Ο σκοπός αυτής της διατριβής ήταν να διευρύνει την υπάρχουσα γνώση στο πεδίο του θερμικού στρες και την αυτού με την ανθρώπινη φυσιολογία, γνωστική λειτουργία, συμπεριφορά και ικανότητα για φυσική δραστηριότητα. Για την επίτευξη του παραπάνω στόχου, διεκπεραιώθηκαν δύο συστηματικές ανασκοπήσεις της υπάρχουσας βιβλιογραφίας και συλλέχθηκε πληθώρα φυσιολογικών δεδομένων από εκατοντάδες άτομα που έκαναν φυσική δραστηριότητα σε διάφορα περιβάλλοντα. Μία σειρά από μελέτες παρατήρησης και παρέμβασης στο πεδίο, καθώς επίσης και εργαστηριακές μελέτες διεξάχθηκαν στην Κύπρο, τη Δανία, την Ελλάδα, το Κατάρ και την Ισπανία. Επιπρόσθετα δεδομένα παραχωρήθηκαν από την Αυστραλία, τον Καναδά, τη Σλοβενία και τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Η δουλειά αυτή οδήγησε στη συγγραφή εφτά μελετών οι οποίες παρουσιάζονται σαν διαφορετικά κεφάλαια της παρούσας διατριβής. Συνοψίζοντας, τα αποτελέσματα της παρούσας διατριβής δείχνουν ότι το περιβαλλοντικό στρες επηρεάζει την ανθρώπινη υγεία, φυσιολογία, γνωστική λειτουργία και την ικανότητα για φυσική δραστηριότητα, οδηγώντας σε σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν στις επόμενες δεκαετίες. Η εργασία σε περιβάλλον με υψηλή ηλιακή ακτινοβολία οδηγεί σε αυξημένα επίπεδα θερμικής καταπόνησης και μείωση της γνωστικής λειτουργίας, ακόμη και σε περιπτώσεις στις οποίες το θερμικό στρες θεωρείται ίδια έντασης αλλά χωρίς την παρουσία ηλιακής ακτινοβολίας. Η ενθάρρυνση ατόμων που παράγουν έργο στη ζέστη για αυτορρύθμιση της έντασης έχει βαρύνουσα σημασία. Επιπρόσθετα, παρεμβάσεις που στοχεύουν στη μείωση του παραγόμενου έργου (αύξηση της μηχανοποίησης και παραχώρηση διαλειμμάτων), καθώς επίσης και στρατηγικές εν/υδάτωσης, κατανάλωσης τριμμένου πάγου και παραχώρησης κατάλληλου ρουχισμού μπορούν να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο ως ασπίδα προστασίας κατά του θερμικού στρες. Η χρήση κατάλληλων δεικτών θερμικού στρες θα μπορούσε να δράσει σαν ένα επιπρόσθετο μέτρο πρόληψης στοχεύοντας στην προάσπιση της ανθρώπινης υγείας και ευεξίας.