Το σύνδρομο των πολυκυστικών ωοθηκών είναι μία συχνή ενδοκρινική διαταραχή που προσβάλλει περίπου το 10% των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας. Χαρακτηριστικά του συνδρόμου είναι ο συνδυασμός ολιγο/αμηνόρροιας , κλινικής και/ή βιοχημικής υπερανδρογοναιμίας και πολυκυστικές ωοθήκες. Η παθοφυσιολογία του Σ.Π.Ω. είναι πολύπλοκος και περιλαμβάνει τον άξονα υποθάλαμος-υπόφυση-ωοθήκες, την υπερπλασία των κυττάρων της θήκης στις ωοθήκες, την αντίσταση στην ινσουλίνη και τον συνδυασμό κυτοκινών και άλλων παραγόντων. Περίπου το 50% των γυναικών με Σ.Π.Ω. είναι υπέρβαρες ή παχύσαρκες και στην πλειονότητα των ασθενών εμφανίζονται αρκετές μεταβολικές διαταραχές όπως η δυσλιπιδαιμία και η υπεργλυκαιμία. Οι γυναίκες με Σ.Π.Ω. εμφανίζουν επίσης αυξημένο κίνδυνο για Σ/Δ τύπου 2 και για καρδιαγγειακή νόσο. Η αντίσταση στην ινσουλίνη θεωρείται ότι διαδραματίζει σημαντικό ρόλο τόσο στην παθογένεια του Σ.Π.Ω. όσο και στην εξέλιξη σε Σ/Δ τύπου 2. Σε φυσιολογικά άτομα, η γλυκοζο-εξαρτώμενη έκκριση ινσουλίνης κατά 65-70% οφείλεται στο φαινόμενο ινκρετίνης από γαστρεντερικές ορμόνες, όπως το γλυκοζο-εξαρτώμενο ινσουλινοτρόπο πεπτίδιο (GIP) και το πεπτίδιο το προσομοίαζαν με το γλουκαγόνο 1 (GLP-1). Αρκετές μελέτες έχουν επικεντρωθεί στην έρευνα της σχέσης μεταξύ της ινκρετινικής έκκρισης και της λειτουργίας του β-κυττάρου στο Σ.Π.Ω. Παρ’ όλα αυτά πιο πρόσφατα δεδομένα δίνουν αμφιλεγόμενα αποτελέσματα στη μορφή ινκρετινικής έκκρισης σε Σ.Π.Ω. σε σχέση με το ΒΜΙ των ασθενών. Παρά τα αντικρουόμενα αποτελέσματα σχετικά με την ινκρετινική απόκριση, η πιθανή συμμετοχή της στην υπερέκκριση της ινσουλίνης που παρατηρείται στο Σ.Π.Ω. παραμένει ακαθόριστη. Η επιλογή των ασθενών έγινε από το Πανεπιστημιακό Εξωτερικό Ιατρείο με 20 ασθενείς με Σ.Π.Ω. (10 παχύσαρκες και 10 αδύνατες) και 10 υγιείς μάρτυρες (5 παχύσαρκες και 5 αδύνατες). Η κάθε ασθενής υποβλήθηκε σε 2 δοκιμασίες, την από του στόματος χορήγηση γλυκόζης (οGTT) και την ισογλυκαιμική χορήγηση γλυκόζης ενδοφλέβεια (ivGTT), μετά από ολονύκτια νηστεία και με μεσοδιάστημα 2 εβδομάδων. Η ηλικία, το λιποδαιμικό προφίλ, η ευαισθησία στην ινσουλίνη (QUICKI), η SHBG, η TSH και οι βασικές τιμές του GIP δεν διέφεραν μεταξύ των ασθενών με Σ.Π.Ω. και των μαρτύρων. Εν τούτοις, οι βασικές συγκεντρώσεις του GLP-1 ήταν σημαντικά χαμηλότερες στις παχύσαρκες με Σ.Π.Ω. συγκριτικά τόσο με τους μάρτυρες όσο και με τις αδύνατες με Σ.Π.Ω. Η F-T, η Δ₄ και η DHEA-S ήταν σημαντικά υψηλότερες στις ασθενείς με Σ.Π.Ω. (τόσο στις παχύσαρκες όσο και τις αδύνατες) συγκριτικά με τους μάρτυρες. Δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ομάδων όσον αφορά τη γλυκόζη νηστείας, την ινσουλίνη και τα επίπεδα του C-πεπτιδίου. Παρομοίως δεν υπήρξαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των μαρτύρων και των ασθενών με Σ.Π.Ω. στην AUC για την ινσουλίνη, το C- πεπτίδιο και το GLP-1 μετά την oGTT. Εν τούτοις η απόκριση του GIP διέφερε μεταξύ των ασθενών με Σ.Π.Ω. και των μαρτύρων (p=0,018), καθότι οι παχύσαρκες με Σ.Π.Ω. είχαν χαμηλότερες συγκεντρώσεις GIP (AUC) μετά την oGTT συγκριτικά με τους μάρτυρες (p=0.029). Εάν ερευνήσουμε την απάντηση στην ισογλυκαιμική διέγερση (απουσία ινκρετινικής δράσης στην έκκριση ινσουλίνης) δεν παρατηρήθηκε διαφορά μεταξύ ασθενών με Σ.Π.Ω. και μαρτύρων στην AUC για την ινσουλίνη, το C-πεπτίδιο, το GIP και το GLP-1. Το φαινόμενο ινκρετίνης (ΦI) υπολογίστηκε τόσο από την έκκριση ινσουλίνης όσο και από την έκκριση του C- πεπτιδίου. Αν και η ανάλυση του ΦΙ όταν υπολογίσθηκε με την ινσουλίνη απέτυχε να προσδιορίσει σημαντική διαφορά, όταν όμως η εκτίμηση έγινε με το C-πεπτίδιο η διαφορά ήταν σημαντική. Το ΦΙ βρέθηκε σημαντικά αυξημένο στις παχύσαρκες ασθενείς με Σ.Π.Ω. συγκριτικά με τους μάρτυρες. (p=0.011). Οι γυναίκες με Σ.Π.Ω. (τόσο παχύσαρκες όσο και αδύνατες) εμφανίζουν μια μη σημαντική αύξηση στα επίπεδα ινσουλίνης και C-πεπτιδίου κατά την 3h oGTT συγκριτικά με τους μάρτυρες παρά τα ίδια επίπεδα γλυκόζης μεταξύ των ομάδων. Η παρατηρούμενη αυξημένη ινσουλινοτρόπος δράση θα μπορούσε να αντισταθμίσει την αμβλυμένη απάντηση του GIP κατά την oGTT στις παχύσαρκες γυναίκες με Σ.Π.Ω. και μερικώς εξηγεί την ανεπηρέαστη έκκριση ινσουλίνης την οποία εμείς καθώς και άλλοι ερευνητές έχουν επισημάνει σε αυτό τον πληθυσμό. Δεν είναι ξεκάθαρο κατά πόσο αυτό το φαινόμενο της αυξημένης ευαισθησίας των παγκρεατικών β-κυττάρων στη διέγερση των ινκρετινών μπορεί να αποτελεί πρωτοπαθή παθολογική βλάβη στο Σ.Π.Ω. ή άλλοι παράγοντες όπως η παχυσαρκία που δυνητικά μπορεί να συμμετέχουν, ανεξάρτητα από την παρουσία αντίστασης στην ινσουλίνη, να αποτελούν συνεργικό παράγοντα σε αυτό το φαινόμενο.