Η παρούσα έρευνα στοχεύει στην ανάδειξη και κατανόηση των παραγόντων που σχετίζονται με την υπερβολική χρήση του διαδικτύου. Συμμετείχαν 904 μαθητές, ηλικίας 12 έως 18 ετών και 825 γονείς που προέρχονταν από περιοχές των νομών Λαρίσης και Μαγνησίας και ειδικότερα, από ένα μεγάλο αστικό κέντρο, μια πρωτεύουσα νομού, μια δημοτική ενότητα της πρωτεύουσας του νομού και μια νησιώτικη περιοχή. Τα ερωτηματολόγια που δόθηκαν στους μαθητές ήταν τα εξής: το Τεστ Εξάρτησης στο Διαδίκτυο, η Συντομευμένη Κλίμακα Καταγραφής Συμπτωμάτων, το Ερωτηματολόγιο Αυτοαποτελεσματικότητας για Παιδιά και οι Αντιλήψεις για τις Πρακτικές Ανατροφής των Παιδιών. Επίσης δόθηκαν ερωτηματολόγια σχετικά με τα κοινωνικοδημογραφικά χαρακτηριστικά και τη χρήση διαδικτυακών δραστηριοτήτων. Στους γονείς δόθηκε η Κλίμακα Εκτίμησης Προσαρμοστικότητας και Συνοχής της Οικογένειας. Τα ευρήματα έδειξαν ότι το 14.1% των μαθητών έκανε υπερβολική χρήση του διαδικτύου, ενώ οι μαθητές που κατοικούσαν στο μεγάλο αστικό κέντρο ήταν πιο επιρρεπείς στην υπερβολική χρήση έναντι σε αυτούς που κατοικούσαν στη δημοτική ενότητα της πρωτεύουσας του νομού. Το μέσο επίπεδο χρήσης του διαδικτύου ήταν υψηλότερο στην ηλικία των 15 και σε όσους μαθητές χρησιμοποιούσαν το διαδίκτυο από όταν ήταν στο δημοτικό σχολείο. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτελούσαν τον κυριότερο λόγο χρήσης του διαδικτύου για τους μαθητές, ενώ η υπερβολική διαδικτυακή χρήση σχετίστηκε με τα κοινωνικά δίκτυα, τα διαδικτυακά παιχνίδια, τη λήψη μουσικής, ταινιών και άλλου υλικού, τον διαδικτυακό τζόγο και τις πορνογραφικές ιστοσελίδες. Επιπρόσθετα, παρουσιάστηκαν διαφορές φύλου αναφορικά με το είδος των διαδικτυακών δραστηριοτήτων. Εν συνεχεία, το μέσο επίπεδο χρήσης του διαδικτύου σχετίστηκε με τα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας, με την ακαδημαϊκή, συναισθηματική και κοινωνική αυτοαποτελεσματικότητα των εφήβων, με τις πρακτικές ανατροφής από τους γονείς και με την αντιλαμβανόμενη οικογενειακή συνοχή των γονέων. Οι υπερβολικοί χρήστες του διαδικτύου είχαν αυξημένα τα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας, τον έλεγχο-υπερπροστασία, την απόρριψη και την αγχώδη ανατροφή, ενώ μειωμένη ήταν η ακαδημαϊκή, συναισθηματική και κοινωνική αυτοαποτελεσματικότητα και η συναισθηματική ζεστασιά από τους γονείς. Τέλος, οι προβλεπτικοί παράγοντες στην υπερβολική χρήση του διαδικτύου ήταν τα αυξημένα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας και η απόρριψη από τους γονείς. Συμπερασματικά, οι έφηβοι στην Ελλάδα φαίνεται να είναι επιρρεπείς στην υπερβολική χρήση του διαδικτύου και η εθιστική συμπεριφορά σχετίζεται με παράγοντες που αφορούν τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, όπως είναι για παράδειγμα η ψυχική ευημερία και οι διαπροσωπικές και οικογενειακές σχέσεις. Ειδικότερα, η απόρριψη ως πρακτική ανατροφής από τους γονείς και τα συμπτώματα ψυχοπαθολογίας των εφήβων θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από μελλοντικές έρευνες καθώς φάνηκε ότι ευνοούν την ανάπτυξη της εθιστικής συμπεριφοράς.