Επίπεδα της MCP-1 στον ορό 2.10 Σύγκριση των συστημάτων APACHE-O και APACHE-II 2.11 Κλινικοί παράγοντες και ανεπάρκεια οργάνων 83 2.12 Επίπεδα των δεικτών φλεγμονής στον ορό 85 Συζήτηση 2.13 Το G αλληλόμορφο της MCP-1 ως παράγοντας κινδύνου 2.14 Η παχυσαρκία αυξάνει την βαρύτητα της παγκρεατίτιδας
Η παρούσα διατριβή ασχολείται με το πρόβλημα της ευθύνης από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό κατά τα άρθρα 904 επ. ΑΚ. Ειδικότερα, τρεις είναι οι προβληματισμοί που εξετάζονται, καθένας από τους οποίους αντιστοιχεί σε καθένα από τα τρία κεφάλαια της μελέτης. Καταρχήν, ερευνάται το πρόβλημα του αντικείμενου της αξίωσης. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνεται σε συνάρτηση προς μια γενική θεώρηση του θεσμού. Συναφώς, προσδιορίζονται οι όροι γέννησης της απαίτησης, κατά το άρθρο 904 ΑΚ, με ιδιαίτερη έμφαση στην προϋπόθεση του πλουτισμού, όπου διαπιστώνεται ότι για την κατάφαση του πλουτισμού αρκεί η κτήση ενός μεμονωμένου πλεονεκτήματος. Σε σχέση με το ζήτημα του αντικειμένου, τούτο συνίσταται στην ωφέλεια, η οποία ενσωματώνεται στο συγκεκριμένο πλεονέκτημα που επιφέρει τον πλουτισμό του λήπτη. Στη συνέχεια, τη μελέτη απασχολεί το πρόβλημα του περιεχομένου της ευθύνης. Εδώ εξετάζεται η ρύθμιση του άρθρου 908 ΑΚ, σύμφωνα με την οποία ο λήπτης αποδίδει το πράγμα που έλαβε ή το τυχόν αντάλλαγμα που υπεισήλθε στη θέση του. Σε σχέση με το «πράγμα», δύο ήταν οι διαπιστώσεις: αφενός προκρίνεται η αυτούσια ικανοποίηση του δότη, αφετέρου γίνεται δεκτό ότι η έννοια αυτή θα ερμηνεύεται ευρέως, ώστε να καταλαμβάνει κάθε είδους πλεονέκτημα. Αναφορικά με το αντάλλαγμα, εξετάσθηκε η ειδικότερη περίπτωση, όπου το υποκατάστατο υπερβαίνει σε αξία το αρχικά ληφθέν πράγμα, οπότε και έγινε δεκτό ότι εάν αποδεικνύεται ότι η επιπλέον αξία επιτεύχθηκε χάρη στην προσωπική συμβολή του λήπτη, τότε αυτός θα απαλλάσσεται, διότι θα παύει να πλουτίζει σε βάρος του δότη. Τέλος, η ευθύνη εκτείνεται και στους καρπούς που πράγματι αντλήθηκαν από το πράγμα. Άλλωστε, εάν η αυτούσια απόδοση δεν είναι δυνατή, τότε θα αποδίδεται η αξία του πλεονεκτήματος σε χρήμα. Ως αξία νοείται η αντικειμενική, ενώ σε περίπτωση που ο λήπτης είναι καλόπιστος θα δικαιούται να περιορίσει την ευθύνη του στο ποσό που άξιζε για τον ίδιο προσωπικά το αποδοτέο πλεονέκτημα. Το τρίτο μέρος της μελέτης απασχολεί το ζήτημα της έκτασης της ευθύνης. Εν προκειμένω, διακρίνεται μεταξύ καλόπιστου και κακόπιστου λήπτη. Για τον καλόπιστο ισχύει το άρθρο 909 ΑΚ. Η διάταξη αυτή του επιτρέπει να επικαλεστεί τα γεγονότα που συνετέλεσαν στη μείωση ή πλήρη εξάλειψη του πλουτισμού του και να πετυχαίνει την απαλλαγή του. Αντιθέτως, εάν είναι κακόπιστος, τότε σύμφωνα με το άρθρο 910 ΑΚ, θα ευθύνεται αυστηρότερα κατά τις γενικές διατάξεις.
