τη σχετιζόμενη νοσηρότητα αλλά και το συνολικό κόστος.