Τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (ΜΣΑΦ) είναι μια από τις συχνότερες αιτίες αντιδράσεων υπερευαισθησίας στα φάρμακα (DHRs), ενώ οι υποκείμενοι μηχανισμοί παραμένουν αδιευκρίνιστοι. Αν και η ισταμίνη διαδραματίζει καίριο ρόλο στις αλλεργικές αντιδράσεις, η συμβολή της στη αιτιοπαθογένεια των DHRs δεν είναι γνωστή. Σκοπός της εργασίας ήταν η διερεύνηση της συμμετοχής της ισταμίνης στην εκδήλωση DHRs στα ΜΣΑΦ. Το ερευνητικό ερώτημα προσεγγίστηκε μέσω φθοριομετρικού προσδιορισμού των βασικών επιπέδων ισταμίνης σε ολικό περιφερικό αίμα και πλάσμα 16 ασθενών με αναφερόμενες DHRs σε ένα ή περισσότερα ΜΣΑΦ ή/και παρακεταμόλη. Στις ομάδες ελέγχου συμμετείχαν 18 υγιείς εθελοντές, και 13 ασθενείς με καρκίνο που είχαν εκδηλώσει DHRs σε παράγωγα πλατίνας και υποβάλλονταν σε απευαισθητοποίηση. Τα επίπεδα ισταμίνης στο ολικό αίμα δε διέφεραν σημαντικά μεταξύ των ασθενών και των υγιών ατόμων. Τα επίπεδα ισταμίνης στο πλάσμα των ασθενών με DHRs σε μεμονωμένα ΜΣΑΦ ήταν σημαντικά υψηλότερα από τα αντίστοιχα επίπεδα στα υγιή άτομα (P < 0.001). Αντίθετα, στους ασθενείς με DHRs σε πολλαπλά ΜΣΑΦ, δεν παρατηρήθηκαν αντίστοιχες σημαντικές διαφορές (P > 0.2). Επιπλέον, τα επίπεδα ισταμίνης στο πλάσμα των ασθενών με DHRs σε εκλεκτικούς αναστολείς της κυκλοοξυγενάσης (COX)-1 ήταν σημαντικά υψηλότερα από τα αντίστοιχα στα άτομα με DHRs σε εκλεκτικούς αναστολείς της COX-2 (P < 0.05). Επίσης, τα βασικά επίπεδα ισταμίνης στο πλάσμα των ασθενών με καρκίνο ήταν υψηλότερα από αυτά των υγιών ατόμων (P < 0.05) και συγκρίσιμα με τα αντίστοιχα επίπεδα στους ασθενείς με DHRs στα ΜΣΑΦ (P > 0.1). Αυξήθηκαν δε σημαντικά μετά την απευαισθητοποίηση, και συγκεκριμένα στις γυναίκες (P < 0.05), στους ασθενείς που δεν εμφάνισαν αντίδραση κατά την απευαισθητοποίηση (P < 0.05), σε όσους δεν είχαν παρουσιάσει μεταστάσεις (P < 0.05) ή δεν είχαν υποβληθεί σε θεραπεία με παράγωγα πλατίνας στο παρελθόν (P < 0.05). Στους τελευταίους, τα επίπεδα ισταμίνης στο πλάσμα συσχετίστηκαν με τον κύκλο θεραπείας στον οποίο εκδηλώθηκε η αντίδραση (P < 0.01). Συμπερασματικά, τα βασικά επίπεδα ισταμίνης στο πλάσμα των ατόμων που είχαν εκδηλώσει DHRs στο παρελθόν ήταν αυξημένα σε σχέση με τα αντίστοιχα επίπεδα των υγιών ατόμων που δεν είχαν εκδηλώσει DHRs. Τα αποτελέσματα παρείχαν πρώτες ενδείξεις για τη συμβολή της κυκλοφορούσας ισταμίνης στη διαφορική εκδήλωση των DHRs στα ΜΣΑΦ. Τα δεδομένα που προέκυψαν από την εργασία αυτή αποτελούν τη βάση για την ενδελεχή διερεύνηση των παραγόντων που επιδρούν ή/και καθορίζουν την εν δυνάμει ρυθμιστική δράση της ισταμίνης στην αιτιοπαθογένεια των αντιδράσεων υπερευαισθησίας.