Αντικείμενο αυτής της διατριβής είναι η ανίχνευση της εικόνας τής Σπάρτης και της Λακωνίας από τη ρωμαϊκή κατάκτηση έως την ύστερη αρχαιότητα μέσω των κιονοκράνων τα οποία έχουν βρεθεί ή περισυλλεγεί εντός των ορίων της αρχαίας Λακωνικῆς. Στο εισαγωγικό κεφάλαιο παρουσιάζεται η μεθοδολογία τής έρευνας και διαγράφεται το ιστορικό πλαίσιο της εξεταζόμενης εποχής στη Λακωνία. Στο πρώτο κύριο κεφάλαιο, διερευνάται το τοπογραφικό πλαίσιο των εξεταζόμενων κιονοκράνων. Παρουσιάζονται η Σπάρτη, το Γύθειον και 16 ακόμα πόλεις με τα μνημειακά τους κτήρια (282 συνολικά) τα οποία έφεραν ή θα μπορούσαν να φέρουν κιονόκρανα. Στο δεύτερο κύριο κεφάλαιο, μελετώνται διεξοδικά 855 κιονόκρανα ως προς την τυπολογία, την τεχνοτροπία, τη μορφολογία, την τεχνολογία, τη λειτουργία και τη χρονολόγησή τους. Ακολουθεί ένα κεφάλαιο για τον 6ο αι. μ.Χ. και τον μεταβατικό χαρακτήρα του. Τέλος, στο κεφάλαιο των συμπερασμάτων, διατυπώνονται διάφορες παρατηρήσεις για την εικόνα ή τις εικόνες των λακωνικών πόλεων. Συνάγεται ότι αυτές είχαν έναν πολυπρισματικό χαρακτήρα, ο οποίος αποτελούνταν από στοιχεία από την Αττική, τη Μικρά Ασία, την Ιταλία, τη Θάσο, την Κωνσταντινούπολη και την Αίγυπτο. Έτσι, γίνεται σαφές ότι η ρωμαϊκή Σπάρτη και η Λακωνία γενικότερα είχαν αντιστρέψει τη γνωστή θουκυδίδεια ρήση για την εικόνα της κλασικής Σπάρτης με τα ευτελή της οικοδομήματα.