Η παρούσα εργασία αποτελεί μια προσπάθεια προσέγγισης του ψηφιακού εκπαιδευτικού λόγου, δηλαδή της χρήσης της γλώσσας για την πραγμάτωση διδακτικών πρακτικών, οι οποίες πραγματοποιούνται μέσω των ψηφιακών μέσων. Συγκεκριμένα, μελετά την περίπτωση των επιμορφωτικών πρακτικών, που αφορούν την εκπαίδευση εκπαιδευτικών και πραγματώνονται μέσω της λογικής της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και της ηλεκτρονικής μάθησης (e-learning). Έχοντας στον πυρήνα της κοινωνιογλωσσολογικές προσεγγίσεις, αντιμετωπίζει τη γλώσσα ως ένα μέσο κατασκευής των διδακτικών πρακτικών σε πολλαπλά επίπεδα, από αυτό της λεπτομέρειας των ατομικών συνεισφορών και της διεπίδρασης μέχρι και το σύνολο μιας επιμορφωτικής ενότητας (μακροκείμενο). Παράλληλα, η προσέγγιση δίνει έμφαση στον ρόλο των ψηφιακών μέσων, αφενός αναδεικνύοντας τις ιδιαιτερότητές τους και πώς μπορούν αυτές να επηρεάσουν τις διδακτικές πρακτικές αλλά και αντιστρόφως στο πώς τελικά νοηματοδοτούνται τα ψηφιακά μέσα εντός των δεδομένων πρακτικών, ακολουθώντας την κοινωνιοτεχνική προσέγγιση. Η ανάλυση επιχειρεί να ενσωματώσει πολλαπλά νήματα, όπως αυτό των ταυτοτήτων, του ευρύτερου συγκειμενικού πλαισίου, των παιδαγωγικών λόγων και της μαθησιακής οπτικής που υπάρχει. Αξιοποιώντας εργαλεία της ψηφιακής εθνογραφίας, συλλέγονται δεδομένα από την πραγματική διεπίδραση μεταξύ των συμμετεχόντων και επιλέγονται συγκεκριμένες μελέτες περίπτωσης, ώστε να αναδειχθούν οι διαφορετικοί τρόποι κατασκευής των επιμορφωτικών πρακτικών. Η ποιοτική ανάλυση των δεδομένων της εργασίας ανέδειξε πως ο τρόπος με τον οποίο δομήθηκαν οι επιμορφωτικές πρακτικές ακολουθούσε σε επίπεδο μακροκειμένου την οπτική του κοινωνικού κονστρουκτιβισμού. Σε μικρότερο επίπεδο αναδείχθηκε αφενός ο ρόλος των επιμορφωτών, οι οποίοι λειτουργούσαν σε κάποιες περιπτώσεις στον πυρήνα του κονστρουκτιβισμού ως «σκαλωσιά», ενώ σε άλλες ως πάροχοι της γνώσης σε μια πιο παραδοσιακή οπτική για τη μάθηση∙ αφετέρου οι επιμορφούμενοι συνεργάζονταν μεταξύ τους, χτίζοντας ο ένας πάνω στη φωνή του άλλου, δείχνοντας την πορεία συγκατασκευής της γνώσης, ενώ λειτουργούν ενθαρρυντικά προς τους συναδέλφους τους. Τα ψηφιακά μέσα έλαβαν ποικίλες νοηματοδοτήσεις, ανάλογα με το είδος των πρακτικών, με το φόρουμ να λειτουργεί ως χώρος διαπραγμάτευσης ή απλής κατάθεσης αρχείων, το περιβάλλον του κειμενογράφου είτε ως χώρος συνδιαλλαγής των φωνών είτε ως χώρος ατομικής υποστήριξης και το δωμάτιο τηλεδιάσκεψης ως ο χώρος της ολομέλειας που οι επιμορφούμενοι παρουσιάζουν, εκθέτουν την επιχειρηματολογία τους ή διαμοιράζουν την εμπειρία τους σε όλη την κοινότητα. Το συγκειμενικό πλαίσιο, το οποίο αφορά τον θεσμό εντός του οποίου τοποθετείται η επιμόρφωση, φάνηκε να παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τις επιμορφωτικές πρακτικές. Τέλος, οι ταυτότητες των κοινωνικών πρωταγωνιστών λειτούργησαν ως ένα νήμα που διαμόρφωσε τη συνολική συμπεριφορά τους σε όλα τα επίπεδα, ενώ αναδείχθηκε και μια σειρά αντιστάσεων απέναντι στην επιμόρφωση, λόγω των προϋπαρχουσών τους ταυτοτήτων. Συνολικά, η παρούσα έρευνα εκθέτει έναν νέο τρόπο προσέγγισης των ψηφιακών διδακτικών πρακτικών, η οποία αντιλαμβάνεται τη συνθετότητά τους και την ανάγκη ανάδειξης των ποικίλων παραγόντων που συνδιαλέγονται κατά τη διάρκεια κατασκευής τους. Σε αντίθεση με την υπάρχουσα βιβλιογραφία του πεδίου, επιχειρεί να συνδυάσει τα πολλαπλά επίπεδα ανάλυσης, δίνοντας και τη συνολική εικόνα αλλά και τη λεπτομέρεια, μαζί με την εστίαση στους ποικίλους παράγοντες που ενεργούν εντός των πρακτικών και με ιδιαίτερη έμφαση στον ρόλο των ψηφιακών μέσων.