Η παρούσα διατριβή εστιάζεται στην αξιολόγηση φυσιολογικών παραγόντων, που δρουν πριν ή κατά τη διάρκεια της ανάλυσης των δειγμάτων αίματος καθώς και παθολογικών παραγόντων, που μπορούν να επηρεάσουν τις αιματολογικές παραμέτρους των μηρυκαστικών. Για το σκοπό αυτό επιλέχθηκαν και αξιολογήθηκε η δράση τριών φυσιολογικών παραγόντων, δύο προαναλυτικών (ηλικία, βιταμίνη Β12- λειτουργία μεγάλης κοιλίας) και ενός αναλυτικού (μέθοδος), καθώς και ενός παθολογικού παράγοντα (Anaplasma phagocytophilum). Στο Κεφάλαιο Ι, ανασκοπείται η σχετική βιβλιογραφία που αφορά στους παράγοντες που μεταβάλλουν τις τιμές των αιματολογικών παραμέτρων των μηρυκαστικών. Πιο συγκεκριμένα γίνεται ανάλυση των παραγόντων που επιδρούν πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά την ανάλυση των δειγμάτων του αίματος και μπορούν να επηρεάσουν το τελικό αποτέλεσμα των αιματολογικών εξετάσεων. Επιπλέον αναφέρονται οι κυριότεροι παθολογικοί παράγοντες που προκαλούν ποσοτικές και μορφολογικές μεταβολές των κυττάρων του αίματος των μηρυκαστικών. Η κατηγοριοποίησή τους γίνεται με βάση το είδος των κυττάρων που υφίσταται τη σημαντικότερη μεταβολή. Στο Κεφάλαιο II, γίνεται ανασκόπηση της σύνθεσης, του μεταβολισμού, της λειτουργίας, των αναγκών, των επιπτώσεων στη υγεία των μηρυκαστικών τόσο της ανεπάρκειας όσο και της τοξίκωσης από τη βιταμίνη Β12. Στη συνέχεια περιγράφεται η μελέτη της επίδρασης της ηλικίας και της Β12 στις αιματολογικές παραμέτρους των μόσχων. Για τη μελέτη αυτή συλλέχθηκε αίμα από 31 μόσχους πριν και 31 μόσχους μετά τον απογαλακτισμό, φυλής Limousine από την ίδια εκτροφή. Στα ζώα αυτά, πραγματοποιήθηκε γενική εξέταση του αίματος σε αυτόματο αιματολογικό αναλυτή και εκτίμηση του επιχρίσματος του αίματος και προσδιορίσθηκαν οι συγκεντρώσεις της βιταμίνης Β12, των ολικών πρωτεϊνών και των λευκωματινών. Η συγκέντρωση της βιταμίνης Β12 στον ορό του αίματος, ο αιματοκρίτης, η αιμοσφαιρίνη, ο αριθμός των αιμοπεταλιών και των λεμφοκυττάρων ήταν σημαντικά υψηλότερα στους απογαλακτισμένους μόσχους απ’ ότι στους μη- απογαλακτισμένους. Πολύ ισχυρή θετική συσχέτιση υπήρξε μεταξύ της συγκέντρωσης της βιταμίνης Β12 και του αιματοκρίτη καθώς και της αιμοσφαιρίνης πριν τον απογαλακτισμό, ενώ αυτές οι συσχετίσεις ήταν μέτρια θετικές μετά τον απογαλακτισμό, όπως και στον ολικό πληθυσμό. Στο Κεφάλαιο ΙΙΙ περιγράφονται μέθοδοι προσδιορισμού της μάζας κάθε είδους κυττάρων του αίματος στους αυτόματους αιματολογικούς αναλυτές. Στη συνέχεια περιγράφεται η μελέτη σύγκρισης δύο διαφορετικών μεθόδων προσδιορισμού των τιμών των λευκών αιμοσφαιρίων και των αιμοπεταλίων. Σκοπός αυτής της μελέτης ήταν η σύγκριση των αποτελεσμάτων του αριθμού των λευκών