The aim of this study was to characterize the prevalence and seasonal variation of vitamin D (vit D) deficiency/insufficiency in healthy children and adolescents in Greece, and to explore its relationship with the use of sunscreens. The serum level of 25-hydroxy-vitamin D (25(OH)D) was measured in 376 children and adolescents (184 males and 192 females) with a mean age of 7.6 ± 4.9 years, at different time points over a period of 13 months. The prevalence of low serum 25(OH)D level, including deficiency and insufficiency, was 66.2%. The lowest mean 25(OH)D was observed in the month of January (17.9 ± 6.8 ng/mL) and the highest in September, July, August, and October (34.6 ± 8.7, 33.0 ± 9.4, 30.1 ± 8.2, and 30.1 ± 10.6 ng/mL, respectively). Higher levels of serum 25(OH)D were detected in the children to whom sunscreens had been applied on the beach (p = 0.001) or off the beach (p < 0.001). The subjects with deficiency and insufficiency were significantly older than those with normal levels of 25(OH)D, but no significant differences were demonstrated according to gender. This study emphasizes the high prevalence of low serum levels of 25(OH)D and their seasonal variation in children living in a region characterized by many hours of sunshine. Our data suggest that the real-life use of sunscreens during the summer months allows sufficient sunlight to be received to enable production of vit D at a level adequate to maintain normal serum levels. Vit D supplements should be given to children during the months of lower sun exposure.
In order to estimate the reliability of the officially reported national tuberculosis (TB) incidence rates we performed a retrospective review of data collected in regional and national public health framework. TB notifications for the period 2000-2003 were obtained from two major hospitals and three relevant Public Health Departments (PHDs) in the region of West Greece, and subsequently compared with the data reported to the Hellenic Centre for Diseases Control (KEELPNO). During the four-year study period a total of 161 cases of TB were reported to the PHDs in West Greece; 70% of these cases were reported to the KEELPNO. Furthermore only 72 (38.7%) out of the 186 cases of TB identified in the two hospitals were notified to the PHDs. Assuming that the degree of undernotification observed for the two hospitals is the same throughout the region, we estimated that the case detection rate was 14 cases per 100,000 persons per year, i.e. 3.7 times higher than the rate officially reported for the period 2000-2003. Male predominance (2.1, male/female ratio) and an increased incidence in the elders (older than 60 years) and adolescents (10-14 years old) were also evident. The study demonstrated a substantial underestimation of TB burden in West Greece. In the face of the massive influx of immigrants and refugees coming from regions with high TB incidence and the increase of the number of drug-resistant cases a reliable and complete notification of TB is crucial in the planning of programs and development of appropriate control policies.
This study assessed vitamin D status in asymptomatic children and adolescents in Greece, with and without atopy, and possible changes during the coronavirus disease 2019 (COVID-19) pandemic. Serum levels of 25-hydroxy-vitamin D (25(OH)D) and total immunoglobulin E (IgE), and eosinophil count were measured in 340 asymptomatic children and adolescents (155 males, 185 females), mean age 8.6 ± 4.6 years, recruited over a period of 24 months (February 2019–January 2021). Atopy, defined by high level of IgE for age, was associated with vitamin D deficient status (p = 0.041). Subjects with and without atopy showed similar rates of insufficient and normal levels of 25(OH)D. The median level of 25(OH)D was significantly higher in subjects recruited during the pandemic, when home confinement rules were observed, than before the pandemic, and significantly more children had normal levels of 25(OH)D (p < 0.001), but no differences were noticed for IgE levels or eosinophil count. These results support a link between vitamin D and allergic and infectious inflammations, and specifically the association of vitamin D deficiency with asymptomatic atopy, defined as increased IgE level for age.
