ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Η παρουσία ιδιοϋποδοχέων στις περιφερικές αρθρώσεις σε συνδυασµό µε τους αιθουσαίους και οπτικούς υποδοχείς αποτελούν πηγή πληροφόρησης του ΚΝΣ για την αντίληψη τηςθέσης των µελών του σώµατος, στο χώρο και ως προς το ίδιο το σώµα. Η επεξεργασία τωνπληροφοριών αυτών από το ΚΝΣ σε τρία διαφορετικά επίπεδα (νωτιαίο µυελό, στέλεχος καιεγκεφαλικό φλοιό) έχει ως αποτέλεσµα τη διαµόρφωση της κινητικής απάντησης. Αποτελείπλέον πάγια αντίληψη στο χώρο της αποκατάστασης ότι ο τραυµατισµός µιας περιφερικήςάρθρωσης έχει ως αποτέλεσµα την διαταραχή αυτής της αλληλουχίας διεργασιών µε αποτέλεσµα την πρόκληση δυσλειτουργίας. O πρόσθιος χιαστός σύνδεσµος (ΠΧΣ) του γόνατος εµφανίζει µεγάλη συχνότητα τραυµατισµού, οδηγώντας συνήθως σε περιορισµό του επιπέδου των αθλητικών, αλλά και καθηµερινών δραστηριοτήτων. Παρά την εκτεταµένη ερευνητική µελέτη των λειτουργικών επιπτώσεων της ανεπάρκειας του ΠΧΣ, η αιτιολόγηση της πρόκλησης τους δεν έχει ακόµη αποσαφηνιστεί. Υπάρχουν ενδείξεις που ενισχύουν την άποψη ότι ο µηχανισµός πρόκλησης βασίζεται στο ΚΝΣ και στις προσαρµογές τις οποίες επιφέρει διαµέσου ενός προστατευτικού µηχανισµού. Η άποψη αυτή υποστηρίζεται µέσω τριών διαφορετικών επισηµάνσεων στο πλαίσιο της αρθρογραφικής ανασκόπησης: α) στην ύπαρξη δύο διαφορετικών κατηγοριών ασθενών µε ΑΠΧΣ, τους αντισταθµιστές και τους µη αντισταθµιστές, οι οποίοι παρουσιάζουν διαφορετικού βαθµού δυσλειτουργία, β) στην απαίτηση ενός επαρκούς µετατραυµατικού χρόνου (περισσότερο των 6 µηνών) για την ανάπτυξη της δυσλειτουργίας και γ) στην εµφάνιση λειτουργικών επιπτώσεων και στο µη τραυµατισµένο ετερόπλευρο κάτω άκρο. Ο σκοπός της παρούσας µελέτης ήταν η εξέταση της ενεργοποίησης των ανωτέρων κέντρων του ΚΝΣ σε άτοµα µε ανεπάρκεια ΠΧΣ γόνατος (µη αντισταθµιστές) ώστε να διαπιστωθεί εάν ένας τέτοιος περιφερικός τραυµατισµός µπορεί να οδηγήσει σε κινητικοαισθητικές πλαστικές αλλαγές του εγκεφάλου. ΜΕΘΟ∆ΟΣ. Στην παρούσα έρευνα συµµετείχαν 18 υγιείς άντρες, ηλικίας 27 ± 5 έτη (οµάδα ελέγχου) και 17 άντρες µε ανεπάρκεια ΠΧΣ, ηλικίας 25,5 ± 5 έτη (οµάδα ΑΠΧΣ- µη αντισταθµιστές) αφού πρώτα ενηµερώθηκαν για τις διαδικασίες της έρευνας και έδωσαν την έγγραφη συγκατάθεσή τους. Η εξέταση της ενεργοποίησης του εγκεφάλου και στις δύο οµάδες πραγµατοποιήθηκε µε Λειτουργικό Μαγνητικό Τοµογράφο (ΛΜΤ) στα πλαίσια πειραµατικού σχεδιασµού µε σταθερά επαναλαµβανόµενες (block design) κινητικές συνθήκες (παύση- κίνηση αριστερού γόνατος- κίνηση δεξιού γόνατος), οι οποίες καθορίζονταν ηχητικά (72 χτύποι/ λεπτό= 1,2 Hz) µέσω του προγράµµατος Presentation 0.72. Με σκοπό την διασφάλιση έγκυρων οργάνων µέτρησης για την επιλογή των δοκιµαζόµενων των δύο οµάδων, χρειάστηκε να γίνει διαπολιτισµική διασκευή δύοερωτηµατολογίων (KOS- ADLS και WFQ-R). Επιπλέον, δεδοµένης της έλλειψης προηγούµενων αναφορών σχετικά µε το πρότυπο και τη σωµατοτοπογραφική διάταξη της εγκεφαλικής ενεργοποίησης κατά την κίνηση των αρθρώσεων του κάτω άκρου σε υγιείς άντρες, προηγήθηκε ερευνητική µελέτη ώστε να υπάρχει σηµείο αναφοράς στην περαιτέρω ανάλυση της εγκεφαλικής ενεργοποίησης της κύριας µελέτης. