Η ανθρώπινη εψιδίνη (hepcidin) είναι ορμόνη που παράγεται από το ήπαρ και αποτελεί τον κεντρικό ρυθμιστή του μεταβολισμού του σιδήρου, ενώ συμμετέχει και στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Η παραγωγή της ρυθμίζεται από την ερυθροποιητική δραστηριότητα του μυελού των οστών, την ποσότητα του αποθηκευμένου και του κυκλοφορούντος σιδήρου, τη φλεγμονή και την υποξία. Δρα εμποδίζοντας την έξοδο του σιδήρου από τα κύτταρα αποθήκευσής του μέσω δέσμευσης και αποδόμησης της φερροπορτίνης. Η σύνθεση της εψιδίνης μειώνεται από την παρουσία αναιμίας και υποξίας. Αντιθέτως αυξάνεται σε καταστάσεις φλεγμονής, οδηγώντας σε εγκλωβισμό του σιδήρου στα μακροφάγα και μείωση της συγκέντρωσής του στο πλάσμα, με αποτέλεσμα τη μειωμένη ερυθροποίηση και την εμφάνιση «αναιμίας χρόνιας νόσου». Πρόσφατες έρευνες αναφέρονται σε ανεπάρκεια της εψιδίνης σε καταστάσεις υπερφόρτωσης σιδήρου όπως είναι η κληρονομική αιμοχρωμάτωση και β-θαλασσαιμία. Ο προσδιορισμός των επιπέδων εψιδίνης είναι ιδιαίτερα χρήσιμος στη μελέτη του μεταβολισμού του σιδήρου σε χρόνιες φλεγμονώδεις καταστάσεις καθώς και σε καταστάσεις χρόνιας υποξίας. Επιπλέον η μελέτη της δράσης της εψιδίνης θα βοηθήσει στην καλύτερη κατανόηση και αντιμετώπιση της αναιμίας χρονίας νόσου καθώς και των νοσημάτων που σχετίζονται με παθολογική άθροιση σιδήρου στους ιστούς.Σκοπός μας ήταν ο προσδιορισμός και η καταγραφή τιμών εψιδίνης σε υγιή παιδιά αστικού πληθυσμού καθώς από την ανασκόπηση της τρέχουσας διεθνούς βιβλιογραφίας δεν ευρέθησαν μελέτες επιπέδων εψιδίνης σε υγιή παιδικό πληθυσμό. Η μελέτη μας κατέγραψε υψηλότερη μέση τιμή εψιδίνης και διαλυτού υποδοχέα τρανσφερρίνης στα αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια, ενώ η μέση τιμή του σιδήρου και της φερριτίνης εμφανίζεται αυξημένη στα κορίτσια. Στις ηλικιακές ομάδες νηπίων και παιδιών σχολικής ηλικίας δεν παρατηρήθηκαν στατιστικά σημαντικές διαφορές. Επιπλέον η μέσες τιμές εψιδίνης, φερριτίνης και και σιδήρου στα παιδιά με φυσιολογικό Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) βρέθηκαν υψηλότερες σε σχέση με τα υπέρβαρα και παχύσαρκα παιδιά. Τα επίπεδα φερριτίνης στον πληθυσμό της μελέτης μας δεν σχετίζονται σημαντικά στατιστικά με τις συγκεντρώσεις εψιδίνης ορού. Από την καταγραφή επιπέδων εψιδίνης της μελέτη μας διαπιστώθηκε ότι η μέση τιμή εψιδίνης στα παιδιά είναι μεγαλύτερη σε σχέση με τους ενήλικες, με τη χρήση ίδιας μεθόδου ELISA για τις μετρήσεις των δύο πληθυσμών.Η εψιδίνη είναι ένα πολλά υποσχόμενο διαγνωστικό εργαλείο και η αποτύπωση των φυσιολογικών τιμών της είναι απαραίτητη προκειμένου να γίνει δυνατή η μελέτη και σύγκριση των επιπέδων της σε παθολογικές καταστάσεις.