Εισαγωγή: Η αντιμετώπιση του οξέος μετεγχειρητικού πόνου (ΟΜΠ) καθώς και η μετάπτωσή του σε χρόνιο μετεγχειρητικό πόνο (ΧΜΠ) παραμένει μια πρόκληση για τον αναισθησιολόγο. Ως αποτέλεσμα η έρευνα για συνοδά αναλγητικά φάρμακα με σκοπό τη μείωση της έντασης του πόνου και της μείωσης χρήσης οπιοειδών συνεχίζεται. Μελετήθηκε η επίδραση της ενδοφλέβιας δεξμεδετομιδίνης και της λιδοκαΐνης στον ΟΜΠ, στην κατανάλωση οπιοειδών, στη λειτουργική ανάνηψη και την ικανοποίηση των ασθενών καθώς και η αποτελεσματικότητά τους στην πρόληψη ανάπτυξης ΧΜΠ.Μεθοδολογία: Σε αυτήν τη διπλή-τυφλή μελέτη, 91 γυναίκες, 30-70 ετών, ASA I-II, προγραμματισμένες για κοιλιακή υστερεκτομή/ινομυωματεκτομή, τυχαιοποιήθηκαν για να λάβουν είτε δεξμεδετομιδίνη (ομάδα DEX) είτε λιδοκαΐνη (ομάδα LIDO) ή εικονικό φάρμακο (CONTROL -ομάδα). Πριν την εισαγωγή στην αναισθησία λάμβαναν ενδοφλέβιο διάλυμα με ρυθμό 0.9ml/kg/h για 10 λεπτά, μέσω μιας ηλεκτρονικής αντλίας. Μετά την εισαγωγή στην αναισθησία και μέχρι το τελευταίο ράμμα η ροή ρυθμιζόταν στα 0.15ml/kg/h. Πανομοιότυπες σύριγγες των 50 ml που περιείχαν δεξμεδετομιδίνη 4 mcg/ml (ομάδα DEX- δόση φόρτισης 0.6mcg/kg, δόση διατήρησης 0.6mcg/kg/h) ή λιδοκαΐνη 10 mg/ ml (ομάδα LIDO- δόση φόρτισης 1.5mg/kg, δόση διατήρησης 1.5mg/kg/h), ή NaCl 0,9% (ομάδα CONTROL) χρησιμοποιήθηκαν. Τα κύρια αποτελέσματα της μελέτης ήταν η αθροιστική κατανάλωση μορφίνης και ο μετεγχειρητικός πόνος σε ηρεμία και βήχα (Numerical Rating Scale, NRS: 0-10). Άλλες μετρήσεις περιλάμβαναν την κατανάλωση αναισθητικού (σεβοφλουράνιο), τη μετεγχειρητική ναυτία/ έμετο, τη μετεγχειρητική καταστολή, το χρόνο που παρήλθε έως την παραγωγή αερίων/κοπράνων, την κινητοποίηση από το κρεβάτι, την ποιότητα ύπνου, την ικανοποίηση, το εξιτήριο και τις πιθανές παρενέργειες των μελετώμενων φαρμάκων. Οι μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν στη Μονάδα Μεταναισθητικής Φροντίδας (ΜΜΑΦ) και στις 2, 4, 8, 24 και 48 ώρες μετά την επέμβαση. Επίσης αξιολογήθηκε η ανάπτυξη ΧΜΠ με ή χωρίς νευροπαθητικά στοιχεία στους 3, 6 και 12 μήνες μετά την επέμβαση.Αποτελέσματα: Αναλύθηκαν τα δεδομένα 81 ασθενών ως προς τον οξύ πόνο και τις προαναφερθείσες παραμέτρους (ομάδα DEX: 26, ομάδα LIDO: 29, ομάδα CONTROL: 26). Η αθροιστική κατανάλωση μορφίνης (mg) ήταν σημαντικά χαμηλότερη στην ομάδα LIDO έναντι της ομάδας CONTROL στη ΜΜΑΦ (ομάδα LIDO: 8,41 ± 1,45, ομάδα CONTROL: 10,4 ± 3,29, p = 0,017), στις 24 ώρες (ομάδα LIDO: 16,86 ± 5,85, ομάδα CONTROL: 23,4 ± 9,54, p = 0,036) και στις 48 ώρες (ομάδα LIDO: 20,45 ± 6,58, ομάδα CONTROL: 28,87 ± 12,55, p = 0,022). Η ομάδα DEX παρουσίασε σημαντικά λιγότερη ναυτία σε σύγκριση με την ομάδα CONTROL στη ΜΜΑΦ (p = 0,041). Τέλος, η χρήση αγγειοδραστικών φαρμάκων ήταν υψηλότερη στις ομάδες παρέμβασης (LIDO και DEX), ιδιαίτερα στην ομάδα DEX σε σύγκριση με την ομάδα CONTROL (p = 0,012). Οι υπόλοιπες μετρήσεις σχετικά με τις βαθμολογίες NRS, την κατανάλωση σεβοφλουρανίου, τη λειτουργία του εντέρου και άλλα χαρακτηριστικά ανάνηψης, ικανοποίηση των ασθενών, ποιότητα ύπνου, διάρκεια νοσηλείας και παρενέργειες φαρμάκων δε διέφεραν σημαντικά μεταξύ των ομάδων. Όσον αφορά το χρόνιο πόνο, αναλύθηκαν δεδομένα από 74 γυναίκες. Οι υψηλότερες βαθμολογίες NRS βήχα στις 48 ώρες οδήγησαν σε στατιστικά σημαντικές βαθμολογίες NRS και DN4 (Douleur Neuropathique en 4 questions) στους 3, 6 και 12 μήνες (pΣυμπέρασμα: Η δεξμεδετομιδίνη και η λιδοκαΐνη φαίνεται να αποτελούν χρήσιμα συνοδά αναλγητικά μετά από κοιλιακή γυναικολογική χειρουργική επέμβαση καλοήθους αιτιολογίας. Η λιδοκαΐνη μείωσε σημαντικά τη μετεγχειρητική κατανάλωση οπιοειδών, ενώ η δεξμεδετομιδίνη απέτρεψε την πρώιμη μετεγχειρητική ναυτία. Ωστόσο, η υπόταση και η ανάγκη για αγγειοσυσπαστικές ουσίες ήταν συχνή και με τους δύο παράγοντες, ιδιαίτερα με τη δεξμεδετομιδίνη. Η δεξμεδετομιδίνη μείωσε τη διάρκεια και τη σοβαρότητα του ΧΜΠ, ενώ η λιδοκαΐνη παρουσίασε προστατευτική δράση έναντι των νευροπαθητικών στοιχείων που αναπτύσσονται παράλληλα με το χρόνιο πόνο.