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ. Α) Η κίνηση των µεµονωµένων αρθρώσεων του κάτω άκρου σε υγιείς άντρες προϋποθέτει την ενεργοποίηση ενός εκτεταµένου δικτύου που αποτελείται από κύριες και συµπληρωµατικές κινητικές και σωµατοαισθητικές περιοχές όπως την SM1, PMC, SMA, CMA, SII, τα βασικά γάγγλια, τον θάλαµο και την παρεγκεφαλίδα (σκώληκας, πρόσθιος και οπίσθιος λοβός). Η σωµατοτοπογραφική αντιπροσώπευση της ενεργοποίησης των τριών αρθρώσεων του κάτω άκρου στις περιοχές SM1 και παρεγκεφαλίδας παρουσίαζε µεγάλη επικάλυψη. Η ενεργοποίηση του χεριού στις αντίστοιχες περιοχές του εγκεφάλου είχε ξεκάθαρη διαχωρισµένη σωµατοτοπογραφική θέση σε σχέση µε αυτή των αρθρώσεων του κάτω άκρου. Στη περιοχή SM1 βρέθηκε σωµατοτοπογραφική διάταξη του κέντρου µάζας της ενεργοποίησης της κάθε άρθρωσης κυρίως στο οβελιαίο επίπεδο και σε έναν µικρότερο βαθµό στο στεφανιαίο και εγκάρσιο επίπεδο για τις τέσσερις αρθρώσεις (χέρι και αρθρώσεις κάτω άκρου). Οµοίως, σωµατοτοπογραφική διάταξη βρέθηκε στον πρόσθιο λοβό της παρεγκεφαλίδας για κάθε άρθρωση στο στεφανιαίο και εγκάρσιο επίπεδο. Τέλος, τόσο στην SM1 περιοχή όσο και στην παρεγκεφαλίδα το κέντρο της µάζας των συντεταγµένων της ποδοκνηµικής και των δακτύλων βρισκόταν σε στενή γειτονική θέση. Το πρότυπο της εγκεφαλικής ενεργοποίησης διέφερε κατά την κίνηση του χεριού και των αρθρώσεων του κάτω άκρου, επισηµαίνοντας τη λειτουργική τους διαφοροποίηση. Ένα σηµαντικό εύρηµα που υποστηρίζει αυτό το συµπέρασµα ήταν η αρνητική µεταβολή του σήµατος στην οµόπλευρη SM1 περιοχή κατά την κίνηση του κυρίαρχου χεριού. Το πρότυπο της εγκεφαλικής ενεργοποίησης διέφερε επίσης και κατά την κίνηση των µεµονωµένων αρθρώσεων του κάτω άκρου. Η ποδοκνηµική και τα δάκτυλα βρέθηκαν να έχουν παρόµοια µεταβολή του σήµατος στις περισσότερες εγκεφαλικές περιοχές, ενώ το γόνατο ακολουθούσε ένα διαφορετικό πρότυπο ενεργοποίησης. Τέλος, ο δείκτης ασυµµετρίας στην περιοχή SM1 και BG φάνηκε να επηρεάζεται από τον παράγοντα πλευρίωση του κάτω άκρου, ενώ στην περιοχή της παρεγκεφαλίδας φάνηκε να επηρεάζεται από τον παράγονταάρθρωση, ανεξαρτήτως της πλευράς κίνησης. Όλες οι άλλες υποφλοιώδεις περιοχές οι οποίες εξετάστηκαν δεν παρουσίαζαν µια τέτοια ξεκάθαρη συµπεριφορά. Επιπλέον, η θεωρία διαφοροποιηµένης ενεργοποίησης κεντρικής / περιφερικής άρθρωσης φαίνεται ότι υφίσταται και στο κάτω άκρο όσο αφορά κυρίως την ενεργοποίηση της παρεγκεφαλίδας σε αντίθεση µε το άνω άκρο όπου προηγούµενες µελέτες έχουν επισηµάνει ότι η αντίστοιχη θεωρία ισχύει για την SM1περιοχή.Β) Ολόκληρο το σωµατοαισθητικό-κινητικό δίκτυο στην οµάδα ελέγχου παρουσίαζε µεγαλύτερη ενεργοποίηση σε σχέση µε την οµάδα ΑΠΧΣ. Αντιθέτως, η οµάδα ΑΠΧΣ παρουσίαζε µεγαλύτερη µεταβολή του σήµατος του ΛΜΤ σε σχέση µε την οµάδα ελέγχου σε τρεις περιοχές του εγκεφάλου (αριστερό- ετερόπλευρο ηµισφαίριο: pre-SMA και SIIp και δεξί- οµόπλευρο ηµισφαίρο: pITG.ΣΥΖΗΤΗΣΗ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ. Τα αποτελέσµατα της παρούσας µελέτης έδειξαν ότι υπάρχει αναδιοργάνωση του ΚΝΣ σε άτοµα µε ΑΠΧΣ (µη αντισταθµιστές), επιβεβαιώνοντας την πληθώρα των προηγούµενων ερευνών που ηγούνταν µιας τέτοιας θεωρίας και ενισχύει την άποψη ότι ένας αρθρικός περιφερικός τραυµατισµός αποτελεί, όχι απλά µια µυοσκελετική δυσλειτουργία, αλλά µιανευροφυσιολογική παθολογική κατάσταση. Η άποψη αυτή αιτιολογεί αναπάντητα ερευνητικά ερωτήµατα και ανοίγει νέους ορίζοντες στην αποκατάσταση. Η ρήξη ενός συνδέσµου, όπως στην περίπτωση του ΠΧΣ, µπορεί να προκαλέσει πλαστικές αλλαγές στον εγκέφαλο µε συνέπεια την λειτουργική ανεπάρκεια που παρατηρείται σε άτοµα µε τραυµατισµό.