Η παρούσα διατριβή προτείνει τη διαμόρφωση μιας διαβαθμιζόμενηςφωνοτακτικής γραμματικής για τα διμελή συμφωνικά συμπλέγματα της νέαςελληνικής (NE) που εμφανίζονται σε θέση λεξικής έμβασης (#CC) μέσω τουσυνυπολογισμού φωνολογικών, φωνητικών και λεξικών παραμέτρων.Συγκεκριμένα, προτείνεται ότι η γραμματική γνώση των φωνοτακτικώνπεριορισμών που διέπουν τον ορθό σχηματισμό των #CC της ΝΕ είναι εγγενώςδιαβαθμιζόμενη, και η διαβάθμιση αυτή ορίζεται με γραμματικά και λεξικάκριτήρια. Το γραμματικά κριτήρια προσδιορίζονται βάσει της πυρηνικήςέννοιας του μαρκαρίσματος. Παράλληλα, εξετάζεται η επίδραση της λεξικήςσυχνότητας στη διαμόρφωση του συνεχούς διαβάθμισης. Ελέγχεται, δηλαδή, ηπιθανότητα κάποια #CC να θεωρούνται περισσότερο καλοσχηματισμένα σεσχέση με κάποια άλλα, εξαιτίας της περισσότερο εύρωστης λεξικής τουςαντιπροσώπευσης.Η διατριβή οργανώνεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος περιγράφονταιτα #CC της ΝΕ και διερευνώνται οι φωνοτακτικοί περιορισμοί που διέπουν τονορθό σχηματισμό τους. Στη συνέχεια, παρουσιάζεται η λεξική διαβάθμιση τωνεπιτρεπτών στη ΝΕ #CC, όπως αντανακλάται στα στατιστικά δεδομένα πουβασίζονται στις καταχωρίσεις του λεξικού και στη γλωσσική χρήση.Προκειμένου, όμως, να ελεγχθεί αξιόπιστα η συμβολή τόσο της γραμματικήςόσο και του λεξικού στη διαμόρφωση της διαβαθμιζόμενης φωνοτακτικής, ηδιατριβή επικεντρώνεται στη διερεύνηση και την ανάλυση μιας αρκετάπεριφερειακής και ταυτόχρονα ‘ιδιοσυγκρασιακής’ ομάδας συμπλεγμάτων, οορθός σχηματισμός των οποίων αποτελεί πεδίο ανάδυσης συγκρουόμενωναπόψεων. Πρόκειται για τα άηχα εμποδιστικά μη συριστικά #CC /pt, kt, fɵ, xɵ,ft, xt/ (#ΟΟ[-sibilant/-voice]). Τα συμπλέγματα αυτά εγείρουν ποικίλεςαντιπαραθέσεις στη γλωσσολογική κοινότητα, οι οποίες επικεντρώνονται (α)στο φωνολογικό τους status, (β) στις ιεραρχίες μαρκαρίσματος που ταδιέπουν, (γ) στη συγχρονική ποικιλότητα που χαρακτηρίζει την πραγμάτωσήτους και (δ) στην αντιληπτική τους φύση.Στο δεύτερο μέρος της εργασίας επιχειρείται η διαμόρφωσηγραμματικών μοντέλων, τα οποία ενσωματώνουν τα στατιστικά δεδομένα πουπροκύπτουν από τη συχνότητα εμφάνισης και χρήσης των φωνοτακτικώνσυνδυασμών. Προκειμένου να μοντελοποιηθεί η εσωτερικευμένη φωνοτακτικήγνώση –έτσι ώστε η γραμματική αποτύπωση να υπερβαίνει τη δυαδική καικατηγορική διάκριση ‘γραμματικό’ vs. ‘αντιγραμματικό’ και ‘αποδεκτό’ vs. ‘μηαποδεκτό’– αξιοποιούνται μόνο θεωρίες που προβλέπουν στην αρχιτεκτονικήτους την έννοια της φωνολογικής διαβάθμισης και επιδιώκουν όχι μόνο να τηνπεριγράψουν αλλά και να την ερμηνεύσουν και να την ποσοτικοποιήσουν.Εφόσον, όμως, τα #ΟΟ[-sibilant/-voice] παρουσιάζουν εναλλακτικές πραγματώσεις,οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις είναι λεξικά καθορισμένες, η γραμματική τουορθού σχηματισμού αντιπαραβάλλεται σε αρκετές περιπτώσεις με τηγραμματική της ποικιλότητας.Στο τρίτο μέρος, η διαβάθμιση των φωνοτακτικών περιορισμώνελέγχεται στην αντίληψη των φυσικών ομιλητών της ΝΕ μέσω δύοπειραματικών έργων: ενός έργου διαβαθμιζόμενης ιεράρχησης και ενός έργου συγκριτικής αποδεκτότητας. Στόχος της έρευνας είναι να αναδείξει το συνεχέςτης διαβάθμισης του ορθού σχηματισμού των #ΟΟ[-sibilant/-voice] στη γραμματικήτου ομιλητή και να παράσχει ανατροφοδότηση στο αρχικό φωνοτακτικόμοντέλο. Η πειραματική διαδικασία αναδεικνύει σε μεγάλο βαθμό τηγραμματική φύση της φωνοτακτικής γνώσης των φυσικών ομιλητών,αποκαλύπτοντας τους φωνολογικούς αντιληπτικούς περιορισμούς που τηδιέπουν. Έτσι, στο πλαίσιο της διατριβής προτείνεται η κατασκευή μιας‘αντιληπτικής γραμματικής’, η οποία βασίζεται στις αρχές της ΛειτουργικήςΘεωρίας του Βέλτιστου.Τέλος, τα ευρήματα της πειραματικής διαδικασίας αξιοποιούνται στηδιατύπωση προβλέψεων για την κατάκτηση των #ΟΟ[-sibilant/-voice] απόαλλόγλωσσους μαθητές της ΝΕ με διαφορετικές μητρικές γλώσσες, καθώςεπίσης και για τη διαμόρφωση μιας πρότασης άμεσης και έμμεσης διδασκαλίαςστο πλαίσιο ενός συνδυαστικού μοντέλου προφορικής επικοινωνίας.