Η συμμετοχή συγκεκριμένων κυτταρικών και ιϊκών γονιδίων στο γυναικολογικό καρκίνο, καθώς και η προσπάθεια διαλεύκανσης του ρόλου τους, αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της υψηλής συχνότητας εμφάνισης του εν λόγω καρκίνου. Η πειραματική απόδειξη της απαίτησης πολλών συνεργιστικών παραγόντων και γενετικών μεταλλάξεων για τη δημιουργία του καρκίνου του γεννητικού συστήματος, οδήγησε την έρευνα της παθογένειας της νόσου στη συσχέτιση τόσο των περιβαλλοντικών παραγόντων, όσο και των αλληλεπιδράσεων μεταξύ ιών και ξενιστή, που πιθανώς εμπλέκονται στην πολυσταδιακή διαδικασία της καρκινογένεσης. Στην παρούσα μελέτη έγινε προσπάθεια ανίχνευσης ενεργοποιημένων ογκογονιδίων ras σε αλλοιώσεις του τραχήλου, του ενδομητρίου, των ωοθηκών, του αιδοίου, καθώς και του μαστού, και διαλεύκανση του ρόλου τους στη δημιουργία του καρκίνου. Συγχρόνως, μελετήθηκε η συμμετοχή του ιού του θηλώματος του ανθρώπου (HPV) και των ερπητοϊών CMV, HSV και EBV, καθώς και η τυχόν αλληλεπίδραση μεταξύ της ιϊκής μόλυνσης και της ενεργοποίησης των ογκογονιδίων ras, στους καρκίνους που μελετήθηκαν. Ταυτόχρονα έγινε προσπάθεια ανίχνευσης των συσχετίσεων μεταξύ των κλινικοπαθολογικών παραμέτρων των ασθενών και της ενεργοποίησης των ογκογονιδίων ras ή της ιϊκής μόλυνσης. Από την παρούσα μελέτη προκύπτει ότι το ογκογονίδιο K-ras απαντάται συχνότερα ενεργοποιημένο σε σχέση με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας ras στις αλλοιώσεις που μελετήθηκαν, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται και η συμμετοχή των ογκογονιδίων H-ras και N-ras. Η υψηλότερη συχνότητα ενεργοποίησης του ογκογονιδίου K-ras παρατηρείται σε καρκίνους του τραχήλου της μήτρας (29%), ενώ σε χαμηλότερη συχνότητα ανιχνεύεται σε καρκίνους του μαστού (12%) και σε καρκίνους του ενδομητρίου (10%). Η ενεργοποίηση φαίνεται να συμβαίνει τόσο σε πρώιμα (καρκίνος του τραχήλου), όσο και σε όψιμα στάδια (καρκίνος του μαστού). Δεικνύεται κατ' αυτό τον τρόπο ότι τα ενεργοποιημένα γονίδια ras συνιστούν, ανάλογα με τον τύπο της γυναικολογικής νεοπλασίας που ανιχνεύονται, είτε προγνωστικούς δείκτες για μετάπτωση σε αλλοίωση υψηλότερου βαθμού, είτε εναλλακτικούς μηχανισμούς καρκινογένεσης, είτε τέλος δείκτες κινδύνου για αυξημένη πιθανότητα μετάστασης. Όσον αφορά τις ιϊκές λοιμώξεις, η ανίχνευση των ιών HPV, CMV και HSV παρουσιάζει στατιστικά σημαντική συσχέτιση με τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας. Επιπρόσθετα, η συσχέτιση των ερπητοϊών CMV και HSV με τον καρκίνο του τραχήλου παραμένει στατιστικά σημαντική μόνο στις HPV-αρνητικές περιπτώσεις, δεικνύοντας ότι οι δύο αυτοί ιοί λειτουργούν είτε απλά ως υποκατάστατες της μόλυνσης με τον HPV, είτε ως ανεξάρτητοι αιτιολογικοί παράγοντες. Συνεργιστική δράση μεταξύ της ενεργοποίησης των γονιδίων ras και της ιϊκής μόλυνσης, βρέθηκε μόνο μεταξύ του γονιδίου Κ-ras και του ιού HPV σε περιπτώσεις καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Η ταυτόχρονη ανίχνευση σημειακών μεταλλάξεων του ογκογονιδίου K-ras και μόλυνσης με HPV υψηλού κινδύνου, αποτελεί πιθανώς ένα σημαντικό βήμα για τη δημιουργία μέρους των καρκίνων αυτών, ενώ δεν αποκλείεται η αλληλεπίδραση και η συνεργιστική δράση και με άλλα γονίδια ή περιβαλλοντικούς παράγοντες. Συγχρόνως, από την συχνότητα ανίχνευσης του HPV, καθώς και την εύρεση του τύπου του ιού σε κολποτραχηλικά επιχρίσματα, τα οποία είχαν υποστεί χρώση για PAP ανάλυση, δεικνύεται η αναγκαιότητα ανίχνευσης του ιού σε κυτταρολογικό υλικό με πιο ευαίσθητες μοριακές τεχνικές, όπως η PCR. Η τυποποίηση του ιού μπορεί επίσης να βοηθήσει στην πρόβλεψη της εξέλιξης της νόσου, κυρίως όταν συνδυαστεί και με κυτταρολογική και ιστολογική διάγνωση.