O τρόπος αναπαράστασης της γλωσσικής ποικιλότητας σε εγχειρίδια της γαλλικής ως ξένης γλώσσας αποτελεί το θέμα της παρούσας διατριβής. Η μελέτη δείχνει ότι η γλωσσική ποικιλότητα αναπαρίσταται στα εγχειρίδια, συμβάλλοντας ενεργά στην (ανα)παραγωγή της κυρίαρχης γνώσης για τη διδασκαλία της γαλλικής ως ξένης γλώσσας, δηλαδή της πρότυπης (ή στάνταρ) γαλλικής. Η (ανα)παραγωγή της αποδεικνύεται ότι προϋποθέτει την αναπαράσταση της γλωσσικής ποικιλότητας στα εγχειρίδια, καθ’ ότι τη συνδέει με την ιεραρχική, κοινωνιογλωσσική διαφοροποίηση των ομιλητών της γαλλικής που προβάλλονται σε αυτά. Ο συγκεκριμένος τρόπος προβολής των κοινωνιογλωσσικών διαφορών στα εγχειρίδια υπαγορεύεται από ένα σύστημα αντίληψης των σχέσεων γλώσσας και κοινωνίας, μια γλωσσική ιδεολογία. Βάσει αυτής, η πρότυπη γαλλική (ανα)παράγεται ως ιεραρχικά ανώτερη γλωσσική ποικιλία, ενώ κατασκευάζεται η συναίνεση του αλλόγλωσσου κοινού, που χρησιμοποιεί τα εγχειρίδια, για την πρωτοκαθεδρία της έναντι των άλλων ποικιλιών της γαλλικής που αναπαρίστανται σε αυτά. Μεθοδολογικά, η διατριβή αποτελεί, κυρίως, μια ποιοτική προσέγγιση του περιεχομένου των εγχειριδίων. Εγγράφεται, δηλαδή, σε ένα αναλυτικό παράδειγμα σαφώς προσανατολισμένο σε πραγματολογικές, κειμενοκεντρικές προσεγγίσεις της γλωσσικής ποικιλότητας. Έτσι, οι επιμέρους ποικιλίες της γαλλικής από τα διάφορα επίπεδα της γλωσσικής ανάλυσης (φωνητική/φωνολογία, μορφολογία, σύνταξη, λεξιλόγιο, πραγματολογία) μελετώνται πλαισιωμένες σε κείμενα, που περιλαμβάνουν διάφορες σημειωτικές συνιστώσες (π.χ. εικόνες ομιλητών, διάφορα τυπογραφικά μέσα, ειδικά πλαίσια κτλ.). Ως κύρια αναλυτική κατηγορία για την παρούσα διατριβή επιλέγεται το ύφος των ομιλητών, το πεδίο μελέτης της κοινωνιογλωσσικής διαφοροποίησης με βάση την επεξεργασία της συγκεκριμένης έννοιας για την κοινωνιογλωσσολογική έρευνα και θεωρία από την Εckert (2009, 2012). Έπειτα, αξιοποιείται κατά την ανάλυση η σημειωτική ανθρωπογλωσσολογική προσέγγιση για το ύφος και τις γλωσσικές ποικιλίες του Agha (2007) και, τέλος, γίνεται συστηματική αναφορά στις τρεις σημειωτικές διεργασίες που ορίζουν οι Irvine και Gal (2000), προκειμένου να μελετηθεί και να σχολιαστεί η γλωσσική ιδεολογία στα εγχειρίδια. Συνολικά, η διατριβή συμβάλλει στην ανάδειξη του κεντρικού ρόλου της γλωσσικής ιδεολογίας, η οποία υπαγορεύει τις συγγραφικές επιλογές ως προς την αναπαράσταση της γλωσσικής ποικιλότητας στα εγχειρίδια (στο μικρο-επίπεδο), ενώ τις συνδέει με την πολιτική προώθησης και (ανα)παραγωγής της πρότυπης γαλλικής ως κυρίαρχης γνώσης για τη διεθνή διάδοση και τη διδασκαλία της (στο μακρο-επίπεδο). Τέλος, συζητώνται οι προεκτάσεις της διδακτορικής έρευνας για τη μελέτη της γλωσσικής τυποποίησης και του φαινομένου της κοινωνιογλωσσικής ανισότητας που τη συνοδεύει, σε σχέση με την ξενόγλωσση εκπαίδευση και το περιεχόμενο μιας κοινωνιογλωσσικά ενήμερης διδασκαλίας.