Η φυματίωση τα τελευταία χρόνια αποτελεί ένα επιδεινούμενο πρόβλημα δημόσιας υγείας ανά την υφήλιο, με επίπτωση παγκοσμίως για το 2007 139/100.000 πληθυσμό, ενώ για την Ευρώπη 54/100.000 και για την Ελλάδα 5,9/100.000 πληθυσμό. Στην παρούσα μελέτη έγιναν αρχικά δύο επιδημιολογικές έρευνες που αφορούσαν: α) την επιδημιολογία της φυματίωσης στη Δυτική Ελλάδα και την αξιολόγηση της πληρότητας των υποχρεωτικών δηλώσεων (2000-2003) καθώς και β) την εκτίμηση του δείκτη διαμόλυνσης σε μαθητικό πληθυσμό του Νομού Ηλείας (1994-2000). Σκοπός μας ήταν να περιγραφεί και να αναλυθεί η επιδημιολογία της φυματίωσης στη Δυτική Ελλάδα (Νομοί Ηλείας, Αχαΐας, Αιτωλοακαρνανίας) καθώς και να αξιολογηθεί η εξέλιξη του δείκτη διαμόλυνσης της φυματίωσης στο νομό Ηλείας, στα πλαίσια πρόληψης της νόσου. Εν συνεχεία, μελετήθηκε η εφαρμογή της Άμεσα Επιτηρούμενης Θεραπείας (DOTS) σε 13 νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς με φυματίωση (2006-2009), συγκριτικά με την έκβαση 41 πρώην διαγνωσθέντων ασθενών (μάρτυρες) χωρίς ΑΕΘ, όλοι κάτοικοι του Νομού Ηλείας, με απώτερο σκοπό την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της εφαρμογής του DOTS, συγκριτικά με την έως τώρα συντηρητική αντιμετώπιση των ασθενών με ΤΒ. Για την ολοκλήρωση της μελέτης υπήρξε συνεργασία του Πνευμονολογικού Ιατρείου του Γ.Ν. Πύργου με τον ειδικά εκπαιδευμένο Γενικό/Οικογενειακό Ιατρό, ο οποίος πραγματοποιούσε τις κατ΄ οίκον επισκέψεις στις οικογένειες ασθενών και μαρτύρων. Αναφορικά με την έρευνά μας στη Δυτική Ελλάδα, η μέση ετήσια επίπτωση βρέθηκε να είναι 5,4 ανά 100.000 άτομα ενώ τα επίσημα στοιχεία από το ΚΕΕΛΠΝΟ παρουσιάζουν μόνο 3,8 κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμό. Στην μελέτη μυκοβακτηριδιακής διαμόλυνσης για τον μαθητικό πληθυσμό του νομού Ηλείας, συγκρίνοντας τις δύο τριετίες 1994-1996 και 1998-2000, ο Μ.Ο. εξάπλωσης του ΔΜΔ για τους μαθητές του Δημοτικού μειώθηκε από 0,7% σε 0,16%, ενώ στους μαθητές του Γυμνασίου παρατηρήθηκε μια μικρή πτώση, από 2,51% σε 2,41%. Με βάση τις διεθνείς οδηγίες, η θεραπευτική αντιφυματική αγωγή αποτελείται από INH, RIF, PZA και EMB για 2 μήνες και για τους επόμενους 4 μήνες χορηγούνται μόνο INH και RIF. Κατόπιν αξιολόγησης των αποτελεσμάτων της προοπτικής μας μελέτης υπό το πρόγραμμα DOTS, προκύπτει ότι τα ποσοστά επιτυχούς θεραπείας ήταν 84,6% (προσεγγίζοντας το κατώτερο 85% που έχει θέσει ο WHO). Αξίζει να σημειωθεί, ότι ένας ασθενής (7,7%) απεβίωσε και ένας (7,7%) εξαφανίστηκε, λόγω αλλαγής πόλης στην οποία εργαζόταν. Αντίθετα, για τους μάρτυρες μόνο το 75,6% επιβεβαιώνουν αποτελεσματικότητα της θεραπείας. Σχετικά με τη νοσηρότητα των μελών, από τους 30 συγγενείς – μέλη των ασθενών, οι 4 (13,3%) χρειάστηκαν χημειοπροφύλαξη, ενώ από τους 111 συγγενείς – μέλη των μαρτύρων, οι 14 (12,6%) χρειάστηκαν χημειοπροφύλαξη και οι 7 (6,3%) νόσησαν και έλαβαν θεραπεία. Συμπερασματικά, η σωστή αντιμετώπιση του προβλήματος δεν έγκειται μόνο στην έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία, αλλά και στην αξιόπιστη καταγραφή των κρουσμάτων που θα μας ευαισθητοποιήσουν στο να αντιληφθούμε την πραγματικά ανησυχητική διάσταση του προβλήματος και να χρησιμοποιήσουμε αποτελεσματικότερους τρόπους πρόληψης και αντιμετώπισης. Η άμεσα επιτηρούμενη θεραπεία, στοχεύει όχι μόνο στη σωστή παρακολούθηση και ίαση των ασθενών με φυματίωση, αλλά και στην εκπαίδευση των μελών των οικογενειών τους σε θέματα πρόληψης και βελτίωσης των επιβαρυντικών παραγόντων διαβίωσης, μειώνοντας σημαντικά τη νοσηρότητα του πληθυσμού.
The use of kidneys in secular and spiritual practices was very common for centuries. In this article we present some references on their employment as sacrificial offers, as plain food or as a source for medicaments. Our material derives from Greek texts of the Classical, Hellenistic, Roman, and Byzantine eras. Relevant extracts from the Old Testament are also included, as they have become part of a common cultural heritage in that period of syncretism, when Jews were Hellenized and Greeks orientized. From the fragments cited in this article, it is obvious that the practical use of kidneys by priests, doctors, and lay persons in the periods under discussion was widespread. The sacrificial offering was based on the religious significance of the organ. The dietary consumption of the kidneys was limited by their function as urine producers. Their medicinal use was dictated first, by the abundance of the adipose tissue surrounding them, which was an ideal warming and binding substance. Second, it may be explained by the deeply rooted conviction that eating a particular organ led to the incorporation of its strength, thus protecting the corresponding eater's organs. Those practices should not surprise us in view of their corresponding modern use. Currently, kidney donors offer their organs in a sacrificial gesture, kidneys are consumed as a delicacy worldwide, and renal tissue is therapeutically used in transplantations and, until very recently, as a source for hormonal substances.
scite is a Brooklyn-based organization that helps researchers better discover and understand research articles through Smart Citations–citations that display the context of the citation and describe whether the article provides supporting or contrasting evidence. scite is used by students and researchers from around the world and is funded in part by the National Science Foundation and the National Institute on Drug Abuse of the National Institutes of Health.
customersupport@researchsolutions.com
10624 S. Eastern Ave., Ste. A-614
Henderson, NV 89052, USA
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.
Copyright © 2025 scite LLC. All rights reserved.
Made with 💙 for researchers
Part of the Research Solutions Family.