αιμοσφαιρίων ύστερα από προσδιορισμό του με μικροσκοπική εξέταση του επιχρίσματος αίματος και με τον αυτόματο αιματολογικό αναλυτή ADVIA 120, καθώς και προσδιορισμός του κατάλληλου διορθωτικού παράγοντα της μεθόδου υπολογισμού του αριθμού των WBCs με τη μικροσκοπική εξέταση του επιχρίσματος. Επιπλέον, σκοπός της μελέτης ήταν και η αξιολόγηση δύο προτεινόμενων παραγόντων για τον υπολογισμό του αριθμού των αιμοπεταλίων στα επιχρίσματα αίματος των προβάτων. Προκειμένου να δημιουργηθεί η εξίσωση παλινδρόμησης μεταξύ του μέσου αριθμού των WBCs ανά πεδίο και του αριθμού των WBCs που προσδιορίζεται από τον ADVIA 120, χρησιμοποιήθηκαν 57 δείγματα αίματος προβάτων. Στη συνέχεια, χρησιμοποιήθηκαν 31 νέα δείγματα προβάτων για την αξιολόγηση της συμφωνίας μεταξύ του υπολογιζόμενου αριθμού των WBCs βάσει της δημιουργηθείσας εξίσωσης και εκείνων που ελήφθησαν από την ανάλυση. Ομοίως, αξιολογήθηκε η συμφωνία μεταξύ του αριθμού των αιμοπεταλίων με τη χρήση δύο διαφορετικών παραγόντων για τον υπολογισμό του αριθμού των αιμοπεταλίων. Η απόκλιση ανάμεσα στις τιμές των WBCs που υπολογίστηκαν με τις δύο μεθόδους ήταν 0,4% με αξιοπιστία και ακρίβεια πάνω από 95%. Όσον αφορά στον υπολογισμό του αριθμού των αιμοπεταλίων με τους δύο παράγοντες, η στατιστική απόκλιση ήταν 26,4% και 1,4%, όταν ο αριθμός των αιμοπεταλίων ανά οπτικό πεδίο πολλαπλασιάστηκε με 15.000 και 20.0000, αντίστοιχα. Στο Κεφάλαιο IV αρχικά, γίνεται σύντομη ανασκόπηση της αναπλάσμωσης που προκαλείται από το βακτήριο Anaplasma phagocytophilum στα μηρυκαστικά και ιδιαίτερα της μετάδοσης, της παθογένειας και των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για τη διάγνωση. Η μελέτη που παρουσιάζεται στο κεφάλαιο αυτό είχε σκοπό την αξιολόγηση τυχόν επίδρασης της παρουσίας αντισωμάτων ή αντιγόνου του A. phagocytophilum στην ορολογική ή/και στην κυτταρολογική εξέταση, αντίστοιχα και στον αριθμό και τη μορφολογία των κυττάρων του αίματος των προβάτων. Για το σκοπό αυτό συλλέχθηκε αίμα από 138 πρόβατα παρασιτούμενα από κρότωνες. Στα δείγματα αίματος προσδιορίστηκαν οι κύριες αιματολογικές παράμετροι (αιματοκρίτης, αριθμός λευκών αιμοσφαιρίων, λευκοκυτταρικός τύπος, αριθμός αιμοπεταλίων και μορφολογία των κυττάρων) καθώς και η ανίχνευση αντισωμάτων ή αντιγόνου στο αίμα, με τις μεθόδους του έμμεσου ανοσοφθορισμού και της μικροσκοπικής εξέτασης του επιχρίσματος της στοιβάδας των λευκών και των αιμοπεταλίων, αντίστοιχα. Τα πρόβατα χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες (Α, Β, Γ, Δ) ανάλογα με την παρουσία ή όχι αντισωμάτων ή/και αντιγόνου στο αίμα τους. Τα πρόβατα που βρέθηκαν θετικά μόνο στην παρουσία του αντιγόνου εμφάνισαν ήπια αναιμία, λευκοπενία (κυρίως