Αντικείμενο της διατριβής είναι η ιστορική μορφή και δράση του Αριστείδη Λυσιμάχου από τον δήμο Αλωπεκής ('AlwpekÁqen) (535-467 π.Χ), κατά τη μετάβαση από την τυραννίδα στη δημοκρατία. Αρχικά επισημαίνεται ότι οι γραμματειακές πηγές και η «μετάφρασή» τους, αποτελούν θέμα ιστορικής διερεύνησης, ενώ το «δίκαιο» εκλαμβάνεται ως ανοικτό ερώτημα, υποκείμενο στον ορίζοντα των προσδοκιών της εκάστοτε εποχής και όχι ως σταθερό μέγεθος με αμετάβλητο τον πυρήνα του∙ ως «έννοια» και όχι ως «ιδέα». Διαπιστώνεται ότι η δικαιοσύνη του Αριστείδη εντάσσεται στον χώρο του «ανταποδοτικού δικαίου» της αρχαϊκής εποχής, ενώ η παραδειγματική προβολή του αθηναίου πολιτικού (στον Πλούταρχο) είναι επηρεασμένη από την αττική κωμωδία, τους ρήτορες, το πυθαγόρειο και σωκρατικό πρότυπο φιλοσοφικών σχολών.Στη συνέχεια, αξιοποιώντας και αρχαιολογικά δεδομένα, εξετάζονται οι παράγοντες που συνέβαλλαν στην ανάδειξη του Αριστείδη ως μια από τις ηγετικές μορφές των Αθηνών, δηλαδή η καταγωγή του, ο δήμος προέλευσης, οι πολιτικές συμμαχίες. Εντοπίζεται η δράση του πατέρα του, Λυσιμάχου, ως ταμία της θεάς Αθηνάς (550 π.Χ.), η πατρόθεν καταγωγή του από το ελευσίνιο γένος των Κηρύκων και η διπλωματική δράση του γένους, η ένταξή του σε συμποτικούς κύκλους του άστεως και στην «εταιρεία» (˜taire…a) του Κλεισθένη και η τελετουργική ξενία με τον Δάτη. Αναδεικνύεται επίσης ο κομβικός ρόλος του αστικού δήμου Αλωπεκής στο νέο φυλετικό σύστημα του Κλεισθένη και οι συμμαχίες με Αλκμεωνίδες, Κήρυκες, Σαλαμινίους της Αντιοχίδας φυλής. Διερευνάται επίσης ο τρόπος με τον οποίο ο Αριστείδης διακρίθηκε στον «αγώνα» (¢gîna) της πολιτικής ανάμεσα σε γόνους επιφανών οικογενειών, η αντιπαράθεσή του με το Θεμιστοκλή και τα αξιώματα στα οποία αναδείχτηκε, έως και τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Σε αυτό το πλαίσιο, η ανάδειξη της συλλογικής ταυτότητας των Αθηναίων μέσω και της «δημόσιας» λατρείας των Ελευσινίων, η πιθανή εισήγησή του για την οικοδόμηση της Θόλου, το αξίωμα του «γυναικονόμου», αποτυπώνουν όψεις της κλεισθένειας «ισονομίας» („sonom…aj), που ο Αριστείδης ενστερνίζεται και προωθεί. Παρά ταύτα, ο Αθηναίος πολιτικός εξακολουθεί να κινείται στον παραδοσιακό χώρο των «εταιρειών» και «των συγγενών», αλλά και των συνδημοτών (˜taireiîn, suggenîn, dhmotîn). Η πιθανή εκλογή του ως στρατηγού στο Μαραθώνα τον εντάσσει σε όσους υπερασπίστηκαν την πόλη, δεν τον καθιστά όμως σύμμαχο του Μιλτιάδη και εκφραστή των «γαιοκτημόνων».Οι αριστοκρατικές οικογένειες που πλουτίζουν από τα μεταλλεία του Λαυρίου και η συναφής εμπλοκή τους στην πώληση αργύρου υποδεικνύουν ότι ο πολιτικός κύκλος του Αριστείδη ήταν εξοικειωμένος με το «μεγάλο» εμπόριο, τη βιοτεχνική δραστηριότητα και τους κινδύνους των εμπορικών δρόμων της Μεσογείου. Οι σχέσεις του αθηναίου πολιτικού με την εμπορική αριστοκρατία της Αίγινας και ποικίλες διασυνδέσεις μελών του γένους του εκτός των ορίων της πόλης, απομακρύνουν τον Αριστείδη από όσους αμφισβητούν την «προς την θάλατταν κοινωνίαν». Ο οστρακισμός του το 483/2, όταν ναυπηγήθηκε ο αθηναϊκός στόλος των τριήρεων, αποδίδεται στην εναντίωσή του στη χρηματοδότηση από τα κέρδη των μεταλλείων ενός νέου πολυδάπανου τύπου πλοίου, αμιγώς πολεμικού και στον δημόσιο χαρακτήρα της επάνδρωσής του από τους «θήτες».Η συνεργασία του με τον Θεμιστοκλή κατά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, η οποία σηματοδοτεί την αποδοχή της αξιοποίησης των τριήρεων, σε συνδυασμό με την κληροδοτημένη τέχνη της διπλωματίας των Κηρύκων, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για τη μετέπειτα δράση του στη συμμαχία της Δήλου.