Η απάτη αποτελεί ένα πολυδιάστατο και πολύπλευρο φαινόμενο που απασχολεί πέραν των επενδυτών, ελεγκτών, νομοθετών, και τους απλούς πολίτες. Η αποκάλυψη πλήθους εταιρικών σκανδάλων στις αρχές του 21ου αιώνα, αύξησε ιδιαίτερα το ενδιαφέρον όλων αναφορικά με το συγκεκριμένο ζήτημα, εμφανίζοντας τη δικανική λογιστική ως το μέσο για την αποτελεσματική πρόληψη, αντιμετώπιση και περιορισμό της απάτης. Παράλληλα, η δικανική λογιστική αναδείχθεικε ως ένας νέος τομέας έρευνας για τους ακαδημαϊκούς στην προσπάθεια περεταίρω συμβολής τους στον επιχειρηματικό κόσμο. Παρότι σημαντικές νομοθετικές ρυθμίσεις πραγματοποιήθηκαν ως επακόλουθο των σκανδάλων, η νομοθέτηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς παραμένει αδύνατη. Καθώς «οι άνθρωποι είναι αυτοί που διαπράττουν απάτη» (Ramamoorti, 2008), είναι σημαντικό να εντοπιστούν οι εσωτερικές δυνάμεις που ωθούν έναν εργαζόμενο στη διάπραξη απάτης και ως εκ τούτου κρίνεται σκόπιμο να διερευνηθούν σε βάθος τα ψυχολογικά χαρακτηριστικά που τους οδηγούν σε τέτοια συμπεριφοριφορά. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι υπάλληλοι εργάζονται εντός ενός δομημένου περιβάλλοντος εργασίας, αξίζει να σημειωθεί ότι η συμπεριφορά των ιδίων επηρεάζει και ταυτόχρονα επηρεάζεται από την οργανωσιακή κουλτούρα της επιχείρησης στην οποία εργάζονται. Κατόπιν των παραπάνω, σκοπό της παρούσας διατριβής αποτελεί η σκιαγράφηση του προφίλ του πιθανού δράστη και κατά συνέπεια η απάντηση του ερωτήματος «γιατί οι εργαζόμενοι διαπράττουν οικονομικά εγκλήματα». Προκειμένου να επιτευχθεί ο συγκεκριμένος στόχος, εξετάστηκε δείγμα 214 υπαλλήλων που απασχολούνται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα μέσω μίας έρευνας τεσσάρων σταδίων. Ειδικότερα, στην πρώτη φάση της έρευνας, εξετάστηκε η επίδραση των δημογραφικών χαρακτηριστικών και των χαρακτηριστικών της προσωπικότητας των εργαζομένων στην τάση τους για διάπραξη ή συμμετοχή σε απάτη. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτής της φάσης, ένας εργαζόμενος που χαρακτηρίζεται ως ασυνείδητος, δυσάρεστος, εξωστρεφής και μη δεκτικός σε νέες εμπειρίες, αποτελεί τυπικό παράδειγμα πιθανού δράστη. Στη συνέχεια, στο δεύτερο στάδιο της έρευνας εξετάστηκε η επιδραση της οργανωσιακής κουλτούρας στην τάση των εργαζομένων για διάπραξη ή συμμετοχή σε απάτη. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτής της φάσης, η ύπαρξη μίας ηθικής οργανωσιακής κουλτούρας στην επιχείρηση μειώνει την πιθανότητα διάπραξης απάτης από πλευράς των εργαζομένων. Πιο συγκεκριμένα, η διαφάνεια, η συνέπεια των διευθυντικών στελεχων και η εφαρμοσιμότητα των επιχειρηματικών στόχων, αποτελούν τους πιο σημαντικούς παράγοντες οργανωσικής κουλτούρας, η ύπαρξη των οποίων οδηγεί του εργαζόμενους σε αποστροφή εμφάνισης ή υιοθέτησης παραβατικής συμπεριφοράς. Στο τρίτο στάδιο της έρευνας εξετάστηκε ο διαμεσολαβητικός ρόλος της οργανωσιακής κουλτούρας στις σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στα προσωπικά χαρακτηριστικά ενός εργαζόμενου και στην τάση του για διάπραξη ή συμμετοχή σε απάτη. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτής της φάσης, η ύπαρξη ηθικής οργανωσιακής κουλτούρας διαμεσολαβεί στατιστικά σημαντικά στις σχέσεις συμπεριφοράς-εξωστρέφιας και συμπεριφοράς-δεκτικότητας σε νέες εμπειρίες. Τέλος, στο τέταρτο στάδιο της έρευνας, διενεργήθηκαν τέσσερις επιπρόσθετες αναλύσεις. Στην πρώτη εξετάστηκε η επίδραση των προσωπικών χαρακτηριστικών των εργαζομένων και της οργανωσιακής κουλτούρας της επιχείρησης ταυτόχρονα στην τάση των υπαλλήλων για απάτη. Στις άλλες τρεις διερευνήθηκε διακριτά η επίδραση των προσωπικών χαρακτηριστικών των εργαζομένων στη τάση τους για διάπραξη απάτης στις οικονομικές καταστάσεις, διαφθορά και ιδιοποίηση περιουσιακών στοιχείων. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των παραπάνω αναλύσεων, όταν η οργανωσιακή κουλτούρα συμπεριλαμβάνεται στο ερευνητικό μοντέλο, μόνο η ενσυνειδησία και η δεκτικότητα σε νέες εμπειρίες επηρεάζουν την παραβατική συμπεριφορά των εργαζομένων. Επιπλέον, αναφορικά με το προφίλ του πιθανού δράστη σε σχέση με τους τρεις τύπους απάτης, ο πιθανός δράστης παραποίησης οικονομικών καταστάσεων και ιδιοποίησης περιουσιακών στοιχείων εμφανίζει παρόμοια χαρακτηριστικά και παρουσιάζεται ως ασυνείδητος και μη δεκτικός σε νέες εμπειρίες, ενώ αντίθετα ο εργαζόμενος με τάση στη διαφθορά εμφανίζει χαρακτηριστικά εξωστρέφιας. Τα αποτελέσματα της παρούσας διατριβής είναι χρήσιμα τόσο στην ακαδημαϊκή κοινότητα, όσο και στους επαγγελματίες. Όσο αφορά την ακαδημαϊκή συμβολή, η παρούσα μελέτη διευρύνει τη βιβλιογραφία της δικανικής λογιστικής σε σχέση με τη συμπεριφορική ανάλυση της απάτης μέσω της σκιαγράφησης του προφίλ του πιθανού δράστη και της εφαρμογής μίας διεπιστημονικής προσέγγισης όπου συνδυάζονται θεωρίες της λογιστικής και της ψυχολογίας. Όσο αφορά την πρακτική συμβολή, τα αποτελέσματα της μελέτης δύναται να αξιοποιηθούν από τις επιχειρήσεις κατά της διάρκεια των διαδικασιών επιλογής και πρόσληψης εργαζομένων, ως ένα επιπρόσθετο μέσο για την αξιολόγηση της τάση τους για συμμετοχή ή διάπραξη απάτης, προλαμβάνοντας με αυτό τον τρόπο την εμφάνιση μελλοντικών φαινομένων απάτης στην επιχείρηση από πλευράς των εργαζομένων. Πέραν αυτών, τα αποτελέσματα της διατριβής μπορούν επιπρόσθετα να χρησιμοποιηθούν ως σημάδια απάτης από τους ελεγκτές και τους επαγγελματίες απάτης κατά τη διάρκεια διερεύνησης τέτοιου είδους περιπτώσεων.
Activité des firmes affiliées *) actifs des firmes affiliées de chaque secteur en pourcentage du total des actifs détenus par les FMN du secteur *) en pourcentage (%) source: Survey of Current Business:Octobre 1981: p.42
scite is a Brooklyn-based organization that helps researchers better discover and understand research articles through Smart Citations–citations that display the context of the citation and describe whether the article provides supporting or contrasting evidence. scite is used by students and researchers from around the world and is funded in part by the National Science Foundation and the National Institute on Drug Abuse of the National Institutes of Health.
customersupport@researchsolutions.com
10624 S. Eastern Ave., Ste. A-614
Henderson, NV 89052, USA
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.
Copyright © 2024 scite LLC. All rights reserved.
Made with 💙 for researchers
Part of the Research Solutions Family.