Αντικειμενικός σκοπός : Να εκτιμήσουμε την διαγνωστική αξία της εξωτυμπανικής ηλεκτροκοχλιογραφίας (ET ECochG) σε ασθενείς με περιφερικού και κεντρικού τύπου αιτιολογία ιλίγγου. Επιπροσθέτως, στόχος είναι να συγκρίνουμε την διαγνωστική συνεισφορά της ET ECochG με την ηλεκτροφυσιολογική εξέταση των αιθουσαίων προκλητών μυογενών δυναμικών [cervical vestibular evoked myogenic potentials (cVEMP)], καθώς και με την βιντεονυσταγμογραφία (VNG – caloring testing), σε ομάδες ασθενών που υποφέρουν από ίλιγγο / ζάλη, με απώτερο σκοπό να ανακαλύψουμε την αποτελεσματικότερη εργαστηριακή εξέταση, με αναφορά τόσο στην ευαισθησία όσο και στην ειδικότητά της. Σχεδιασμός μελέτης: Προοπτική ανάλυση σε τριτοβάθμιο πανεπιστημιακό νοσοκομείο (Π.Γ.Ν. «ATTIKON»). Μέθοδος: Μελετήσαμε 110 ασθενείς με περιφερικού τύπου λαβυρινθική διαταραχή [κυρίως νόσο Meniere (MD), Καλοήθη Παροξυσμικό Ίλιγγο Θέσης (BPPV) and αιθουσαία νευρίτιδα] και 30 που παρουσίαζαν ίλιγγο – ζάλη απόρροια κεντρικού τύπου ιλίγγου (κατά κύριο λόγο ακουστικό νευρίνωμα και αιθουσαία ημικρανία). Ως ομάδα ελέγχου μελετήσαμε 24 ασθενείς με άτυπη ζάλη – αστάθεια (συνήθως λόγω ορθοστατικής υπότασης), που δεν δύνανται να συμπεριληφθούν σε κάποια ομάδα ασθενών με περιφερικό ή κεντρικό τύπο ίλιγγο. Το σύνολο των ασθενών υποβλήθηκε σε πλήρη νευροωτολογικό έλεγχο, που περιελάμβανε την ακοομετρία (ακοόγραμμα) , την τυμπανομετρία, την εξωτυμπανική ECochG, τα cVEMP και την VNG. Η τελευταία περιελάμβανε την δοκιμασία θερμού – ψυχρού διακλυσμού, την δοκιμασία θέσης, την δοκιμασία Dix-Hallpike και καταγραφή του αυτόματου νυσταγμού. Αποτελέσματα: Στατιστικώς σημαντική διαφορά όσον αφορά την ευαισθησία της εξωτυμπανικής ECochG παρατηρήθηκε στη νόσο Meniere (MD), με κυριότερο εύρημα την παθολογική αύξηση της αναλογίας SP/AP (60.53% των ασθενών με σίγουρη & 41.67% με πιθανή MD). Η ειδικότητα της ET ECochG στην διάγνωση της σίγουρης νόσου Meniere προσδιορίστηκε σε 96%. Στις υπόλοιπες νόσους περιφερικού τύπου ιλίγγου, αλλά και στην ομάδα ελέγχου, παθολογικά ηλεκτροκοχλιογραφικά αποτελέσματα βρέθηκαν σε ποσοστό μικρότερο από 5%. Όσον αφορά τις παθήσεις κεντρικού τύπου ιλίγγου, η ευαισθησία της ΕΤ ECochG προσδιορίστηκε σε 50% και 42.86% στους όγκους και στην σκλήρυνση κατά πλάκας αντίστοιχα (κυρίως μη παραγωγή καμπυλών). Παθολογικές τιμές σε cVEMP στην ομάδα ελέγχου βρέθηκαν σε ποσοστό 29.33%, ενώ στην MD και στον BPPV 52.63% και 44.44%, αντίστοιχα. Σε γενικές γραμμές, η ευαισθησία των cVEMP κυμάνθηκε μεταξύ 40-55% στην πλειονότητα των παθήσεων, αλλά με σχετικά μικρή ειδικότητα. Παθολογική μονόπλευρη υπαισθησία (UW) στη βιντεονυσταγμογραφία στην πάσχουσα πλευρά παρατηρήθηκε σε ποσοστό 55.26% στους ασθενείς με σίγουρη MD και σε ποσοστό 95.83% σε αυτούς με αιθουσαία νευρίτιδα. Συμπεράσματα: Στο σύνολό της η νευροωτολογική εξέταση ήταν μη επεμβατική και σχετικά γρήγορη. Τόσο η ECochG όσο και τα cVEMP ήταν χρήσιμα στην εκτίμηση της νόσου Meniere, αλλά η πρώτη (ECochG) βρέθηκε να είναι η πιο ευαίσθητη και ειδική εξέταση συγκριτικά με όλες τις εξετάσεις. Η ET ECochG αρκετές φορές φάνηκε να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην διαγνωστική εκτίμηση ασθενών με αμφισβητήσιμη διάγνωση. Από την άλλη μεριά, τα cVEMP δύνανται να βρουν την παθολογική πλευρά του λαβυρίνθου και επιπροσθέτως να εκτελεστούν σε ασθενείς με σοβαρού βαθμού νευροαισθητηρική βαρηκοία (ερεθισμός σφαιρικού κυστιδίου και όχι του κοχλία). Τελικώς, η μονόπλευρη υπαισθησία στην VNG συχνά παρουσιάζει παρόμοια ευαισθησία με άλλες νευροωτολογικές εξετάσεις, αλλά πολύ μικρότερη ειδικότητα, ιδίως συγκριτικά με την ECochG.