Η διατριβή έχει ως αντικείμενο μελέτης τη διαγλωσσική περιγραφή και ερμηνεία των ιδιωτισμών με βάση τη θεωρία της εννοιακής μεταφοράς και μετωνυμίας στο πλαίσιο της γνωσιακής γλωσσολογίας. Ο ομιλητής προσεγγίζει γνωσιακά και εκφράζει γλωσσικά περισσότερο ή λιγότερο αφηρημένες έννοιες (πεδίο-στόχος) μέσω συγκεκριμένων εννοιών που μπορεί να αφορούν το ανθρώπινο σώμα, τον φυσικό κόσμο και τον πολιτισμό (πεδίο-πηγή). Οι περισσότεροι ιδιωτισμοί προκύπτουν από κοινές εννοιακές μεταφορές που βασίζονται στις κοινές αντιληπτικές, σωματικές ή πολιτισμικές, εμπειρίες των ομιλητών. Η επιστημονική συμβολή της διατριβής έγκειται στο ότι για πρώτη φορά μελετάται τόσο εκτεταμένο υλικό και επιχειρείται διαχρονική (μόνο της ελληνικής), γνωσιακή, σημασιοκεντρική και ονομασιοκεντρική, προσέγγιση ιδιωτισμών από γλώσσες διαφορετικών γλωσσικών οικογενειών. Μέσα από ένα συγκεκριμένο πεδίο-πηγή ο ομιλητής επιλέγει την πιο εικονική και κατάλληλη για τις εκφραστικές του ανάγκες έννοια-πηγή για τη γλωσσική έκφραση μιας έννοιας-στόχου. Αυτή η επιλογή του μοιάζει να είναι μη αναμενόμενη και μη ερμηνεύσιμη, κάτι που καθιστά τη σημασία του ιδιωτισμού αδιαφανή. Η σημασιολογική αδιαφάνεια οφείλεται στον ομιλητή, ο οποίος προσεγγίζει και εκφράζει διαφορετικές πλευρές μιας έννοιας με τον ιδιαίτερο αντιληπτικό του τρόπο βασισμένος στην εντελώς προσωπική του ανάγνωση, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ιδιωτισμών οι οποίοι, εκτός από σημασιολογικά αδιαφανείς, μπορεί να είναι και εκφραστικοί. Οι ιδιωτισμοί αφορούν αρνητικές κυρίως εμπειρίες και συναισθηματικές καταστάσεις που αποδίδονται γλωσσικά με πολύ μεγάλη ένταση, σημασιακή (επανενισχυμένη-εμφατική σημασία) και εικονική (έντονες νοητικές εικόνες). Στους ιδιωτισμούς, εκτός από τη δημιουργικότητα και την εκφραστικότητα του ομιλητή, διαφαίνεται και η συναισθηματική εμπλοκή του, η ειρωνική ή και απαθής στάση του απέναντι σε ένα γεγονός (υποκειμενικότητα). Στην πλειονότητά τους οι ιδιωτισμοί της αρχαίας και της νέας ελληνικής αποτελούν διαφορετικές και ανεξάρτητες γλωσσικές πραγματώσεις κοινών εννοιολογικών προσεγγίσεων. Οι ομιλητές της νέας ελληνικής έχουν κληρονομήσει έναν μικρό αριθμό ιδιωτισμών από τα αρχαία ελληνικά, στους οποίους πολύ συχνά επεμβαίνουν ενισχύοντας τη νοητική εικόνα και τη σημασία τους είτε με προσθήκη ενός λεξιλογικού στοιχείου, είτε με την επιλογή μιας άλλης έννοιας-πηγής που παραπέμπει σε πιο έντονη νοητική εικόνα.