Σε δεξιότητες προσέγγισης στόχου, η εφαρμογή του οπτικού ελέγχου και η προσαρμογή του μήκους των διασκελισμών αποτελούν βασικές ανθρώπινες δεξιότητες. Κατά την εκτέλεση του άλματος σε μήκος, νεαροί, αρχάριοι αθλητές και αθλήτριες προσαρμόζουν το μήκος των τελευταίων διασκελισμών της φόρας τους σύμφωνα με το οπτικό ερέθισμα (βαλβίδα), υποστηρίζοντας την εφαρμογή του οπτικού ελέγχου. Η τεχνική του οπτικού ελέγχου δεν εφαρμόζεται μόνο σε συγκεκριμένες μορφές δεξιότητας όπου απαιτείται η τοποθέτηση του πέλματος σε ένα συγκεκριμένο στόχο στο έδαφος, αντίθετα, πρόκειται για την ύπαρξη ενός γενικού μηχανισμού ελέγχου ο οποίος βασίζεται στο συνδυασμό αντίληψης – κίνησης. Ο μηχανισμός αυτός οπτικού ελέγχου εφαρμόζεται και κατά την προσέγγιση αγωνιστικών εμποδίων, μια κινητική δεξιότητα η οποία χαρακτηρίζεται από διαφορετικές απαιτήσεις κίνησης και εκτελείται σε ένα περιβάλλον με διαφορετικά ερεθίσματα πληροφόρησης. Ωστόσο, το περιβάλλον απόδοσης και οι περιορισμοί της δεξιότητας επηρεάζουν το μοντέλο των διασκελισμών κατά τη φάση της φόρας και την εφαρμογή του οπτικού ελέγχου. Καθώς οι ενέργειες προσέγγισης στόχου έχουν μια εξελίξιμη πορεία, η ικανότητα ρύθμισης του μοντέλου μετακίνησης μπορεί να βελτιωθεί μέσω της μάθησης – εξάσκησης. Ένα μαθησιακό – προπονητικό περιεχόμενο βασισμένο στην προσέγγιση του μοντέλου των περιορισμών, το οποίο προσφέρει όλες τις δυνατότητες για να αναπτυχθούν τα σημαντικά χαρακτηριστικά της δεξιότητας, μπορεί να συμβάλλει σε μια βελτιωμένη κινητική συμπεριφορά, από άποψη όχι μόνο μιας βελτιωμένης ικανότητας ρύθμισης του μοντέλου διασκελισμών κατά τη φάση προσέγγισης του στόχου αλλά και σε σχέση με τα χαρακτηριστικά τεχνικής της κινητικής δεξιότητας.