Την τελευταία εικοσαετία, η ύπαρξη υποδοχέων της σωματοστατίνης σε καρκινικά κύτταρα νευροενδοκρινών ή μη ενδοκρινών όγκων, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του θυρεοειδούς, οδήγησε στην προσπάθεια ανίχνευσης αρνητικών στο ιώδιο μεταστάσεων του διαφοροποιημένου καρκίνου του θυρεοειδούς, καθώς και μεταστατικών βλαβών του μυελοειδούς καρκίνου του θυρεοειδούς, με το γνωστό ανάλογο της ενδογενούς ορμόνης σωματοστατίνης, indium-111-labeled DTPA-octreotide (¹¹¹In-pentetreotide). Σκοπός της παρούσας διατριβής ήταν η αξιολόγηση του νεότερου συνθετικού αναλόγου της σωματοστατίνης, depreotide, που επισημαίνεται με το τεχνήτιο-99m (⁹⁹ᵐTc-depreotide), στην επανασταδιοποίηση του καρκίνου του θυρεοειδούς. Διενεργήθηκε ολοσωματικό και τομογραφικό (single-photon emission tomography- SPET) σπινθηρογράφημα σε ασθενείς με χειρουργηθέντα καρκίνο του θυρεοειδούς με αυξημένα επίπεδα των ειδικών καρκινικών δεικτών ή ύποπτα ευρήματα από τον υπόλοιπο απεικονιστικό έλεγχο. Σε όλη την ομάδα των ασθενών μας, το σπινθηρογράφημα με ⁹⁹ᵐTc-depreotide παρουσίασε ευαισθησία 86,9% και ειδικότητα 66,6%, ενώ οι συμβατικές ακτινολογικές μέθοδοι έδειξαν ευαισθησία 70,8% και ειδικότητα 87,5%. Επίσης, έγινε συνεκτίμηση των αποτελεσμάτων με τις καθιερωμένες ραδιονουκλιδικές τεχνικές. Σε μερικές περιπτώσεις, ο συνδυασμός των κλινικοεργαστηριακών και απεικονιστικών ευρημάτων ή η χειρουργική εξαίρεση μεταστατικών διηθήσεων και η ιστοπαθολογία παρείχαν την οριστική διάγνωση, ενώ σε άλλες η επιβεβαίωση βασίστηκε στην πορεία της νόσου κατά τη διάρκεια διετούς παρακολούθησης. Το σπινθηρογράφημα με ⁹⁹ᵐTc-depreotide παρουσιάζει υψηλή ευαισθησία στην ανίχνευση μεταστατικών εστιών του καρκίνου του θυρεοειδούς, με άμεση αντανάκλαση της εξέλιξης της νόσου σε παθοφυσιολογικό επίπεδο. Σε ασθενείς με διαφοροποιημένο καρκίνο του θυρεοειδούς, φαίνεται να απεικονίζει τις μη-ιωδιοφιλικές μεταστατικές εστίες, χωρίς την ανάγκη να διακοπεί η θεραπεία υποκατάστασης με θυροξίνη ή να χρησιμοποιηθεί ανασυνδυασμένη ανθρώπινη θυρεοτροπίνη. Με βάση τα αποτελέσματά μας, φαίνεται ότι σε ασθενείς με υποτροπιάζοντα ή μεταστατικό διαφοροποιημένο ή μυελοειδή καρκίνο του θυρεοειδούς, υφίσταται θετική συσχέτιση μεταξύ της πρόσληψης του ραδιοφαρμάκου και των επιπέδων των ειδικών καρκινικών δεικτών. Περαιτέρω μελέτες σε μεγαλύτερο αριθμό ασθενών μπορεί να καθιερώσουν μια οριστική συσχέτιση, καθώς και την κλινική σημασία της. Επιπλέον η εξέταση δίνει σχετικά χαμηλή δόση ακτινοβολίας στους πάσχοντες. Τέλος, επιτρέπει την εφαρμογή εναλλακτικής θεραπευτικής προσέγγισης με τη χρησιμοποίηση "ψυχρών" ή "θερμών" αναλόγων της σωματοστατίνης, που αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερο έδαφος στα κλινικά δρώμενα. Η συμπληρωματική χρήση της μεθόδου κατά την παρακολούθηση των ασθενών με καρκίνο του θυρεοειδούς κρίνεται αναγκαία, επειδή παρέχει πολύτιμες πληροφορίες, ειδικά σε περιπτώσεις με αυξημένα επίπεδα θυρεοσφαιρίνης ή/και καλσιτονίνης και αρνητικό ολοσωματικό σπινθηρογράφημα με ¹³¹I ή ¹²³/¹³¹I-MIBG ή ⁹⁹ᵐTc -(V)DMSA.