Το θέμα της διατριβής είναι η Οικιστική οργάνωση και χωροταξία στη Σαλαμίνα από τον 6ο ως τον 1ο αι. π.Χ. Η υπό εξέταση περίοδος αντιστοιχεί στο διάστημα κατά το οποίο μία μικρή και ασήμαντη περιοχή στο ανατολικό άκρο της Σαλαμίνας μετατρέπεται σε διοικητικό και θρησκευτικό κέντρο του νησιού, στο πλαίσιο της πολιτικής βούλησης της Αθήνας. Οι πολιτικές αυτές εξελίξεις αποτυπώνονται μέσα από ποικίλες αρχαιολογικές ενδείξεις και αντικατοπτρίζονται στην οικιστική ανάπτυξη του συνόλου του νησιού. Η ταξινόμηση και αξιολόγηση του διαθέσιμου αρχαιολογικού υλικού οδήγησε στην κατάρτιση καταλόγου 224 θέσεων και μνημείων. Ορίστηκαν πέντε χρονικές ενότητες, τα κριτήρια των ορίων των οποίων βασίστηκαν στις οικιστικές φάσεις ή/και σημαντικά ιστορικά γεγονότα. Η ερμηνεία των δομών επιχειρείται μέσα από τον συνδυασμό γεωγραφικών και τοπογραφικών χαρακτηριστικών, αλλά και μέσα από τον σχολιασμό θέσεων και μνημείων από τον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο. Ταυτόχρονα, οι παραπάνω πληροφορίες εξετάζονται υπό το πρίσμα του ιστορικού, πολιτικού και κοινωνικού πλαισίου. Διαπιστώνεται διασπορά δομών σε ολόκληρο το νησί και παρέχονται πλούσιες μαρτυρίες για την εκμετάλλευση των πηγών, η οποία αφορά από τις βραχονησίδες περιμετρικά του νησιού, όπου αναπτύσσονται διάφορες δομές (πύργοι-φάροι) και ασχολίες (αλιεία, κτηνοτροφία), ως τις κορυφές και πλαγιές βουνών (δομές για κτηνοτροφία, πύργοι επόπτευσης). Η έλλειψη αρχιτεκτονικών καταλοίπων σε κάποιες θέσεις συχνά αντισταθμίζεται από άλλες ενδείξεις (π.χ. κινητά ευρήματα).Μεγαλύτερη οικιστική δραστηριότητα συγκεντρώνεται στο βόρειο, ανατολικό και κεντρικό τμήμα του νησιού. Πέρα από το στοιχείο της ύπαρξης περισσότερων γαιών για αγροτικο-κτηνοτροφική εκμετάλλευση, είναι πιθανό κάποιους αυτόνομους όρμους στο νότιο τμήμα να τους εκμεταλλεύονται πλούσιοι γαιοκτήμονες. Όλες οι θέσεις στο βόρειο, ανατολικό και κεντρικό τμήμα έχουν άνετη πρόσβαση δια ξηράς, ενώ για εκείνες στο νότιο η προσέγγιση θα ήταν ευκολότερη δια θαλάσσης.Το άστυ συγκεντρώνει το σύνολο των διοικητικών δομών, παρά την έλλειψη στοιχείων. Στο άστυ συγκεντρώνεται σημαντικό μέρος των εργαστηριακών δραστηριοτήτων, ενώ στη χώρα αναγνωρίζονται κάποιες ακόμα εργαστηριακές δομές. Σε δύο περιπτώσεις διαπιστώνεται ότι η ανάπτυξη εργαστηρίων σχετίζεται με σημαντικά ιστορικά γεγονότα, όπως η εγκατάσταση κληρούχων στο νησί στα τέλη του 6ου αι. π.Χ. (κεραμικό εργαστήριο στο Αμπελάκι), και η καταστροφή της Κορίνθου το 146 π.Χ. (κεραμικό εργαστήριο στα Κανάκια), όπου και στις δύο περιπτώσεις γίνεται εμφανής η ανάγκη να καλυφθούν οι αυξανόμενες απαιτήσεις των αγορών. Τα ιερά αναπτύσσονται κατά κύριο λόγο στο άστυ και τα περίχωρά του. Στην πόλη υπάρχουν τα ιερά της Δήμητρας, του Διονύσου, της Άρτεμης, της Βενδίδος, του Ασκληπιού, του Ερμή, του Αίαντα και των Δώδεκα Θεών. Στη χώρα τα ιερά της Αθηνάς και του Ενυαλίου έχουν πολιτικό και πολεμικό συμβολισμό, ενώ τα ιερά του Δία, του Αίαντα, του Πάνα και του Διονύσου έχουν αγροτικό χαρακτήρα. Υπάρχουν λατρευτικά αγάλματα και αναθήματα και αναγνωρίζεται πλήθος τελετουργιών και εορτών. Το νησί δεν είναι αποκομμένο από το υπόλοιπο Αιγαίο και διαπιστώνονται ακμαίες εμπορικές σχέσεις με άλλες περιοχές, μέσα από εμπορικούς αμφορείς, νομίσματα, εισηγμένα κεραμικά είδη κ.λπ. Αναγνωρίζονται μέτοικοι ή δούλοι από διάφορα σημεία του αρχαίου κόσμου (Πελοπόννησο, Θράκη, Βόρεια Αφρική, Φρυγία) και οι πληροφορίες αντλούνται κυρίως από τα επιτύμβια μνημεία.Η Αθήνα καθορίζει την οικιστική οργάνωση στο νησί, όπως και την ενίσχυση των ιδεολογικών δεσμών Αθήνας-Σαλαμίνας. Ο Σόλων, ο Αίας και η ναυμαχία του 480 π.Χ. αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της αθηναϊκής ιστορίας του νησιού. Ο Σόλων παρουσιάζεται διαχρονικά ως η πιο ισχυρή και σημαίνουσα προσωπικότητα με συγγενικούς δεσμούς με το νησί. Ο Αίας χρησιμοποιείται τον 6ο αι. π.Χ. ως το απόλυτο εργαλείο χειραγώγησης. Στερημένος πλέον από τις πολεμικές του ιδιότητες παρουσιάζεται ως ένας μακρινός αλλά σεβάσμιος πρόγονος. Η ναυμαχία του 480 π.Χ. αποτελεί το σημαντικότερο ορόσημο για την αθηναϊκή ιστορία, αφού υπήρξε το εφαλτήριο για τη δημιουργία της Αθηναϊκής αυτοκρατορίας. Επιπλέον, τον 1ο αι. π.Χ., η αναζήτηση της διαμόρφωσης του πολιτιστικού υποβάθρου της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας θα συμβάλει στην ανακάλυψη και αναζωπύρωση του μύθου (και) της Σαλαμίνας. Μέσα από τη διατριβή αναδεικνύεται η ανάγκη σύνδεσης αρχαιολογικού αποθέματος και ιστορικού πλαισίου, για την όσο το δυνατό ορθότερη προσέγγιση και ερμηνεία της ανθρώπινης δραστηριότητας στο νησί.