λεμφοπενία) και θρομβοκυτταροπενία. Τα πρόβατα που ήταν θετικά και στις δύο μεθόδους εμφάνισαν αναιμία, λευκοπενία (ουδετεροπενία και λεμφοπενία) και θρομβοκυτταροπενία. Τα πρόβατα που ήταν θετικά μόνο στην ανίχνευση των αντισωμάτων εμφάνισαν ήπια λευκοπενία. Στις Ομάδες Α και Β παρατηρήθηκαν ενεργοποιημένα λεμφοκύτταρα και μονοκύτταρα, ενώ στην τρίτη ομάδα μόνο λίγα ενεργοποιημένα μονοκύτταρα. Στην Ομάδα Β διαπιστώθηκε μεγαλύτερος αριθμός άωρων ουδετεροφίλων και η παρουσία ενός τοξικού ουδετερόφιλου στο επίχρισμα του αίματος. Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τα ευρήματα αυτής της διατριβής, είναι τα εξής: α) η παρατηρούμενη διακύμανση των αιματολογικών παραμέτρων με την ηλικία φαίνεται να σχετίζεται με τη συγκέντρωση της βιταμίνης Β12. Επιπλέον, η βιταμίνη Β12 είναι υψηλότερη στους απογαλακτισμένους μόσχους, στους οποίους γίνεται σύνθεση της βιταμίνης Β12 στη μεγάλη κοιλία σε σύγκριση με τους μη-απογαλακτισμένους μόσχους οι οποίοι προσλαμβάνουν εξωγενώς τη βιταμίνης Β12, κυρίως με το γάλα. β) ο προσδιορισμός των λευκών αιμοσφαιρίων στο αίμα των προβάτων με τη μικροσκοπική μέθοδο είναι μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση της χρήσης των αυτοματοποιημένων αιματολογικών αναλυτών χρησιμοποιώντας τη δημιουργηθείσα εξίσωση. Ο πολλαπλασιασμός του αριθμού των αιμοπεταλίων ανά πεδίο με τον παράγοντα 20.000 υπερτερεί σε σχέση με τον παράγοντα 15.000, για τον προσδιορισμό των αιμοπεταλίων. γ) η μόλυνση ή/και η έκθεση των προβάτων στο A. phagocytophilum συνοδεύεται από ποσοτικές μεταβολές όλων των κυττάρων του αίματος, αλλά και μεταβολές στη μορφολογία των λευκών αιμοσφαιρίων. Τα αποτελέσματα των αιματολογικών εξετάσεων σε συνδυασμό με τις κυτταρολογικές και ορολογικές εξετάσεις για την ανίχνευση του μικροοργανισμού ή των αντισωμάτων, αντίστοιχα, μπορούν να συμβάλλουν στην εκτίμηση του σταδίου του νοσήματος. Από κλινικής άποψης, η μειωμένη κυτταρική ανοσία (λευκοπενία) που διαπιστώθηκε στο διάστημα που εντοπίζονται ταυτόχρονα ο μικροοργανισμός και τα αντισώματα, δείχνει ότι την περίοδο αυτή τα ζώα είναι πιο ευάλωτα και συνεπώς χρειάζεται παρακολούθηση για την έγκαιρη αντιμετώπιση δευτερογενών επιπλοκών. Επίσης, ο συνδυασμός λευκοπενίας και θρομβοκυτταροπενίας είναι το σημαντικότερο εργαστηριακό εύρημα που θέτει υποψία της νόσου. Οι μεταβολές που διαπιστώθηκαν είναι ενδεικτικές φλεγμονώδους αντίδρασης, αντιγονικής διέγερσης και καταπόνησης. Τα ευρήματα αυτά προσθέτουν στη γνώση των παθογενετικών μηχανισμών της αναπλάσμωσης των προβάτων και αναδεικνύουν την αξία της γενικής εξέτασης του αίματος και της αξιολόγησης της μορφολογίας των κυττάρων στην παρακολούθηση της εξέλιξης του νοσήματος.